Η πανδημία που διανύουμε έχει επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό τη καθημερινότητα μας και τις καθιερωμένες συνήθειες και υποχρεώσεις που έχουμε όλοι μας. Ιδιαίτερα όσο αναφορά τα θέματα υγείας φαίνεται να μονοπωλεί το ενδιαφέρον τόσο του υγειονομικού συστήματος όσο και των προσωπικών προβληματισμών μας. Η υπερβολική επικέντρωση της προσοχής μας στον κορονοϊό και στο πώς να προστατεύσουμε εμάς και την οικογένεια μας από τον ιό φαίνεται να έχει ελαττώσει τις ανησυχίες μας για τους υπόλοιπους κινδύνους που ελλοχεύουν. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι υπάρχουν και άλλοι κίνδυνοι για την υγεία μας και δεν πρέπει να αμελούμε τις καθιερωμένες ενέργειες που πρέπει να κάνουμε για να προφυλαχτούμε και από αυτούς.
Οι προσπάθειες για την ανάπτυξη ενός ασφαλούς και αποτελεσματικού εμβολίου για τον κορονοϊό βρίσκονται σε εξέλιξη. Ιδιαίτερα αυτή τη στιγμή δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι υπάρχουν δεκάδες άλλα σοβαρά και δυνητικώς θανατηφόρα λοιμώδη νοσήματα, για τα οποία ήδη έχουμε στη διάθεσή μας αποδεδειγμένα αποτελεσματικά και ασφαλή εμβόλια.
Πιο συγκεκριμένα, και ειδικά τώρα που ανοίγουν τα σχολεία δεν πρέπει να ξεχνάμε την ανάγκη εμβολιασμού των παιδιών μας κατά της Μηνιγγίτιδας Β. Ο έγκαιρος εμβολιασμός των παιδιών, βάσει του προβλεπόμενου προγραμματισμού και ανάλογα με την ηλικία του κάθε παιδιού, είναι μια από τις παράπλευρες απώλειες της πανδημίας, καθώς ειδικά κατά την περίοδο των περιοριστικών μέτρων καταγράφηκε πολύ μεγάλη πτώση των εμβολιασμών.
Σύμφωνα με τις προειδοποιήσεις του πρόεδρου της Ελληνικής Παιδιατρικής Εταιρίας, καθηγητή Παιδιατρικής, Ανδρέα Κωνσταντόπουλο, που δημοσίευσε το Αθηναϊκό- Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, το υπουργείο Υγείας έχει καθιερώσει ένα Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών το οποίο εφαρμοζόταν σε πολύ μεγάλο βαθμό και έτσι η εμβολιαστική κάλυψη στη χώρα μας ήταν σε υψηλά επίπεδα. Στο πρώτο lock down (Μάρτιος – Απρίλιος 2020) ο βασικός εμβολιασμός ρουτίνας (διφθερίτιδα, τέτανος, κοκκύτης, ηπατίτιδα Β, Hib, πολιομυελίτιδα, πνευμονιόκοκκος, ιλαρά, ερυθρά, παρωτίτιδα) ελαττώθηκε σημαντικά. Στα παιδιά ηλικίας μικρότερης των 18 μηνών μόνον ποσοστό 20% εμβολιάστηκε, ενώ στα παιδιά ηλικίας άνω των 4 ετών και τους εφήβους, δυστυχώς τα ποσοστά εμβολιασμού σχεδόν μηδενίστηκαν.
Τα πράγματα εξελίχθηκαν ακόμη πιο ανησυχητικά μετά και το δεύτερο lock down. Τα ποσοστά των βασικών εμβολιασμών ρουτίνας στα παιδιά κάτω των 18 μηνών μειώθηκαν και πάλι κατά 17-20%, ενώ στα μεγαλύτερα παιδιά και τους εφήβους μειώθηκαν κατά 40%, σύμφωνα με τον κ. Κωνσταντόπουλο. Τα παραπάνω στατιστικά κάνουν τους ειδικούς να μιλούν για τη δημιουργία «ενός ανησυχητικού εμβολιαστικού κενού»
Μάλιστα κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου καθώς αν δεν δράσουμε άμεσα, θα εμφανισθούν παλιά (ξεχασμένα) λοιμώδη νοσήματα, όπως ιλαρά, κοκκύτης, μηνιγγίτιδα κλπ. Το πρόβλημα θα είναι πιο έντονο για τη μηνιγγίτιδα Β, που η κάλυψη είχε φθάσει στο 40%».
