Τα παιδικά τραύματα είναι ένα σύνθετο και δυστυχώς συχνό φαινόμενο. Παρότι το άτομο μπορεί να έχει βιώσει ένα τραύμα μέχρι την ηλικία των 16 ετών, αυτό μπορεί να επηρεάσει βαθιά την ψυχική υγεία, τις διαπροσωπικές σχέσεις, ακόμη και τη σωματική ευεξία στην μεταγενέστερη ενήλικη ζωή του.

Το παιδικό τραύμα αναφέρεται σε συναισθηματικές αντιδράσεις σε γεγονότα που απειλούν τη σωματική ή συναισθηματική ασφάλεια του παιδιού, προκαλώντας τρόμο ή αίσθηση αβοηθησίας. Σύμφωνα με τους ειδικούς, τραυματικές εμπειρίες για ένα παιδί μπορεί να περιλαμβάνουν:

  • Σωματική, ψυχολογική ή σεξουαλική κακοποίηση
  • Παραμέληση
  • Ενδοοικογενειακή βία
  • Βία σε σχολικό ή κοινωνικό πλαίσιο
  • Μια απότομη απώλεια
  • Σοβαρά ατυχήματα ή ιατρικές επεμβάσεις
  • Ρατσισμός, διακρίσεις ή θρησκευτική κακοποίηση

Αυτές οι εμπειρίες συχνά αξιολογούνται μέσω εργαλείων όπως το τεστ «ACE» (Adverse Childhood Experiences), το οποίο καταμετρά τις αντίξοες εμπειρίες παιδικής ηλικίας.

Το νούμερο ένα σημάδι παιδικού τραύματος σε ενήλικες

Στην ενήλικη ζωή, τα σημάδια παιδικού τραύματος μπορεί να εκδηλώνονται με διάφορους τρόπους: ψυχικά προβλήματα, προβλήματα σχέσεων, σωματικά συμπτώματα, κατάχρηση ουσιών ή αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές.

Ωστόσο, ο Patrick Teahan, θεραπευτής και ειδικός στην παιδική κακοποίηση, ο οποίος μίλησε στο Today, τονίζει πως το πιο χαρακτηριστικό – κοινό σημάδι είναι η συνεχιζόμενη προσπάθεια να κάνουμε δύστροπους ανθρώπους να μας φερθούν καλά. Μπορεί να πρόκειται για κάποιον ερωτικό σύντροφο, έναν φίλο, τον αδελφό, τον προϊστάμενο ή άλλο άτομο του κοινωνικού κύκλου του υποκειμένου.

Ο Teahan, ο οποίος είναι και ο ίδιος επιζών παιδικού τραύματος, παρατήρησε αυτό το μοτίβο τόσο στους πελάτες του όσο και στη δική του ζωή. Το άτομο που μεγάλωσε με έναν συναισθηματικά ασταθή ή προβληματικό γονέα τείνει να αναπαράγει αυτή την κατάσταση και στις ενήλικες σχέσεις του.

Σχέσεις συνεξάρτησης και η «αβέβαιη ισορροπία»

Οι επιζώντες παιδικού τραύματος συχνά εμπλέκονται σε συνεξαρτητικές σχέσεις, όπου χάνουν την αίσθηση του εαυτού τους, προσπαθώντας να καλύψουν τις ανάγκες ενός δύσκολου συντρόφου. Ένα κοινό παράδειγμα είναι η σχέση με έναν ναρκισσιστή ή έναν εθισμένο σύντροφο.

Αυτή η συμπεριφορά μπορεί να επεκταθεί και σε άλλες σχέσεις, όπως με έναν τοξικό προϊστάμενο ή έναν φίλο που ασκεί υπερβολικό έλεγχο. Το άτομο «σχοινοβατεί», προσπαθώντας να αποφύγει συγκρούσεις και δυσάρεστες αντιδράσεις από τον άλλο.

Ο Teahan περιγράφει αυτή τη συμπεριφορά ως μια προσπάθεια «να πλοηγηθούμε μέσα από τους ανθρώπους, αντί να είμαστε ειλικρινείς μαζί τους». Πολλοί επιζώντες παιδικού τραύματος αισθάνονται ότι βρίσκονται συνεχώς σε μια αβέβαιη κατάσταση όπου πρέπει να προσέχουν κάθε τους κίνηση για να αποφύγουν να δημιουργήσουν προβλήματα.

Πώς δημιουργείται αυτό το μοτίβο;

Γιατί όμως όσοι βίωσαν παιδικό τραύμα τείνουν να αναπαράγουν αυτές τις καταστάσεις στις ενήλικες σχέσεις τους; Ο Teahan εξηγεί ότι αυτό το μοτίβο είναι οικείο και συνδέεται με τις τραυματικές σχέσεις που είχαν – για παραδειγμαα – με τους γονείς τους. Ο «εσωτερικός παιδικός εαυτός» επιδιώκει να διορθώσει αυτά τα τραύματα, προσπαθώντας να κάνει έναν κακότροπο άνθρωπο ευτυχισμένο, πιστεύοντας λανθασμένα ότι αυτό θα μπορούσε να θεραπεύσει και το ίδιο το τραύμα.

Αυτή η τάση μπορεί επίσης να συνδέεται με χαμηλή αυτοεκτίμηση και την ανάγκη επιβεβαίωσης από άλλους. Ο Teahan τονίζει ότι πολλοί επιζώντες παιδικού τραύματος δεν έχουν ισχυρή αίσθηση του εαυτού τους και συχνά αμφιβάλλουν για την αξία τους. Αυτός τους οδηγεί σε έναν εγκλωβισμό σε δύσκολες σχέσεις.

Η διαδικασία της θεραπείας

Η θεραπεία από το παιδικό τραύμα είναι μια ατομική διαδικασία, που εξαρτάται από τις ανάγκες και τους στόχους του κάθε ατόμου. Ο Teahan προτείνει τη διερεύνηση των τραυμάτων μέσω της ψυχοθεραπείας, καθώς και την ένταξη σε ομάδες υποστήριξης για συνεξαρτητικά άτομα ή ομάδες.

Το κλειδί για την προοδευτική βελτίωση είναι η αναγνώριση των ορίων – των «κόκκινων γραμμών» – και η λήψη αποφάσεων για το πώς πρέπει να αντιμετωπίζονται οι δύσκολες σχέσεις. Ο Teahan πιστευει ότι η καθοριστική στιγμή στη θεραπεία έρχεται όταν το άτομο συνειδητοποιεί ότι δεν μπορεί να κερδίσει σε μια τέτοια σχέση και σταματά να προσπαθεί να αλλάξει τους άλλους για να νιώσει καλύτερα. Είναι το πρώτο βήμα για την απελευθέρωση από την αναπαραγωγή τραυματικών σχέσεων.