Την ανάγκη να υπάρξουν μέτρα για προσέλκυση νέων στον πρωτογενή τομέα και πέραν της ΚΑΠ, επισήμανε ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Κώστας Τσιάρας σε παρεμβάσεις του στο Συμβούλιο Υπουργών Γεωργίας και Αλιείας της ΕΕ, στις Βρυξέλλες, όπου είχε συνάντηση και με τον Ευρωπαίο Επίτροπο Κριστόφ Χάνσεν.
«Χωρίς νέους δεν υπάρχει μέλλον στον τομέα», τόνισε ο κ. Τσιάρας και πρόσθεσε ότι «είναι σημαντική η εξασφάλιση ενός δίκαιου εισοδήματος για τους αγρότες μας που χρειάζονται τη στήριξη των άμεσων ενισχύσεων, καθώς τα εισοδήματά τους εξακολουθούν να είναι χαμηλά και ευάλωτα στις γεωπολιτικές αναταραχές και στις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης. Στο πλαίσιο αυτό η ενίσχυση της εργαλειοθήκης αντιμετώπισης των κινδύνων είναι απαραίτητη».
Ο Έλληνας υπουργός, αναφέρθηκε «στον καθοριστικό ρόλο της ακμάζουσας υπαίθρου στην επισιτιστική ασφάλεια, την κοινωνική συνοχή, τη διατήρηση του περιβάλλοντος και την οικονομία. Η ΚΑΠ και η πολιτική συνοχής αποτελούν βασικούς μοχλούς για την υποστήριξη των αγροτικών κοινοτήτων, ωστόσο η διαμόρφωση μιας ολιστικής, πολυτομεακής στρατηγικής είναι απαραίτητη για την αποτελεσματική αξιοποίησή τους». Το πρόβλημα της ευρωπαϊκής υπαίθρου, είπε, αγγίζει το σύνολο της κοινωνικής και οικονομικής πολιτικής της Ένωσης. Ανέφερε χαρακτηριστικά ότι σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΕ, η μείωση του πληθυσμού στην ύπαιθρο είναι μεγαλύτερη του 2% ανά έτος, κατά τα τελευταία 20 χρόνια. Και αυτό, σημείωσε, γίνεται δυσμενέστερο γιατί φεύγουν από την ευρωπαϊκή ύπαιθρο, κυρίως, άτομα νεαρής ηλικίας. «Αυτό σημαίνει ότι σε λίγα χρόνια η μείωση θα είναι εκθετική, εξαιτίας της μη ανανέωσης του πληθυσμού. Συνεπώς, το κοινωνικό και οικονομικό πλέγμα μέτρων που πρέπει να εφαρμοστεί υπερβαίνει εμφανώς τα στενά όρια χρηματοδότησης της ΚΑΠ. Και μολονότι υπάρχει κάποιο απόθεμα γνώσης, ιδίως λόγω της προσέγγισης LEADER, τα μέτρα και η χρηματοδότηση υπερβαίνουν αυτό το πλαίσιο, αφού το πρόβλημα σε λίγα χρόνια θα αποτελεί ένα εκ των σημαντικότερων δομικών θεμάτων της Ένωσης».
Θωράκιση της υπαίθρου
Για τη θωράκιση της υπαίθρου ο κ. Τσιάρας τόνισε ότι «πρέπει να ληφθούν υπόψη οι ιδιαιτερότητες των αγροτικών περιοχών, να βελτιωθεί η συλλογή δεδομένων και η κατάρτιση, καθώς και να ενισχυθεί η μεθοδολογία αξιολόγησης με εστίαση στα ποιοτικά χαρακτηριστικά για τις επιπτώσεις στις αγροτικές κοινότητες. Επιπλέον, οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη στο πλαίσιο χάραξης πολιτικής, καθώς επηρεάζουν ποικιλοτρόπως τη ζωή στην ύπαιθρο: από την έλλειψη νερού, στην αναγκαιότητα αλλαγής καλλιεργειών και την αλλαγή των τουριστικών ροών».
Προϋπόθεση για την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας των μηχανισμών της ΕΕ ο κ. Τσιάρας έθεσε τον καλύτερο συντονισμό των χρηματοδοτικών εργαλείων της Ένωσης καθώς και στοχευμένες παρεμβάσεις και κίνητρα, κυρίως για την ηλικιακή ανανέωση και την ενίσχυση της νεανικής επιχειρηματικότητας. Σε αυτήν την κατεύθυνση, ο Έλληνας υπουργός τόνισε ότι πρέπει να υπάρξει ενίσχυση δράσεων όπως το Leader, ενίσχυση εθνικών πολιτικών, αλλά και απλούστευση των ευρωπαϊκών διαδικασιών και των απαιτήσεων που διευκολύνουν τους δικαιούχους στην απορρόφηση χρηματοδοτικών πόρων.
Κατοχυρωμένη η ονομασία Μακεδονία
Σε άλλη παρέμβασή του ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων επισήμανε την ανάγκη επικαιροποίησης του ρυθμιστικού πλαισίου που αφορά την ανταγωνιστικότητα των τοπικών προϊόντων οπωροκηπευτικών, καθώς το υφιστάμενο καθιστά τις εισαγωγές από χώρες όπως η Αίγυπτος και η Τουρκία πιο ελκυστικές. Εξέφρασε την ικανοποίησή του για τις αναφορές που γίνονται στην Κτηνοτροφία στο νέο όραμα της ΕΕ για τον πρωτογενή τομέα και έθεσε τα προβλήματα που έχουν ανακύψει στην εφαρμογή της ευρωπαϊκής νομοθεσίας για την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων σε ό,τι αφορά στον οίνο και στη χρήση του ονόματος «Μακεδονία» από παραγωγούς των Σκοπίων.
«Η ονομασία «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ» αποτελεί προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη για οίνους που παράγονται αποκλειστικά στην Ελλάδα και έχει κατoχυρωθεί από το 2004. Δεδομένου ότι οι γεωγραφικές ενδείξεις εμπίπτουν στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο διμερούς συμφωνίας, όπως αυτή των Πρεσπών. Η Βόρεια Μακεδονία, ως υποψήφια χώρα, έχει αναλάβει την υποχρέωση, όχι μόνο να εναρμονίσει τη νομοθεσία της με το ευρωπαϊκό κεκτημένο, αλλά και να την εφαρμόσει πλήρως, καθώς αυτό αποτελεί προϋπόθεση για την ενταξιακή της πορεία. Υπό το πρίσμα των ανωτέρω και δεδομένου ότι τα κράτη μέλη της Ένωσης έχουν την υποχρέωση να συμμορφώνονται με τη νομοθεσία, θεωρώ κρίσιμο να διασφαλίζεται σε όλα τα επίπεδα ο σεβασμός και η ορθή εφαρμογή της».