Το υπουργείο Υγείας προωθεί σημαντικές αλλαγές στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας (ΠΦΥ), μέσα από το νέο νομοσχέδιο που στοχεύει στην αναβάθμιση και ενίσχυση των υπηρεσιών για τους πολίτες της χώρας. Κεντρικοί άξονες της μεταρρύθμισης είναι η αύξηση των Προσωπικών Γιατρών, η καθιέρωση δωρεάν Προσωπικού Παιδιάτρου για τα παιδιά και η δημιουργία Πανεπιστημιακών Κέντρων Υγείας, τα οποία θα λειτουργούν σε συνεργασία με τις Ιατρικές Σχολές.

Το νομοσχέδιο εισήχθη στη Βουλή με τη φιλοδοξία να προσφέρει στους πολίτες ευκολότερη και ταχύτερη πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας, αντιμετωπίζοντας παράλληλα τα υπάρχοντα κενά.

Δημιουργία Πανεπιστημιακών Κέντρων Υγείας και εξειδικευμένες υπηρεσίες Τηλεϊατρικής

Στο πλαίσιο της αναβάθμισης της ΠΦΥ, το νομοσχέδιο προβλέπει τη δημιουργία οκτώ Πανεπιστημιακών Κέντρων Υγείας που θα βρίσκονται υπό την εποπτεία των Ιατρικών Σχολών των δημόσιων πανεπιστημίων.

Αυτά τα κέντρα θα παρέχουν εξειδικευμένες υπηρεσίες, επεκτείνοντας τη χρήση της Τηλεϊατρικής για τους ασθενείς σε απομακρυσμένες ή δυσπρόσιτες περιοχές. Οι υπηρεσίες τηλεϊατρικής περιλαμβάνουν σημεία κατ’ οίκον νοσηλείας και συνεχούς 24ωρης παρακολούθησης, επιτρέποντας στους πολίτες να λαμβάνουν φροντίδα από εξειδικευμένους γιατρούς, ακόμη και από το σπίτι τους, με τη χρήση της τεχνολογίας.

Το δίκτυο Τηλεϊατρικής θα αναπτύξει έως και 3.500 σταθμούς για την εξυπηρέτηση του πληθυσμού σε όλη την επικράτεια, σε μια προσπάθεια εξάλειψης των γεωγραφικών ανισοτήτων.

Καθολική κάλυψη πολιτών έως το 2025

Η κυβέρνηση δεσμεύεται να επιτύχει καθολική κάλυψη του πληθυσμού από Προσωπικούς Γιατρούς, με στόχο το 75% των πολιτών να έχει πρόσβαση σε προσωπικό γιατρό έως το 2025.
Σήμερα, περίπου 5 εκατομμύρια πολίτες είναι εγγεγραμμένοι στο σύστημα, ενώ περισσότεροι από 3.500 γιατροί συμμετέχουν στο δίκτυο των Προσωπικών Γιατρών.
Η αύξηση της συμμετοχής των γιατρών είναι κρίσιμη για την επίτευξη του στόχου αυτού. Το νομοσχέδιο ανοίγει τη «δεξαμενή» των Προσωπικών Γιατρών, συμπεριλαμβάνοντας αγροτικούς γιατρούς και ιδιώτες, δίνοντας στους πολίτες τη δυνατότητα επιλογής με οικονομική κάλυψη από το κράτος ή εάν επιλέξουν ιδιώτες, με ιδιωτική πληρωμή.

Θέσπιση δωρεάν Προσωπικού Παιδιάτρου

Για πρώτη φορά, το υπουργείο καθιερώνει τον θεσμό του δωρεάν Προσωπικού Παιδιάτρου, δίνοντας τη δυνατότητα σε περίπου 530.000 παιδιά να έχουν άμεση πρόσβαση σε παιδιατρική φροντίδα χωρίς οικονομική επιβάρυνση.

Μέσω του Προσωπικού Παιδιάτρου, τα παιδιά μπορούν να λαμβάνουν πρόληψη, διαγνωστικές υπηρεσίες και τακτικούς ελέγχους από έναν εξειδικευμένο παιδίατρο, βελτιώνοντας τη συνολική υγεία της νεότερης γενιάς και εξασφαλίζοντας τακτική ιατρική φροντίδα για όλους τους ανηλίκους.
Ενίσχυση Προσωπικού Ιατρού μέσω κινήτρων για νέους γιατρούς

Το υπουργείο Υγείας δίνει προτεραιότητα στις ειδικότητες της Γενικής Ιατρικής και της Παθολογίας, προσφέροντας οικονομικά κίνητρα σε νέους γιατρούς. Οι νέοι που θα επιλέξουν αυτές τις ειδικότητες, οι οποίες είναι ζωτικής σημασίας για την ΠΦΥ, θα λαμβάνουν ένα συνολικό ποσό 40.000 ευρώ κατά τη διάρκεια της ειδικότητας.

