Εδώ και ένα χρόνο, η Μαργαρίτα Πουλοπούλου, μια 25χρονη κοπέλα από την Καλαμάτα, σφίγγει και ξεσφίγγει με τα όσα περιγράφει, την καρδιά και τα συναισθήματα των ανθρώπων που την παρακολουθούν στον λογαριασμό της στο facebook. Και αυτό, γιατί η Μαργαρίτα έχει επιλέξει να ξεγυμνώσει μπροστά μας, τη ψυχική της κατάσταση με τρόπο αξιοπρεπή αλλά απόλυτα αληθινό δίνοντας μας μια εναργή εικόνα του τι συμβαίνει με τους ανθρώπους που παλεύουν με τη ψυχική ασθένεια τον καιρό της πανδημίας. Στο Newsbeast η Μαργαρίτα μίλησε για όλα: για την κάθοδο στο σκοτάδι της κατάθλιψης, τον φαύλο κύκλο που αυτή κάνει, τις απόπειρες αυτοκτονίας, το κύμα συμπαράστασης στο facebook και πως αυτό λειτουργεί αλλά και τη νωπή ακόμα επάνοδο της στο φως.
– Μαργαρίτα πότε κατάλαβες ότι κάτι δεν πηγαίνει καλά;
Η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι μου ήταν όταν πριν από τρία χρόνια, το καλοκαίρι του 2018, έχασα τον πατέρα μου με τον οποίο ήμουν πάρα πολύ δεμένη. Άρχισα να παθαίνω κρίσεις πανικού. Ήμουν 22 χρονών. Στην ουσία, η λύπη δούλευε εντός μου τα έξι χρόνια που ήταν άρρωστος με απανωτά χτυπήματα του καρκίνου, αλλά το έβαζα στην άκρη γιατί έπρεπε να τον στηρίξω.
– Τι έκανες όταν πέθανε;
Απευθύνθηκα σε ψυχολόγο και ξεκίνησα συνεδρίες. Για ενάμιση χρόνο ήμουν καλά. Το πένθος έκανε τον κύκλο του.
– Και μετά πως επανήλθε η λύπη;
Άρχισα να «βουλιάζω» στην πρώτη καραντίνα την άνοιξη του 2020. Οι ειδήσεις με τις οποίες μας βομβάρδιζαν καθημερινά, ο αριθμός των κρουσμάτων, οι θάνατοι, όλα αυτά, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι ήμουν κλεισμένη στο σπίτι και δεν έβλεπα κανέναν, με έριξαν ξανά ψυχολογικά. Φοβόμασταν όλοι πάρα πολύ, δεν ξέραμε τι είναι αυτό το πράγμα. Άρχισα να βρίσκω διέξοδο στο αλκοόλ. Μένω και μόνη μου και δεν με παρακολουθούσε κανείς σε αυτό. Άλλωστε, θεωρούσα ότι το ελέγχω αφού το κρατούσα σε ένα επίπεδο. Το είχα σαν συντροφιά. Ερχόταν το απόγευμα και έπινα ένα ποτήρι κρασί, μετά ένα δεύτερο, ένα τρίτο. Στη δεύτερη καραντίνα όμως πια το αλκοόλ άρχισε να ξεφεύγει. Μόλις άκουσα ότι θα κλειστούμε ξανά, στρεσαρίστηκα. Πάλι αβεβαιότητα για το αύριο, για το πότε θα δουλέψουμε, που θα δουλέψουμε, πως θα επιβιώσουμε. Το πήρα πάρα πολύ βαριά. Άρχισα να έχω τάσεις αυτοκτονίας.
– Εργαζόσουν σε εκείνη τη φάση;
Το καλοκαίρι του 2020 απασχολήθηκα στην εστίαση. Δουλεύω στην κουζίνα σε εστιατόρια. Όσο για το καλοκαίρι που μας πέρασε δούλεψα μόνο δύο μήνες από τη σεζόν λόγω της αρρώστιας μου. Ευτυχώς με στηρίζουν οικονομικά η γιαγιά και ο παππούς.
