Τα παχύσαρκα παιδιά που εκτίθενται σε υψηλά επίπεδα ατμοσφαιρικών ρύπων είχαν σχεδόν τριπλάσιες πιθανότητες να εμφανίσουν άσθμα σε σχέση με τα παιδιά φυσιολογικού βάρους, που εκτίθονταν σε χαμηλότερα επίπεδα ρύπανσης, αναφέρουν ερευνητές από το Ιατρικό Κέντρο του Πανεπιστήμιου Columbia.
Οι επιστήμονες παρακολούθησαν 311 παιδιά ηλικίας 5 ή 6 ετών και κατέγραψαν την ποιότητα του αέρα στους εσωτερικούς χώρους του σπιτιού τους για δύο εβδομάδες, προκειμένου να προσδιορίσουν την έκθεσή τους σε πολυκυκλικούς αρωματικούς υδρογονάνθρακες (ΠΑΥ), ουσίες που εκπέμπονται π.χ. από τα οχήματα, το κάπνισμα και τα αναμμένα κεριά.
Οι ειδικοί, αφού μέτρησαν το ύψος και το βάρος των παιδιών και συμπλήρωσαν ερωτηματολόγια σχετικά με την αναπνευστική τους λειτουργία, είδαν ότι το 20% των παιδιών βρέθηκε να έχει άσθμα και το 20% χαρακτηρίσθηκε ως παχύσαρκο με βάση το δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ). Το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξαν ήταν ότι η υψηλή έκθεση σε ΠΑΥ σχετιζόταν με το άσθμα μόνο μεταξύ των παχύσαρκων παιδιών, κάτι που δεν ίσχυε για κάθε παράγοντα χωριστά.
«Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι η παχυσαρκία μπορεί να μεγεθύνει τις επιπτώσεις αυτών των ατμοσφαιρικών ρύπων, θέτοντας τα παιδιά σε μεγαλύτερο κίνδυνο για άσθμα», δήλωσε ο βασικός συγγραφέας της μελέτης Kyung Hwa Jung.
Πηγή: vita.gr