Οι γονείς επιβάλλεται να επισκεφτούν τον παιδίατρο τους και να ενημερωθούν για τη νόσο και την σημασία της πρόληψης με την αφορμή τις επικείμενες ιώσεις του χειμώνα.
Μηνιγγίτιδα Β: Μια ύπουλη νόσος που «ξεγελάει»
Υπενθυμίζεται ότι, η Μηνιγγίτιδα Β είναι ο επικρατέστερος τύπος μηνιγγίτιδας, που ευθύνεται για τα περισσότερα περιστατικά στη χώρα μας. Πρόκειται για μια ιδιαίτερα επικίνδυνη νόσο η οποία δεν κάνει διακρίσεις, προσβάλλει μωράκια, νήπια και νεαρούς ενήλικες, εξελίσσεται ταχύτατα μέσα σε 24 μόλις ώρες και μπορεί να προκαλέσει μόνιμες αναπηρίες ή να οδηγήσει ακόμα και σε θάνατο. Περίπου 1 στα 5 περιστατικά μηνιγγίτιδας μπορεί να έχει σοβαρές επιπλοκές, όπως μόνιμες αναπηρίες.
Οποιοσδήποτε μπορεί να προσβληθεί από τη Μηνιγγιτιδοκοκκική νόσο. Τα βρέφη και τα νήπια αποτελούν τις πιο ευάλωτες ηλικιακές ομάδες και ακολουθούν οι εφηβοι και οι νεαροί ενήλικες. Βρέφη ηλικίας κάτω του 1 έτους διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης Μηνιγγιτιδοκοκκικής νόσου από οποιαδήποτε άλλη ηλικιακή ομάδα και ακολουθούν τα νήπια ηλικίας 1 έως 4 ετών. Οι έφηβοι και οι νεαροί ενήλικες διατρέχουν επίσης αυξημένο κίνδυνο προσβολής από τη νόσο.
Η σημασία της πρόληψης
Μόνο ο εμβολιασμός αποτελεί ουσιαστική πρόληψη δεδομένου ότι 1 στους 10 ενηλίκους φέρει το βακτήριο της νόσου Μηνιγγίτιδας Β ασυμπτωματικά και μπορεί να μεταφέρει τη νόσο σε νεαρά μέλη της οικογένειας του μέσω καθημερινών συνηθειών όπως η νόσος το φιλί, ο βήχας και το φτάρνισμα. Η μηνιγγιτιδοκοκκική νόσος είναι ιδιαιτέρως σοβαρή, καθώς μπορεί να εξελιχθεί ραγδαία και να οδηγήσει ακόμα και στον θάνατο. Στα αρχικά στάδια της νόσου, όμως, τα συμπτώματα μοιάζουν με αυτά της απλής γρίπης η οποία καταγράφει πολλά περιστατικά την τρέχουσα περίοδο: υψηλός πυρετός, πονοκέφαλος, αυχενική δυσκαμψία, εμετός, φωτοφοβία, αιμορραγικό εξάνθημα και δημιουργεί την εσφαλμένη εντύπωση ότι πρόκειται για ένα απλό κρυολόγημα που «θα περάσει γρήγορα», ωστόσο εξελίσσεται ραγδαία.
Ο μοναδικός τρόπος για την αποτελεσματική και ασφαλή πρόληψη της Μηνιγγίτιδας Β, είναι η έγκαιρη έναρξη και ολοκλήρωση του εμβολιασμού των παιδιών, ο οποίος δύναται να ξεκινήσει από την ηλικία των 2 μηνών και άνω. Ο εμβολιασμός κατά των υπόλοιπων τύπων μηνιγγίτιδας, είναι επίσης απαραίτητος, ωστόσο δεν προστατεύει τα παιδιά από την μηνιγγίτιδα τύπου Β.
Η καθιερωμένη επίσκεψη στον παιδίατρο για το προγραμματισμένο checkup και για τον προληπτικό εμβολιασμό είναι απαραίτητη. Κατά την επίσκεψη, καλό θα ήταν οι γονείς να ενημερωθούν για τους κινδύνους μιας ιδιαίτερα ύπουλης νόσου, της μηνιγγίτιδας Β και να εμβολιάσουν τα παιδιά τους άμεσα, αν δεν το έχουν ήδη κάνει. Ειδικά τώρα με την πανδημία του κορονοιού αλλά και τη γρίπη και τις φθινοπωρινές λοιμώξεις, η προστασία από θανατηφόρα νοσήματα για τα οποία μπορούμε να προστατευτούμε μέσω του εμβολιασμού είναι επείγουσα και επιτακτική.