– Πώς άρχισε λοιπόν η κάθοδος στο σκοτάδι;
Είμαστε πια στον Δεκέμβριο του 2020 κι έχω κάνει ήδη το αλκοόλ συναισθηματική και ψυχολογική «πατερίτσα». Πια πίνω ολοένα και περισσότερο. Ξέφυγε το θέμα. Απευθύνθηκα σε ψυχίατρο αυτή τη φορά. Συνεργάστηκα μαζί του επί εφτά μήνες. Στην Καλαμάτα όπου ζω, υπάρχει το Κέντρο Ψυχικής Υγείας αλλά δυστυχώς τα ραντεβού πηγαίνουν πολύ αργά. Εγώ όμως επειγόμουν, δεν είχα τη πολυτέλεια της αναμονής. Στην αρχή έδινα 50 ευρώ, μια φορά την εβδομάδα και μετά το ίδιο ποσό κάθε 15 ημέρες. Πλήρωνα με χρήματα που είχα μαζέψει από την καλοκαιρινή δουλειά. Αν ζεις στην επαρχία δεν έχεις περιθώριο επιλογών και καλή πρόσβαση στο δημόσιο σύστημα υγείας σε αυτό το κομμάτι.
– Πώς κύλησαν οι συνεδρίες μαζί του;
Ήταν πολύ δύσκολο να τον εμπιστευτώ και να του εξιστορήσω ολόκληρη τη ζωή μου. Μετά από τρεις μήνες μού πρόσθεσε στις συνεδρίες μας και την φαρμακευτική αγωγή. Άρχισα να έχω παρενέργειες. Είμαστε πια στην άνοιξη προς καλοκαίρι του 2021. Εξαιτίας των παρενεργειών των φαρμάκων αναγκάστηκα να αφήσω τη δουλειά μου. Είχα υπνηλία και μου έπεφτε η πίεση. Η απομάκρυνση από την δουλειά επανέφερε τις σκέψεις αυτοκτονίας. Λίγες ημέρες μετά έκαναν την πρώτη μου απόπειρα.
– Θες να μου μιλήσεις λίγο γι’ αυτό;
Ήταν απόπειρα με χάπια. Χάπια της αγωγής μου, τα οποία έχω εδώ στο σπίτι. Μέσα στα άλλα παίρνω και ένα καρδιολογικό φάρμακο για να πέφτουν οι ταχυκαρδίες που έχω λόγω στρες. Ένα βράδυ πήρα ένα κοκτέιλ από όλα αυτά. Πήγα στο νοσοκομείο για πλύση στομάχου. Για τέσσερις ημέρες έμεινα στη μονάδα εμφραγμάτων του νοσοκομείου. Μου είπαν πως θα έπρεπε να μείνω άλλες 10 ημέρες για να νοσηλευτώ στην ψυχιατρική κλινική. Αρνήθηκα και έφυγα. Θεωρούσα πως μπορούσα να το ξεπεράσω σε συνεργασία με τον δικό μου ψυχίατρο. Ο οποίος, μου έλεγε πως είναι δικαίωμα μου να αρνηθώ τη νοσηλεία, αλλά ότι δεν θα ήταν κακό να μπω μέσα. Για λίγες ημέρες έμεινα στην μητέρα μου, μετά από σύσταση του γιατρού στο νοσοκομείο. Μετά από 10 ημέρες έκανα τη δεύτερη απόπειρα. Πάλι με χάπια. Τότε αποφάσισα πως πρέπει να νοσηλευτώ. Έμεινα για 10 ημέρες στη Ψυχιατρική Κλινική του Νοσοκομείου Καλαμάτας. Στις δέκα ημέρες ξαναβγήκα.
– Πώς ήταν εκείνες οι δέκα ημέρες στο νοσοκομείο;
Πρωτόγνωρες. Το κλίμα όμως ήταν καλό και οι ημέρες πέρασαν γρήγορα. Η εργοθεραπεία βοήθησε σε αυτό. Όλοι οι ασθενείς συμμετείχαμε με ομαδικές δραστηριότητες- μαγειρική μέσα στην κουζίνα του νοσοκομείου, διαβάζαμε κείμενα αυτοβελτίωσης ψυχολόγων και συζητούσαμε πάνω σε αυτά, βλέπαμε ταινίες… Δυστυχώς, μετά από έξι ημέρες έκανα νέα απόπειρα. Δεν είχα δουλέψει όσο έπρεπε. Ο χρόνος που είχα νοσηλευτεί δεν έφτανε τελικά. Μάλιστα πριν φύγω από την κλινική τότε, ο γιατρός είπε στην μητέρα μου: “ήθελα να βοηθήσω περισσότερο την Μαργαρίτα, αλλά δεν θέλει εκείνη”. Άρχισε να δυσκολεύει πολύ η κατάσταση, αρνιόμουν να νοσηλευτώ ξανά, με έπιασε ντελίριο, έπρεπε να μου κάνουν ηρεμιστική ένεση. Την επόμενη ημέρα με εισαγγελική εντολή του γιατρού στο νοσοκομείο Καλαμάτας πήγα στην ψυχιατρική κλινική στην Τρίπολη.
