Ο αντίκτυπος των δασμών στον ελληνικό τουρισμό μπορεί προς το παρόν να μην είναι ορατός, ωστόσο η ανησυχία στους κύκλους της αγοράς εντείνεται, καθώς εκτιμάται ότι οι συνέπειες από την επιβολή μέτρων και αντιμέτρων σε παγκόσμιο επίπεδο αργά ή γρήγορα θα φτάσουν και στη χώρα μας. Ο μεγαλύτερος φόβος εστιάζεται στο ενδεχόμενο να περιοριστεί το διαθέσιμο εισόδημα σημαντικών τουριστικών αγορών για την Ελλάδα, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες τα τελευταία χρόνια εμφανίζουν ιδιαίτερα δυναμική παρουσία στον ελληνικό τουρισμό.
Οι πληθωριστικές πιέσεις που ενδέχεται να δεχθεί η αμερικανική οικονομία εκτιμάται ότι θα επηρεάσουν τις ταξιδιωτικές δυνατότητες των Αμερικανών, ενώ παράλληλα δεν αποκλείεται να υπάρξει συνολική επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομικής δραστηριότητας, με αρνητικές επιπτώσεις στο διεθνές τουριστικό ρεύμα.
Οι φορείς του τουρισμού εκφράζουν την ανησυχία τους για τις πιθανές συνέπειες από την εμπορική πολιτική του πρώην προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, και συγκεκριμένα από τους δασμούς που επιβλήθηκαν στο πλαίσιο του εμπορικού πολέμου. Το νέο αυτό περιβάλλον οικονομικής και εμπορικής αβεβαιότητας δημιουργεί φόβους ότι ενδέχεται να επηρεαστεί η ζήτηση για ταξίδια προς την Ελλάδα, ιδιαίτερα από την αμερικανική αγορά. Αν και μέχρι σήμερα δεν έχει παρατηρηθεί κάποια άμεση αρνητική συνέπεια στις κρατήσεις από την Αμερική –αντιθέτως, παρατηρείται αύξηση κατά 20% σε σχέση με το προηγούμενο έτος– η αβεβαιότητα για την εξέλιξη της κατάστασης παραμένει έντονη. Οι επαγγελματίες του τουρισμού αντιμετωπίζουν με επιφυλακτικότητα το μέλλον, ιδιαίτερα εάν ενταθούν οι οικονομικές πιέσεις σε παγκόσμιο επίπεδο και επικρατήσει ένα κλίμα ύφεσης.
Ο μεγαλύτερος φόβος σχετίζεται με το ενδεχόμενο οι δασμοί και τα αντίμετρα να οδηγήσουν σε επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας και, κατά συνέπεια, σε μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος για διεθνή ταξίδια. Ωστόσο, οι συνέπειες αυτών των μέτρων δεν είναι άμεσες. Συνήθως απαιτείται ένα εύλογο χρονικό διάστημα ώστε οι αλλαγές να φτάσουν στην πραγματική οικονομία και να επηρεάσουν τις καταναλωτικές συνήθειες, όπως είναι οι δαπάνες για ταξίδια στο εξωτερικό.
Αμερικανοί τουρίστες στην Ελλάδα

Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του ΙΝΣΕΤΕ, η Ελλάδα βρίσκεται στη 13η θέση των προτιμήσεων των Αμερικανών για ταξίδια στο εξωτερικό τους επόμενους 12 μήνες. Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνει τη συνεχώς αυξανόμενη ελκυστικότητα της Ελλάδας στην αμερικανική αγορά. Από τους Αμερικανούς που δήλωσαν ενδιαφέρον για την Ελλάδα, το 43,9% ενδιαφέρεται και για την Ισπανία, ενώ από όσους σκέφτονται πρωτίστως την Ισπανία, μόνο το 35% εξετάζουν την Ελλάδα ως εναλλακτική. Αντίστοιχα, το 67,4% όσων ενδιαφέρονται για την Ελλάδα θέλουν να επισκεφθούν και την Ιταλία, τη στιγμή που μόλις το 32,8% όσων προτιμούν την Ιταλία σκέφτονται και την Ελλάδα. Στην περίπτωση της Γαλλίας, το 44,1% όσων σκέφτονται την Ελλάδα ενδιαφέρονται και για τη Γαλλία, ενώ το 26,9% όσων προτιμούν τη Γαλλία περιλαμβάνουν και την Ελλάδα στα σχέδιά τους. Όσον αφορά την Πορτογαλία, το 23,6% των Αμερικανών που σκέφτονται την Ελλάδα σκέφτονται και την Πορτογαλία, ενώ το 39,5% όσων ενδιαφέρονται για την Πορτογαλία εξετάζουν και την Ελλάδα.
Η συνολική εικόνα της Ελλάδας ως προορισμού επιβεβαιώνεται και από τα επίσημα στοιχεία. Το 2024, περισσότεροι από 1.481.000 Αμερικανοί επισκέφθηκαν τη χώρα μας, γεγονός που αποδεικνύει τη σημασία της συγκεκριμένης αγοράς για τον ελληνικό τουρισμό. Ιδιαίτερα σημαντικές είναι και οι δαπάνες τους, καθώς το 2024 σημειώθηκε αύξηση 13,3% στις τουριστικές εισπράξεις από τις ΗΠΑ σε σύγκριση με το 2023, με τα έσοδα να φτάνουν τα 1,5 δισεκατομμύρια ευρώ.
Παρά τη θετική πορεία, οι φορείς του ελληνικού τουρισμού παραμένουν σε διαρκή επαγρύπνηση. Η εμπειρία έχει δείξει ότι ο τουρισμός επηρεάζεται εύκολα από εξωγενείς παράγοντες, είτε οικονομικούς είτε γεωπολιτικούς. Κάθε αρνητική μεταβολή του διεθνούς οικονομικού περιβάλλοντος – ιδίως σε κρίσιμες αγορές όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες – μπορεί να επηρεάσει την Ελλάδα τόσο σε αριθμό επισκεπτών όσο και σε τουριστικά έσοδα. Γι’ αυτόν τον λόγο, η ελληνική τουριστική πολιτική πρέπει να παραμείνει ευέλικτη, να παρακολουθεί προσεκτικά τις διεθνείς εξελίξεις και να είναι έτοιμη να προσαρμοστεί στις νέες προκλήσεις που ενδέχεται να προκύψουν.