Η Ελλάδα είναι μία από τις αρκετές χώρες του κόσμου που κατέγραψε κρούσμα της ανησυχητικής μετάλλαξης Όμικρον του SARS-CoV-2. «Πόσο κακή είναι η Omicron; Τι γνωρίζουν οι επιστήμονες μέχρι στιγμής;» (How bad is Omicron? What scientists know so far) είναι ο τίτλος δημοσιεύματος στο έγκριτο επιστημονικό περιοδικό Nature.
Τα νεότερα στοιχεία σχετικά με τη μετάλλαξη Όμικρον με βάση το δημοσίευμα του Nature συνοψίζουν οι γιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Θεοδώρα Ψαλτοπούλου, Γιάννης Ντάνασης, Πάνος Μαλανδράκης και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ).
Μέχρι σήμερα, το στέλεχος Όμικρον έχει εντοπιστεί σε πάνω από 20 χώρες σε όλες τις ηπείρους και ο αριθμός αυτός αναμένεται να αυξηθεί περαιτέρω.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο ακριβής προσδιορισμός του στελέχους απαιτεί διαδικασία αλληλούχισης του γονιδιώματος του ιού, η οποία δεν είναι ευρέως διαθέσιμη στις αναπτυσσόμενες χώρες. Στη Νότια Αφρική, μετά και την εμφάνιση της Όμικρον, παρατηρείται αύξηση 400% στις διαγνώσεις, αύξηση στον αριθμό των νοσηλειών στα νοσοκομεία και αύξηση 50% στον αριθμό των θανάτων την τελευταία εβδομάδα.
Η Όμικρον είναι 3 έως 6 φορές πιο μεταδοτική σε σχέση με τη Delta
Ο εξελικτικός βιολόγος Tom Wenseleers στο Πανεπιστήμιο Leuven του Βελγίου εκτιμά ότι το στέλεχος Όμικρον είναι 3 έως 6 φορές πιο μεταδοτικό συγκριτικά με το στέλεχος Delta. Στη Νότια Αφρική, το στέλεχος Όμικρον δείχνει μια σαφή υπεροχή έναντι της Δέλτα, ωστόσο θα πρέπει να αναμένουμε να δούμε αν θα ισχύσει το ίδιο και για την Ευρώπη και την Αμερική και το ρόλο που ενδέχεται να διαδραματίζει το ποσοστό της εμβολιαστικής κάλυψης.
Επαναλοίμωξη σε άτομα που έχουν νοσήσει και λοίμωξη σε εμβολιασμένους
Μια άλλη ενδιαφέρουσα παρατήρηση από τα κρούσματα που οφείλονται στο στέλεχος Όμικρον στη Νότια Αφρική είναι η δυνατότητα τόσο επαναλοίμωξης σε άτομα που έχουν προηγουμένως νοσήσει από COVID-19 όσο και λοίμωξης σε εμβολιασμένα άτομα. Η βαρύτητα της λοίμωξης είναι ένα άλλο στοιχείο που είναι δύσκολο προς το παρόν να καθοριστεί, διότι θα πρέπει να ληφθούν υπόψη και άλλοι παράγοντες που μπορεί να επηρεάζουν τη βαρύτητα της νόσου.
Για παράδειγμα, οι περιπτώσεις ήπιας νόσου που έχουν αναφερθεί στη Νότια Αφρική μπορεί να οφείλονται και στο νεαρό της ηλικίας των ασθενών, πολλοί από τους οποίους μπορεί να είχαν ήδη προηγουμένως εκτεθεί στον SARS-CoV-2.
Επιπλέον, η χορήγηση τρίτης αναμνηστικής δόσης μπορεί να διατηρήσει σε πολύ υψηλά επίπεδα τους τίτλους των εξουδετερωτικών αντισωμάτων, το οποίο συνδέεται με προστασία από τη COVID-19.
Διεθνείς ερευνητικές ομάδες διερευνούν εργαστηριακά τη δυνατότητα των εξουδετερωτικών αντισωμάτων που προκύπτουν τόσο μετά από φυσική λοίμωξη όσο και μετά από εμβολιασμό έναντι του SARS-CoV-2 να εξουδετερώνουν το νέο στέλεχος Όμικρον του SARS-CoV-2 με την τεχνική των «ψευδοιών». Οι ειδικοί υποστηρίζουν ότι, σε αναλογία με παλαιότερα «στελέχη ανησυχίας», τα εμβόλια μπορεί να συνεχίζουν να προστατεύουν από τη σοβαρή νόσηση και την ανάγκη νοσηλείας, αλλά να μην ασκούν έντονη προστατευτική δράση έναντι σε ήπια και μετρίως σοβαρή λοίμωξη.
Αυτό συνεπάγεται μεν αύξηση των κρουσμάτων, ωστόσο μπορούμε να ελπίζουμε ότι δε θα υπάρξει υπέρμετρη αύξηση στις νοσηλείες και στους θανάτους.