– Η μητέρα σου εντωμεταξύ τι λέει όλο αυτό το διάστημα για όσα σου συμβαίνουν;
Με στήριξε. Ήταν ίσως η πρώτη φορά που την ένιωθα στήριγμά μου στα δύσκολα. Οι σχέσεις μας ήταν πάντα δύσκολες. Οι γονείς μου είχαν χωρίσει και έμενα με τον πατέρα μου. Παρόλα αυτά, σε αυτό το δύσκολο κομμάτι με στηρίζει. Με στηρίζει επίσης πολύ η δίδυμη αδελφή μου. Δεθήκαμε πολύ μέσα από αυτή την ιστορία και ας μένει στην Αθήνα.
– Όταν κάνεις τις απόπειρες ποιος σε «σώζει»;
Εγώ παίρνω τηλέφωνο τους γιατρούς, γιατί έχω μια χαραμάδα ελπίδας, να ζήσω. Παίρνω τα χάπια και μετά από λίγη ώρα σκέφτομαι “τι πήγα και έκανα;” και παίρνω τηλέφωνο συγγενείς και γιατρούς. Τις δύο φορές με πήγε στο νοσοκομείο ο θείος μου, με το αυτοκίνητό του και έχει έρθει και ΕΚΑΒ στο σπίτι μου.
– Στη ψυχιατρική κλινική στην Τρίπολη πως ήταν η κατάσταση;
Εκεί νοσηλεύτηκα για 25 ημέρες. Έτσι φτάσαμε στον Σεπτέμβριο του 2021. Μετά ξανά Καλαμάτα οικειοθελώς. Νέα νοσηλεία εκεί για 33 ημέρες. Είμαι έξω εδώ και 20 ημέρες. Επισκέπτομαι τακτικά τον γιατρό του νοσοκομείου πια, όχι τον δικό μου.
– Τελικά τι θεωρείς ότι σου συνέβη;
Ένας κακός συνδυασμός πολλών πραγμάτων. Ο θάνατος του πατέρα μου, ενός ανθρώπου που είχε γίνει για εμένα το σύμπαν μου όλο κι η άλυτη σχέση με την μητέρα μου βρήκαν την τρύπα για να βγουν στο έδαφος την ψυχοπιεστική περίοδο των καραντινών. Στο παρελθόν πέρασα επίσης ψυχογενή ανορεξία γιατί βίωνα άσχημα την πορεία υγείας του πατέρα μου. Μου είχε κοπεί τελείως η όρεξη και έφτασα να είμαι 39 κιλά. Έμεινα όμως όρθια και τον στήριξα μέχρι το τέλος.
– Την περίοδο που νοσηλευόσουν στις κλινικές πόσταρες πολύ στο facebook, έγραφες αφιλτράριστα ο, τι σου συμβαίνει, έγραφες μέσα από το νοσοκομείο, έβαζες φωτογραφίες, Πως δούλευε αυτό για εσένα;
Το να κάνουμε τη σκέψη μας λόγο, είτε προφορικό, είτε γραπτό, είναι εξαιρετικά θεραπευτικό. Το να τα βγάλω όλα προς τα έξω δούλεψε θεραπευτικά για εμένα. Επίσης πιστεύω, πως το 2021, η ψυχική νόσος, όποια και αν είναι αυτή δεν πρέπει να είναι ταμπού. Υπάρχουν γύρω μας και άλλοι άνθρωποι που υποφέρουν από τα ίδια ή διαφορετικά προβλήματα. Διαβάζοντας μια ιστορία σαν τη δική μου οι άλλοι μπορούν να πάρουν κάποια μηνύματα. Ο καθένας μπορεί να κρατήσει ο, τι κρίνει. Εγώ έδειξα απλώς μια πλευρά της ανθρώπινης ζωής.