Τα χρήματα αυτά θα δοθούν σε δύο δόσεις: 30.000 ευρώ με την έναρξη της ειδικότητας και 10.000 ευρώ κατά την ολοκλήρωση και απόκτηση του τίτλου. Σκοπός είναι να καλυφθεί η ανάγκη για ειδικευμένους γιατρούς, ειδικά στην ΠΦΥ, και να αποφευχθεί η «διαρροή εγκεφάλων» σε άλλες ειδικότητες ή χώρες.

Αυτόματη εγγραφή στον Προσωπικό Γιατρό για καθολική κάλυψη

Αλλαγή έρχεται και στον τρόπο εγγραφής των πολιτών στο σύστημα, αφού με τη νέα νομοθεσία προβλέπεται ότι όσοι δεν εγγραφούν στον Προσωπικό Γιατρό έως την 1η Ιουνίου του 2025, θα εγγράφονται αυτόματα.

Το παλαιότερο σύστημα κινήτρων για εγγραφή στον Προσωπικό Γιατρό, το οποίο περιελάμβανε «ποινές» για όσους δεν εγγράφονταν, πλέον καταργείται, δίνοντας στους πολίτες μια πιο ευέλικτη επιλογή εγγραφής χωρίς περιορισμούς ή συνέπειες.

Η συμμετοχή ιδιωτών στο δίκτυο Προσωπικών Γιατρών

Στο πλαίσιο διεύρυνσης των επιλογών του πολίτη, το νομοσχέδιο προβλέπει τη δυνατότητα ένταξης ιδιωτών γιατρών στο σύστημα Προσωπικού Γιατρού. Έτσι, οι πολίτες θα μπορούν να επιλέξουν τον γιατρό της επιλογής τους από το σύστημα ΕΟΠΥΥ ή και ιδιώτες, οι οποίοι θα αμείβονται αναλόγως.
Οι ιδιώτες γιατροί θα έχουν τη δυνατότητα να εξυπηρετούν έως 500 επιπλέον ασθενείς, γεγονός που διευρύνει τη δεξαμενή των διαθέσιμων γιατρών και μειώνει τις λίστες αναμονής, προσφέροντας περισσότερες επιλογές στους πολίτες.

Το νομοσχέδιο για την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας αποτελεί ένα φιλόδοξο βήμα της κυβέρνησης προς την καθολική υγειονομική κάλυψη και την εξασφάλιση ποιοτικών υπηρεσιών υγείας για όλους τους πολίτες. Με αυτές τις αλλαγές, το υπουργείο Υγείας στοχεύει να εξαλείψει τις γεωγραφικές και οικονομικές ανισότητες στην πρόσβαση, θέτοντας τα θεμέλια για μια ισχυρή ΠΦΥ που ανταποκρίνεται στις ανάγκες των πολιτών σε ολόκληρη τη χώρα.

«Απαξιώνεται ο ρόλος του παθολόγου»

Ο κ. Ευάγγελος Τούλης, παθολόγος, Πρόεδρος της Επαγγελματικής Ένωσης Παθολόγων Ελλάδας μίλησε στο Newsbeast σχετικά με το νομοσχέδιο που προωθείται από το Υπουργείο Υγείας για τον προσωπικό γιατρό και όλες τις μεταρρυθμίσεις που προωθεί.

«Είναι σημαντικό ότι ξεκινάει ένα νομοσχέδιο, το θέμα όμως είναι η εφαρμογή του, να δούμε πώς θα προχωρήσει. Εμείς δεν συμφωνούμε να «βαφτίζονται» προσωπικοί γιατροί, όλοι οι γιατροί, σχεδόν, αυτής της χώρας κι αυτοί ακόμα που δεν είναι ειδικοί. Ενώ η πρότασή μας στο Υπουργείο και η πρώτη συζήτηση ήταν να είναι οι αγροτικοί γιατροί, προσωπικοί γιατροί μόνο σε περιοχές όπου δεν υπήρχαν ειδικοί, βλέπουμε ότι τους «βαφτίζει» όλους προσωπικούς γιατρούς.

