Τα τρόφιμα τύπου light σήμερα έχουν εισχωρήσει για τα καλά μέσα στην διατροφή μας. Το κύριο χαρακτηριστικό τους είναι οι μειωμένες θερμίδες. Η παρουσία τους σε διαιτολόγια, είτε αυτοσχέδια, είτε καταρτισμένα από ένα πτυχιούχο διαιτολόγο είναι δεδομένη.

Τι ήταν αυτό που έκανε τις βιομηχανίες τροφίμων να στραφούν σε αυτού του τύπου την αγορά και να επενδύσουν; Από την μια πλευρά η παχυσαρκία [τα 2/3 του ελληνικού πληθυσμού είναι υπέρβαρα και παχύσαρκα], ο σακχαρώδης διαβήτης και τα καρδιαγγειακά νοσήματα που είναι σε ανοδική τροχιά και από την άλλη πλευρά, τα οικονομικά κέρδη για τις βιομηχανίες που είναι πολλαπλάσια.

Σύμφωνα με τον Κώδικα Τροφίμων και Ποτών, σε ένα προϊόν μπορεί να αναγράφεται στην διατροφική του ετικέτα η ένδειξη light όταν έχει 1/3 λιγότερες θερμίδες ή ½ λιγότερο λίπος ή ½ λιγότερο νάτριο από το αντίστοιχο κανονικό προϊόν. Θέλει προσοχή γιατί ο όρος light μπορεί να αναφέρεται στο χρώμα ή στην υφή του τροφίμου.

Στην Ελλάδα ο χαρακτηρισμός light είναι ο πιο συνηθισμένος, αν και υπάρχουν και άλλοι χαρακτηρισμοί όπως προϊόντα μειωμένων θερμίδων, λίπους, χοληστερόλης ή νατρίου, που αντιστοιχούν σε τρόφιμα με τουλάχιστον 25% λιγότερες θερμίδες, λιπαρά, χοληστερίνη ή νάτριο (σε σχέση με το κανονικό τρόφιμο), προϊόντα διαίτης που είναι χαμηλής περιεκτικότητας σε θερμίδες ή προορίζονται για κάποια άλλη ειδική χρήση σε ένα διαιτολόγιο, προϊόντα χωρίς θερμίδες που περιέχουν λιγότερο από 5 θερμίδες στην μερίδα και προϊόντα χωρίς λίπος που περιέχουν περίπου 0.5 g λίπους στην μερίδα.

Υπάρχουν πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα από την κατανάλωση των light τροφίμων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το γιαούρτι light:

Σύμφωνα με μελέτες εάν αντικαταστήσουμε το πλήρες γιαούρτι με ένα αντίστοιχο 2%, γλιτώνουμε αρκετές θερμίδες το χρόνο. Επιπρόσθετα εάν συγκρίνουμε το γιαούρτι 2% με το άπαχο (0%) και το πλήρες (0%), θα διαπιστώσουμε ότι έχουν περίπου την ίδια ποσότητα ασβεστίου. Οπότε είναι προτιμότερο να καταναλώσουμε το γιαούρτι με τα χαμηλότερα ή καθόλου λιπαρά, αφού μπορεί να μας προσφέρει την ίδια ποσότητα ασβεστίου.

Ωστόσο για να απορροφηθεί το ασβέστιο από τον οργανισμό χρειάζεται και η παρουσία του λίπους και της βιταμίνης D. Επίσης στο άπαχο γιαούρτι λόγω της μεγάλης επεξεργασίας που έχει επιδεχθεί, το χρώμιο έχει αφαιρεθεί και δεν έχει προστεθεί έπειτα. Ενώ μειώνοντας την περιεκτικότητα ενός τροφίμου σε λίπος μειώνονται ταυτόχρονα και η περιεκτικότητα τους στις λιποδιαλυτές βιταμίνες Α [όραση], D, E [αντιοξειδωτική] και K [αντιαιμορραγική]. Γι΄ αυτό και τα περισσότερα επεξεργασμένα γιαούρτια είναι εμπλουτισμένα με βιταμίνη D.

Για ποιο λόγο όμως σύμφωνα με τα παραπάνω υπάρχουν τα άπαχα γιαούρτια; Η χρήση των άπαχων γαλακτοκομικών ενδείκνυται κυρίως και σε περιστατικά που επιβάλλεται η άμεση μείωση θερμίδων και κορεσμένων λιπαρών οξέων, όπως συμβαίνει σε οξείες παθήσεις, σε προ και μετεγχειρητικές καταστάσεις.

Για την μείωση των λιπαρών στα τρόφιμα έχουν χρησιμοποιηθεί και υποκατάστατα λίπους, πρωτεϊνικής ή υδατανθρακικής σύνθεσης μη απορροφήσιμα από τον οργανισμό και έχουν παρόμοιες φυσικοχημικές ιδιότητες με τα λίπη.

Εξυπηρετώντας τον ίδιο σκοπό χρησιμοποιήθηκαν στην Αμερική και συνθετικά λίπη (Olestra), που στην συνέχεια συνδέθηκαν με την πρόκληση γαστρεντερικών διαταραχών, καθώς και μείωση της απορρόφησης καροτενοειδών (ισχυρές αντιοξειδωτικές ουσίες).