Παρόλα αυτά, το facebook δεν είναι η πραγματική ζωή. Στην πραγματική ζωή οι άνθρωποι που θα σου συμπαρασταθούν σε κάτι τόσο δύσκολο είναι λίγοι. Το θέμα προκαλεί αμηχανία. Δεν κρύβω όμως ότι σχόλια όπως “σε ευχαριστούμε που το μοιράζεσαι μαζί μας” κάτω από τα post μου, με εμψύχωναν. Την τελευταία φορά που έγραψα: “Δεν κέρδισα τη μάχη, πρέπει να νοσηλευτώ ξανά” μου έγραφαν “είναι μια μάχη, όχι όλος ο πόλεμος, θα τα καταφέρεις”. Είχε και λίγο πλάκα μερικές φορές όλο αυτό. Όταν ήμουν στη μονάδα των εμφραγμάτων την πρώτη φορά, οι γιατροί μου έλεγαν να μην χρησιμοποιώ πολύ το τηλέφωνο γιατί αποσυντονίζεται το μόνιτορ! Επειδή δεν επιτρέπονταν οι επισκέψεις στην κλινική λόγω κορονοϊού, μιλούσα πολύ στο τηλέφωνο, ειδικά με την αδελφή μου. Η γιαγιά μου με την οποία επίσης μιλάω πολύ μου λέει: “κοίτα μπροστά, βγες με τους φίλους σου, παίρνε τα φάρμακα σου και όλα θα πάνε καλά”. Οι φίλοι μου μού έλεγαν: “εδώ είμαστε, σε περιμένουμε”. Νιώθω όμορφα που τους έχω ξαναβρεί.
– Τώρα σε ποια φάση βρίσκεσαι;
Νιώθω ότι είμαι στην επόμενη σελίδα. Δεν σου κρύβω ότι μετά από τρεις συνεχόμενες νοσηλείες ένιωθα ότι έχω ιδρυματοποιηθεί. Σε λίγο καιρό αναμένω να περάσω επιτροπή από ΚΕΠΑ (Κέντρο Πιστοποίησης Αναπηρίας) για να πάρω προνοιακό επίδομα. Ευτυχώς απ’ ο, τι φαίνεται φέτος δεν θα έχουμε lockdown.
Τον Δεκέμβριο ξεκινάω ψυχοθεραπείες με μια νέα ψυχίατρο/ψυχοθεραπεύτρια σε συνεννόηση με το νοσοκομείο στην Καλαμάτα για να με αναλάβει συνολικά. Θα παρακολουθεί στενά την αγωγή μου και θα κάνουμε και ψυχοθεραπείες μαζί, πράγμα το οποίο έχω πολύ ανάγκη να κάνω. Θα είναι για πρώτη φορά μια στοχευμένη παρέμβαση. Δυστυχώς ο ιδιώτης ψυχίατρος που έβλεπα δεν βοήθησε σε μια κατάσταση σαν τη δική μου. Έβλεπε το δέντρο αλλά έχασε το δάσος. Αλλά δεν έφταιγε. Η κατάσταση μου απαιτούσε νοσοκομειακή περίθαλψη. Μάλιστα όταν ήμουν στην Τρίπολη του είπα: ”σας ευχαριστώ για ό,τι κάνατε για εμένα” και μου απάντησε: “δεν έκανα τίποτα, δεν μπόρεσα να σε σώσω”. Η έλλειψη δημόσιων δομών στην πόλη μου με έκανε να χάσω πολύτιμο χρόνο. Η κλινική μου κατάθλιψη δεν διαγνώστηκε έγκαιρα.
Αυτά που θέλω για εμένα, τώρα, στο άμεσο μέλλον, είναι να συνέλθω, να πατήσω στα πόδια μου κι αν γίνεται αυτά που μού συνέβησαν να τα βλέπω πια σαν ένα κακό όνειρο. Θα έχω και σύμμαχό μου τα φάρμακα. Δεν θέλω να έχω μεγάλες προσδοκίες. Μικρά βηματάκια, για να μην απογοητεύομαι. Θέλω μια καλή ποιότητα ζωής, αυτός είναι ο βασικός στόχος αλλά είναι σπουδαίος στόχος.