Καθαρό δέρμα, σε σύντομο χρονικό διάστημα, και καλύτερη ποιότητα ζωής υπόσχεται στους πάσχοντες από ψωρίαση μια νέα ενέσιμη θεραπεία, που χορηγείται υποδορίως μια φορά το μήνα. Πρόκειται για τη θεραπεία με σεκουκινουμάμπη, ένα φάρμακο το οποίο κυκλοφορεί ήδη στο εξωτερικό και στην Ελλάδα αναμένεται να κυκλοφορήσει τον Σεπτέμβριο του 2015.
Τα παραπάνω επισημαίνει, με αφορμή την 29η Οκτωβρίου – Παγκόσμια Ημέρα Ψωρίασης, ο καθηγητής του τμήματος Ιατρικής του ΑΠΘ και διευθυντής της Α’ Πανεπιστημιακής Δερματολογικής Κλινικής Δημήτρης Ιωαννίδης.
Η ψωρίαση είναι μια χρόνια δερματική πάθηση, η οποία χαρακτηρίζεται από αλλοιώσεις του δέρματος, με πιο συχνή εκδήλωση τις φλεγμονώδεις, ερυθηματώδεις πλάκες, οι οποίες καλύπτονται από αργυρόλευκες φολίδες. Δεν αποτελεί ένα απλό εξάνθημα με δυσάρεστη εικόνα, αλλά μια εκδήλωση συστηματικής φλεγμονής. Η πάθηση εντοπίζεται σε εμφανείς περιοχές του σώματος, όπως οι παλάμες, τα πέλματα, το τριχωτό της κεφαλής, τα νύχια, αλλά και στην περιοχή των γεννητικών οργάνων, με μεγάλης έκτασης βλάβες, που συνοδεύονται από έντονο κνησμό ή και ανθεκτικές ψωριασιακές πλάκες. Η ακριβής αιτιολογία της ψωρίασης δεν είναι γνωστή, αλλά σύμφωνα με τα νεότερα επιστημονικά δεδομένα, η ψωρίαση είναι αποτέλεσμα διαταραχής του ανοσοποιητικού συστήματος του οργανισμού. Συνήθως συνοδεύεται από καρδιαγγειακή νόσο, από ψωρισιακή αρθρίτιδα και μεταβολικό σύνδρομο (παχυσαρκία, σακχαρώδη διαβήτη και υπέρταση). Μέχρι στιγμής δεν υπάρχει φάρμακο που προσφέρει πλήρη ίαση και γι’ αυτό το λόγο, η ψωρίαση αντιμετωπίζεται ως χρόνια νόσος με συνεχή λήψη φαρμάκων.
«Η συχνότητα εμφάνισης της ψωρίασης είναι 2-3% στο γενικό πληθυσμό. Δηλαδή, στην Ελλάδα, ο αριθμός των πασχόντων υπολογίζεται γύρω στις 200.000 με 300.000. Τον τελευταίο καιρό, λόγω του άγχους που προκαλεί η οικονομική κρίση παρατηρούμε αύξηση των περιστατικών ψωρίασης, αλλά και της βαρύτητας των ήδη υπαρχόντων περιστατικών, δηλαδή βλέπουμε επιβάρυνση των ήπιων μορφών ψωρίασης. Οι επιπτώσεις της δεν είναι μόνο σωματικές, αλλά επηρεάζουν και την ποιότητα ζωής. Μελέτες που έγιναν επί 15 χρόνια έδειξαν ότι οι ασθενείς αυτοί θα προτιμούσαν να πάσχουν από κάποια άλλη σοβαρή πάθηση παρά από ψωρίαση γιατί η εμφάνισή τους τρομάζει τους άλλους, με συνέπεια να αισθάνονται κατάθλιψη και κοινωνικό αποκλεισμό. Η επίδραση της ψωρίασης στην ποιότητα ζωής των ασθενών είναι παρόμοια με τον καρκίνο, την καρδιοπάθεια, την αρθρίτιδα, τον διαβήτη τύπου 2 και την κατάθλιψη. Τα επώδυνα συμπτώματα περιορίζουν την ικανότητα των ασθενών να ασχολούνται με καθημερινές δραστηριότητες και επηρεάζουν τις κοινωνικές τους σχέσεις», αναφέρει στο ΑΠΕ – ΜΠΕ ο κ. Ιωαννίδης.