Και για άλλα προϊόντα τύπου light έχουν εκφραστεί κατά καιρούς διάφορες αμφιβολίες. Πρόκειται για μια μεγάλη κατηγορία προϊόντων με χαμηλότερες θερμίδες, που επιτυγχάνεται με αντικατάσταση της ζάχαρης από φυσικές (φρουκτόζη, σορβιτόλη) και αργότερα τεχνητές (σακχαρίνη, ασπαρτάμη) γλυκαντικές ύλες.

Η κατανάλωση της σακχαρίνης (300 φορές πιο γλυκιά από τη ζάχαρη) έχει κατηγορηθεί κατά καιρούς για επιπτώσεις στην υγεία μας ως καρκινογόνος ουσία. Από την άλλη η ασπαρτάμη (200 φορές πιο γλυκιά από την ζάχαρη) που βρίσκεται σε τουλάχιστον 5000 τρόφιμα, και έχει κατηγορηθεί κατά καιρούς δεν έχει αποδειχθεί ότι προκαλεί κάποιο σοβαρό πρόβλημα, εκτός από κοιλιακές διαταραχές στην υπερκατανάλωση της.

Η ευρωπαϊκή σύσταση (FAO, WHO) μάλιστα αναφέρει ως ασφαλές όριο, τα 40 mg ασπαρτάμης ανά κιλό σωματικού βάρους ημερησίως που αντιστοιχεί σε 15 κουτάκια αναψυκτικού light ή 90 δισκία γλυκαντικού με χαμηλές θερμίδες.

Τα τρόφιμα τύπου light απευθύνονται σε όλους, δηλαδή σε αυτούς που έχουν κάποια πάθηση αλλά και σε αυτούς που θέλουν να κάνουν μια προσεγμένη διατροφή. Αρκεί ο οργανισμός στο σύνολο της διατροφής του να προσλαμβάνει όλα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά. Αυτό δεν μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την χρήση προϊόντων light.

Το παράδοξο με τα light προϊόντα είναι ότι παρόλο που είναι σύμμαχος μιας ισορροπημένης διατροφής και χρήσιμο διατροφικό βοήθημα για την απώλεια βάρους, τα τελευταία 20 χρόνια που κυκλοφορούν στην αγορά, έχει αυξηθεί σημαντικά και το ποσοστό των υπέρβαρων ανθρώπων. Αυτό οφείλεται κυρίως σε 3 λόγους:

Πλασματικό αίσθημα ελευθερίας
Τα άτομα που τα καταναλώνουν, θεωρούν ότι είναι διαιτητικά και αδυνατίζουν, οπότε είτε καταναλώνουν άλλες τροφές σε μεγαλύτερες ποσότητες, είτε καταναλώνουν αυτά τα προϊόντα υπερβολικά. Όμως τα προϊόντα light δεν μπορούν να χαρακτηριστούν διαιτητικά, διότι μπορεί το κανονικό προϊόν να έχει πολλές θερμίδες και λιπαρά εξαρχής, όπως συμβαίνει για παράδειγμα στην μαγιονέζα και στη κρέμα γάλακτος light. Το αποτέλεσμα είναι η πρόσληψη περισσότερων θερμίδων και λιπαρών στην διατροφή, με παράλληλη αύξηση βάρους.

Υγιεινά τρόφιμα
Θεωρούνται από πολλούς ότι δεν μπορούν να προκαλέσουν πρόβλημα στην υγεία τους από την υπερκατανάλωση τους. Ένας ασθενής που πάσχει από δυσλιπιδαιμία επιβάλλεται να ακολουθήσει ένα πρόγραμμα διατροφής με μειωμένες θερμίδες και λιπαρά. Εάν όμως αντί να καταναλώνει ένα ημιαποβουτυρωμένο γάλα, καταναλώνει δύο στο γεύμα, τότε έχει προσλάβει περισσότερα λιπαρά και θερμίδες απ΄ ότι εάν κατανάλωνε το πλήρες.

Επίσης ένας υπερτασικός που πρέπει να μειώσει το βάρος του και την πρόσληψη νατρίου, καταναλώνοντας τυριά light του εμπορίου είναι δυνατό να προσλαμβάνει μεν λιγότερες θερμίδες και λιπαρά, αλλά και περισσότερο αλάτι, από ότι να κατανάλωνε στην ίδια ποσότητα, φέτα.

Ελλιπής ενημέρωση
Η απάντηση στην αλόγιστη χρήση των light προϊόντων είναι ο έλεγχος από τον καταναλωτή της διατροφικής ετικέτας. Με αυτόν τον τρόπο είναι σε θέση να γνωρίζει κάθε φορά την θρεπτική πυκνότητα του τροφίμου που επρόκειτο να αγοράσει.

Εν κατακλείδι, πρέπει να γίνει σαφές ότι τα light προϊόντα δεν δίνουν την λύση από μόνα τους, αλλά ενταγμένα σε ένα διαιτολόγιο πλήρες και ισορροπημένο, δηλαδή που να περιλαμβάνει φρούτα και λαχανικά, ψάρι, κοτόπουλο, δημητριακά ολικής άλεσης [χωρίς προσθήκη ζάχαρης] κ.α.

Πηγή: mednutrition.gr