«Βαφτίζει» προσωπικούς τους γιατρούς των νοσοκομείων των κέντρων υγείας που ήταν ούτως ή άλλως αυτές οι δύο ειδικότητες. Αυτό γίνεται σε μία προσπάθεια του υπουργείου να αντιστοιχήσει όλο τον πληθυσμό σε ένα γιατρό. Αυτό δεν πέτυχε τις προηγούμενες φορές, αλλά δεν νομίζουμε ότι είναι και η σωστή λύση γιατί το νόημα του προσωπικού γιατρού δεν είναι απλώς να μπορεί ο ασθενής να πάει, το θέμα είναι να μπορεί να αντιμετωπιστεί και σωστά και να μειωθεί και η προσέλευση στα νοσοκομεία. Αυτό το νόημα έχει η πρωτοβάθμια πέραν της πρόληψης.

Η πρόληψη θεωρητικά μπορεί να γίνει από όλους τους γιατρούς, αλλά η διάγνωση και η θεραπεία δεν νομίζω ότι είναι κάτι που μπορούν να το κάνουν όλοι, ειδικά στις ειδικότητες της παθολογίας, όπου η εκπαίδευση είναι πολύ πιο οργανωμένη από ότι σε κάποιον που δεν έχει ειδικευτεί.

Υπάρχουν κάποια πανεπιστημιακά κέντρα υγείας. Δεν ξέρω πόσο είναι οργανωμένα. Είναι σημαντικό να έχουμε τους κατάλληλους γιατρούς μέσα για να αποδώσουμε. Υπάρχουνε κάποιες φωνές που ακούγονται και θα εφαρμοστεί ένα κομμάτι και στα φαρμακεία, το οποίο το θεωρώ επιεικώς απαράδεκτο.

Από κει και πέρα πρέπει να περιμένουμε να δούμε κατά πόσο θα ανταποκριθούν οι γιατροί στο θεσμό και κατά πόσο θα ανταποκριθεί ο πληθυσμός και θα αρχίσει να πηγαίνει στους προσωπικούς γιατρούς ή θα συνεχίσει να πληρώνει όπως κάνει τώρα σε πολύ μεγάλο βαθμό;

Αυτό που θα ήθελα να τονίσω, όμως είναι ότι γενικά υπάρχει μία απαξίωση του παθολόγου από πλευράς της κυβέρνησης. Δεν κληθήκαμε ούτε στις τελικές συζητήσεις, παρόλο που υποβάλαμε τις προτάσεις μας στην διαβούλευση του νομοσχεδίου.

Δεν κληθήκαμε να εκφράσουμε τη θέση μας στην Επιτροπή Υποθέσεων της Βουλής, όπου κλήθηκαν αντιθέτως μόνο γενικοί γιατροί και παιδίατροι.

Αυτό το βρίσκω πολύ άσχημο και είναι η δεύτερη φορά που γίνεται. Δεν είναι η πρώτη. Στην πρώτη συζήτηση που είχε γίνει για το νομοσχέδιο του προσωπικού γιατρού, το ίδιο είχε γίνει. Δεν ξέρω γιατί δεν μας θέλει. Από τη μία το Υπουργείο κόπτεται ότι δεν υπάρχουν παθολόγοι για να καλύψουν τις θέσεις στα νοσοκομεία και για τον θεσμό του προσωπικού γιατρού και από την άλλη μας απαξιώνει. Είναι κάτι το οποίο θα πρέπει να αλλάξει στο μέλλον για να μπορούμε να νιώσουμε κι εμείς καλύτερα. Γιατί κάνουμε μεγάλο αγώνα, όλοι μας.

Εμείς σαν γιατροί εδώ και πολλά χρόνια έχουμε κλείσει πολλά κενά του συστήματος υγείας και στην περίοδο του covid αλλά και μετά και στα νοσοκομεία. Υπάρχουν πάρα πολλές παθολογικές οι οποίες δεν υπάρχουν στην ουσία και λειτουργούν με παθολόγους από άλλες περιοχές.

Το αποτέλεσμα είναι να υπάρχουν και πάρα πολλά προβλήματα. Γενικώς κάτι πρέπει να κάνει και για τον παθολόγο αυτή η κυβέρνηση και να αναδείξει και λίγο το ρόλο του και όχι να υποβαθμίζει συνέχεια τον ρόλο του παθολόγου».