Στις ήπιες μορφές ψωρίασης είναι ικανοποιητική η ανταπόκριση στις τοπικές θεραπείες, με κρέμες και αλοιφές κορτιζόνης ή συνδυασμού κορτικοστεροειδών με βιταμίνη D ή σκευασμάτων ρετινοειδών που είναι παράγωγα της βιταμίνης Α. Όμως ένα σημαντικό ποσοστό των ασθενών πάσχει από ψωρίαση, που απαιτεί συστηματική χορήγηση (από το στόμα) θεραπείας για τον έλεγχο της νόσου, με φάρμακα όπως η κυκλοσπορίνη (ανοσοκατασταλτικός παράγοντας που δρα στα Τ λεμφοκύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος), η μεθοτρεξάτη (φάρμακο με κυτταροστατικό μηχανισμό δράσης) και τα ρετινοειδή, όπως η ασιτρετίνη (παράγωγο της βιταμίνης Α, που χρησιμοποιείται για τη θεραπεία της ψωρίασης ως μονοθεραπεία ή σε συνδυασμό με άλλους συστηματικούς ή τοπικούς παράγοντες). Λόγω της τοξικότητας, όμως, αυτών των φαρμάκων τα θεραπευτικά σχήματα είναι βραχυπρόθεσμα. Οι βιολογικοί παράγοντες που προστέθηκαν στη θεραπευτική φαρέτρα καλύπτουν την ανάγκη για μια εκλεκτική συστηματική θεραπεία, καθώς και την ανάγκη για συνεχή θεραπεία μακρύτερης διάρκειας, με στόχο τη βελτίωση της συμμόρφωσης του ασθενούς και την καλύτερη κλινική απάντηση με ένα θετικό προφίλ ασφάλειας.
Οι βιολογικές θεραπείες ενδείκνυνται σε ασθενείς μεγαλύτερους των 18 ετών, με μέτρια ως σοβαρή ψωρίαση, σε μεγάλη έκταση επιφανείας σώματος, οι οποίοι είναι ανθεκτικοί ή έχουν αντένδειξη σε άλλες συστηματικές θεραπείες. Σε περιπτώσεις με έντονη επιβάρυνση της ποιότητας ζωής των ασθενών λόγω της ψωρίασης, ενδείκνυται η συστηματική θεραπεία ακόμη και για περιορισμένης έκτασης ή βαρύτητας ψωρίαση.
«Τα βιολογικά φάρμακα είναι πιο ασφαλή και ανάλογα με την περίπτωση χορηγούνται με ένεση είτε κάθε εβδομάδα, είτε κάθε 15 ημέρες, είτε κάθε μήνα, είτε κάθε δύο μήνες, είτε κάθε τρεις μήνες. Τα φάρμακα αυτά είναι μονοκλωνικά αντισώματα. Σύμφωνα με δεδομένα που παρουσιάστηκαν, πρόσφατα, στο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Δερματολογίας και Αφροδισιολογίας, η θεραπεία, με σεκουκινουμάμπη, αποδείχτηκε αποτελεσματική στην επίτευξη καθαρού δέρματος, ύστερα από λίγες εβδομάδες, ανεξάρτητα από το πόσο βαριά ήταν η νόσος κατά την έναρξη της θεραπείας. Η σεκουκινουμάμπη είναι ένα ανθρώπινο μονοκλωνικό αντίσωμα που δεσμεύει την ιντερλευκίνη-17A, η οποία παίζει σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη της ψωρίασης και εντοπίζεται σε υψηλές συγκεντρώσεις στο προσβεβλημένο από τη νόσο δέρμα. Η θεραπεία αυτή χορηγείται με υποδόρια ένεση, μία φορά το μήνα. Είναι η πρώτη θεραπεία που στοχεύει εκλεκτικά στην ιντερλευκίνη-17A και πρόσφατα πήρε θετική γνωμοδότηση από τον Αμερικανικό Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων για τη θεραπεία της μέτριας ή σοβαρής ψωρίασης κατά πλάκας, η οποία αποτελεί την πιο συνηθισμένη μορφή της πάθησης. Στην Ευρώπη αναμένεται να πάρει έγκριση από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων στις αρχές του 2015 και στην Ελλάδα από τον ΕΟΦ, τον Σεπτέμβριο του 2015», ανέφερε ο κ. Ιωαννίδης.