Τα βιώματα που αναφέρουν αρκετοί ασθενείς οι οποίοι πλησίασαν το θάνατο – από τα λαμπερά φώτα έως το ότι «είδαν» όλη τους τη ζωή να «περνάει» μπροστά από τα μάτια τους – πιθανώς σχετίζονται με την αύξηση των επιπέδων διοξειδίου του άνθρακα στο αίμα τους, σύμφωνα με μια νέα μελέτη.
Υπολογίζεται ότι ένας στους δέκα έως ένας στους τέσσερις ασθενείς που παθαίνουν ανακοπή καρδιάς αναφέρουν περιθανάτιες εμπειρίες – όπως φώτα που αναβοσβήνουν, αίσθημα ότι βλέπουν ένα λαμπερό φως ή βρίσκονται σε ένα φωτεινό τούνελ, αισθήματα γαλήνης και ευτυχίας, και ότι αιωρούνται στο ταβάνι βλέποντας το σώμα τους από κάτω σε μια «εξωσωματική» εμπειρία.
Αν και το φαινόμενο αυτό έχει αποδοθεί σε παράγοντες όπως οι θρησκευτικές πεποιθήσεις και η χρήση ουσιών, οι επιστήμονες πιστεύουν ότι πρέπει να έχει βιολογικά αίτια.
Η δρ Ζαλίκα Κλέμεντς-Κετίς, από το Πανεπιστήμιο του Μάριμπορ στη Σλοβενία και οι συνεργάτες της θέλησαν να το διερευνήσουν. Έτσι, μελέτησαν 52 ασθενείς που επέζησαν από ανακοπή καρδιάς σε τρία μεγάλα σλοβενικά νοσοκομεία.
Η μέση ηλικία των ασθενών ήταν 53 έτη και οι 42 από αυτούς ήταν άνδρες.
Περιθανάτιες εμπειρίες ανέφεραν συνολικά 11 ασθενείς, οι οποίοι δεν είχαν κοινά στοιχεία όσον αφορά την ηλικία, το φύλο, το μορφωτικό επίπεδο, τον φόβο του θανάτου, τον χρόνο ανάρρωσης, τη λήψη φαρμάκων ή τα θρησκευτικά πιστεύω τους.
Αντιθέτως, ο κοινός παράγοντας ήταν τα αυξημένα επίπεδα διοξειδίου του άνθρακα στο αίμα τους.
Παλαιότερες μελέτες έχουν δείξει πως η εισπνοή διοξειδίου του άνθρακα και κατ’ επέκτασιν η αύξηση των επιπέδων του στο αίμα, μπορεί να προκαλέσει παραισθήσεις όμοιες με αυτές που αναφέρονται απ’ όσους είχαν περιθανάτια εμπειρία.
Το αν τα αυξημένα επίπεδα διοξειδίου του άνθρακα οφείλονταν στην ανακοπή καθ’ εαυτή ή προϋπήρχαν, παραμένει ασαφές.
«Είναι ακόμα ένα κομμάτι στο παζλ των περιθανάτιων εμπειριών, αλλά απαιτείται πολλή δουλειά ακόμα έως ότου το λύσουμε όλο», δήλωσε η δρ Κλέμεντς-Κετίς. «Οι περιθανάτιες εμπειρίες αποτελούν αληθινή δοκιμασία για τις πεποιθήσεις μας γύρω από την συνειδητότητα του ανθρώπου, και συνεπώς όσο περισσότερα γνωρίζουμε, τόσο το καλύτερο».