Επιβαρυντικές είναι για τον ανθρώπινο οργανισμό οι ουσίες στα τηγάνια που είτε προσφέρουν αντικολλητικές ιδιότητες είτε αποτελούν επιβραδυντικά φλόγας -όπως η ουσία teflon και άλλες με παρόμοιες ιδιότητες που χρησιμοποιούνται σε μαγειρικά σκεύη.
Αυτό δείχνουν τα αποτελέσματα πανευρωπαϊκού προγράμματος βιοπαρακολούθησης, στο οποίο συμμετέχει το εργαστήριο Περιβαλλοντικής Μηχανικής του ΑΠΘ, ENVELAB.
Όπως αναφέρει σε σχετικό δελτίο Τύπου ο επικεφαλής της έρευνας, καθηγητής Δημοσθένης Σαρηγιάννης, «τα επίπεδα έκθεσης είναι τέτοια, που μπορεί να δημιουργήσουν μακροπρόθεσμα προβλήματα στην υγεία καθώς οι πλαστικοποιητές βρίσκονται στον ανθρώπινο οργανισμό και μάλιστα επηρεάζουν το μεταβολικό σύνδρομο, ενώ συνδέονται με την εμφάνιση παιδικής παχυσαρκίας και διαβήτη τύπου ΙΙ».
Ο καθηγητής Χημικών Μηχανικών του ΑΠΘ και επικεφαλής του Εργαστηρίου Περιβαλλοντικής Μηχανικής ENVELAB και του Κέντρου Έρευνας HERACLES για το Εκθεσίωμα και την Υγεία του Κέντρου Διεπιστημονικής Έρευνας και Καινοτομίας του ΑΠΘ, προσθέτει ότι «η έκθεση του πληθυσμού σε χημικά είτε με τον αέρα, είτε μέσω των προϊόντων που καταναλώνουν σχετίζεται άμεσα με την οικονομική του κατάσταση».
Στη διάρκεια της πολυετούς έρευνας, την οποία συντόνισε το Εργαστήριο Περιβαλλοντικής Μηχανικής του ΑΠΘ και στην οποία συμμετείχαν 100 χώρες, συσχετίσθηκε το ΑΕΠ μιας χώρας με την έκθεση του πληθυσμού της στους πλαστικοποιητές. Προέκυψε, για παράδειγμα, ότι οι κάτοικοι της Ελβετίας είναι οι λιγότερο εκτεθειμένοι στους πλαστικοποιητές, ενώ αντίθετα είναι αυξημένα τα ποσοστά έκθεσης στη Λιθουανία και την Εσθονία. Η χώρα μας κατατάσσεται στις μεσαίες θέσεις.
Σύμφωνα με τον κ.Σαρηγιάννη «η ιδέα είναι να δημιουργηθεί μια δομή στο πλαίσιο ενός Εθνικού Ενεργού Προγράμματος, που θα παρακολουθεί τους δείκτες έκθεσης, θα ενημερώνει και θα προτείνει λύσεις».
«Εμείς άμεσα θα κοινοποιήσουμε τα νέα δεδομένα μας, τόσο σε εθνικό επίπεδο στο Υπουργείο Υγείας, όσο και σε διεθνές επίπεδο, στην αρμόδια Ευρωπαϊκή Επιτροπή και στην Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Χημικών, ώστε να λάβουν υπόψη τους τον ενδεχόμενο κίνδυνο και να ληφθούν μέτρα προστασίας του πληθυσμού» καταλήγει ο κ.Σαρηγιάννης.