Η διαταραχή της υπερφαγίας αποτελεί επισήμως από το 1994 ξεχωριστή διαγνωστική ψυχιατρική οντότητα, ενώ όλο και συχνότερα οι επαγγελματίες ψυχικής υγείας έρχονται αντιμέτωποι μ’ αυτή.
Για να μιλήσουμε όμως για διαταραχή και όχι απλά για περιστάσεις στις οποίες μπορεί λίγο-πολύ να ξεπεράσουμε την καθιερωμένη για εμάς ποσότητα πρόσληψης τροφής, θα πρέπει να πληρούνται κάποια κριτήρια. Ας μη βιαστούμε λοιπόν να θορυβηθούμε και να ψυχιατρικοποιήσουμε μία ή δυο τάσεις λαιμαργίας ή υπερκατανάλωσης τροφής στις οποίες μπορεί να υποκύψουμε.
Για να γίνουμε πιο σαφείς, ένα επεισόδιο υπερφαγίας, για να χαρακτηριστεί ως τέτοιο, θα πρέπει το άτομο που το βιώνει να τρώει συνήθως πιο γρήγορα από το κανονικό πολλές φορές μέχρι να νιώσει δυσάρεστα ακόμα κι όταν δεν πεινάει πολύ. Όχι σπάνια, λόγω της παραπάνω συμπεριφοράς του, το άτομο νιώθει ενοχές και βιώνει έντονο άγχος, ενώ τέτοια επεισόδια να συμβαίνουν κατά μέσο όρο τουλάχιστον δύο ημέρες την εβδομάδα για έξι μήνες το λιγότερο. Τέλος, η συμπεριφορά υπερφαγίας στην οποία εμπλέκεται το άτομο συνοδεύεται από έντονη αίσθηση απώλειας του ελέγχου.
Τα υπερφαγικά επεισόδια λαμβάνουν χώρα και στη ψυχογενή βουλιμία, η οποία αποτελεί μια ξεχωριστή διαγνωστική οντότητα διαταραχής διατροφής, καθώς το βάρος του ατόμου διαφέρει κατά πολύ στις δύο περιπτώσεις. Συγκεκριμένα, ενώ στη βουλιμία, όπως είναι ευρύτερα γνωστό, μετά την υπερφαγία ακολουθεί κάποια αντισταθμιστική συμπεριφορά, όπως η πρόκληση εμετού, η χρήση καθαρτικών, η δίαιτα, η έντονη άθληση κ.ά, στη διαταραχή υπερφαγίας που περιγράφουμε δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο με αποτέλεσμα το άτομο να καταλήγει υπέρβαρο.
Είναι αλήθεια, πως η μάχη με το φαγητό για τους περισσότερους από εμάς έχει μια χρόνια πορεία, ενώ αρκετά συχνά οι επαγγελματίες ψυχικής υγείας εντοπίζουν υφέρποντα καταθλιπτικά ή αγχώδη συμπτώματα στα άτομα με διαταραχές διατροφής.
Αν και το βασικό σύμπτωμα έχει να κάνει με την πρόσληψη τροφής, οι διαταραχές διατροφής είναι συναισθηματικές διαταραχές, στις οποίες σε γενικές γραμμές θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε πως το φαγητό χρησιμοποιείται για να μπορέσει το άτομο να διαχειριστεί σκέψεις, συναισθήματα και σωματικές αισθήσεις, οι οποίες του προκαλούν έντονη δυσφορία και αδυναμία διαχείρισής τους.
Πολλά έχουν υποστηριχθεί για την αιτιολογία των διατροφικών διαταραχών και συγκεκριμένα για τη διαταραχή της συναισθηματικής υπερφαγίας, έχοντας ως κοινό παρανομαστή την πολυπαραγοντική προέλευσή της. Βιολογικοί, ψυχολογικοί, κοινωνικοί και ατομικοί παράγοντες αλληλοεμπλέκονται και οδηγούν σε υπερφαγικά επεισόδια.
«Είσαι όμορφη όταν είσαι αδύνατη», «τα αγόρια είναι ωραίο να έχουν μυς (δηλ. δύναμη)», είναι κοινωνικά στερεότυπα που επηρεάζουν τη διαμόρφωση σωματικών προτύπων και σε συνδυασμό με στρεβλές γνωστικές πεποιθήσεις σε σχέση με το βάρος, το σχήμα του σώματος και την τροφή, μπορούν να αποτελέσουν γόνιμο έδαφος για τη διατροφική διαταραχή.
Άλλοι παράγοντες, όπως οι συνήθειες της οικογένειας γύρω από το φαγητό, η έκφραση συναισθημάτων ή οι ελλιπείς δεξιότητες επίλυσης προβλημάτων έχουν ενοχοποιηθεί κατά καιρούς για την εμφάνιση διατροφικών διαταραχών.
Η παραπάνω προσπάθεια αιτιολόγησης είναι ένα μικρό δείγμα της βιβλιογραφίας που έχει γραφτεί σχετικά με το θέμα μας και είναι μάταιο έως και παρακινδυνευμένο να προσπαθήσουμε να το γενικεύσουμε σε όλες τις περιπτώσεις. Αν πιστεύετε πως ταλαιπωρείστε από τη διαταραχή της υπερφαγίας ή οποιαδήποτε άλλη διαταραχή διατροφής έχετε υπόψη πως κάθε περίπτωση είναι εξατομικευμένη -μην εξαντλείστε στην ανάγνωση γενικών ψυχολογικών θεωριών. Οι τελευταίες είναι εργαλεία των επιστημόνων ψυχικής υγείας (ψυχοθεραπευτών, ψυχολόγων κ.ά.), ώστε να προσεγγιστεί το πρόβλημα με μια εξατομικευμένη αιτιολόγηση και θεραπευτική παρέμβαση.
Τόσο η διαταραχή της υπερφαγίας όσο και οι υπόλοιπες διατροφικές διαταραχές αντιμετωπίζονται πλέον από το πεδίο της ψυχοθεραπείας αποτελεσματικά και ανακουφίζουν τις ζωές πολλών ανθρώπων. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν συγκεκριμένοι λόγοι που εμποδίζουν την έγκαιρη αναζήτηση βοήθειας: η δυσκολία του ατόμου να παραδεχτεί και να αντιμετωπίσει τη διαταραχή, λόγω άγνοιας ή ντροπής.
Η αναγνώριση του προβλήματος ως κατάστασης που απαιτεί τη βοήθεια από έναν εξειδικευμένο ψυχοθεραπευτή -πολλές φορές μάλιστα σε συνεργασία με έναν κλινικό διατροφολόγο, είναι το πρώτο βήμα για την αντιμετώπιση της διαταραχής υπερφαγίας.
Μια ολοκληρωμένη ψυχοθεραπευτική αντιμετώπιση των διατροφικών διαταραχών περιλαμβάνει κατά πρώτον εκπαίδευση του πελάτη σε συμπεριφορικές τεχνικές βάσει των οποίων μαθαίνουμε να ελέγχουμε τις αντιδράσεις μας απέναντι στις διατροφικές μας συνήθειες και να τροποποιούμε τις υπάρχουσες δυσλειτουργίες, αλλά και να ελέγχουμε το περιβάλλον, ώστε να περιοριστεί η παρόρμηση για λήψη τροφής.
Πολλές απ΄αυτές τις «συμβουλές-τρικ» είναι διαθέσιμες στο ευρύ κοινό σε αρκετά εκλαϊκευμένη μορφή, αλλά σχεδόν πάντα αποτυγχάνουν -για να επιτύχουν χρειάζονται τη συστηματική καθοδήγηση και την εκμάθησή τους από έναν ικανό θεραπευτή μέσα σε ένα πλαίσιο εξατομικευμένης συστηματικής θεραπείας.
Στη συνέχεια, βασική προϋπόθεση για την εις βάθος αντιμετώπιση της διαταραχής είναι να εντοπιστούν οι ψυχολογικοί μηχανισμοί (οι σκέψεις και οι πεποιθήσεις) του πελάτη γύρω από τον εαυτό του, το βάρος και το σχήμα του σώματός του. Οι παράγοντες που πυροδοτούν τα επεισόδια υπερφαγίας, οι ψυχολογικοί μηχανισμοί που τα διαιωνίζουν και γενικότερα οι σχέσεις του πελάτη με τους άλλους, αλλά και με τον εαυτό του, θα πρέπει να εντοπισθούν και να συμπεριληφθούν στο θεραπευτικό σχεδιασμό.
Συμπερασματικά, θα λέγαμε πως τις περισσότερες φορές η διαταραχή υπερφαγίας, όπως και οι υπόλοιπες διατροφικές διαταραχές μας «τυραννούν» και τις κουβαλάμε για πολλά χρόνια, ακριβώς επειδή δεν γνωρίζουμε τι ακριβώς τις προκαλεί αλλά και πώς να τις αντιμετωπίσουμε τόσο σε πρακτικό, όσο και σε ψυχολογικό επίπεδο, με αποτέλεσμα να έχουμε έκπτωση της ποιότητας ζωής μας.
Μη διστάσετε να απευθυνθείτε σε κάποιον εξειδικευμένο ψυχολόγο ή επαγγελματία ψυχικής υγείας, αν νιώθετε πως έχετε χάσει τον έλεγχο. Η ψυχοθεραπευτική αντιμετώπιση εφοδιάζει το άτομο με αυτογνωσία, ενώ μέσω των επιστημονικών γνώσεων μπορεί να σας προσφέρει την απαραίτητη ψυχοεκπαίδευση, καθοδήγηση και βαθύτερη κατανόηση του προβλήματός σας.
Ανακτώντας τον έλεγχο και επαναφέροντας το αίσθημα της «φυσιολογικής» πείνας, η ζωή μπορεί να γίνει ξανά λειτουργική και ευχάριστη.
Πηγή: mednutrition.gr