Αν ένας οδηγός οδηγεί για περισσότερες από δύο, το πολύ τρεις, ώρες το βράδυ, χωρίς διακοπή για ξεκούραση, είναι σαν να οδηγεί μεθυσμένος, σύμφωνα με μια νέα ολλανδο-γαλλική επιστημονική έρευνα, η οποία προειδοποιεί για τους κινδύνους που ελλοχεύουν.
Οι οδηγοί θα πρέπει να παίρνουν πολύ στα σοβαρά τη νύστα τους στο τιμόνι, καθώς αποτελεί μια από τις κύριες αιτίες δυστυχημάτων στους δρόμους, αν και συχνά δεν συνειδητοποιούν τα μειωμένα αντανακλαστικά που αυτή δημιουργεί.
Διάφορα πράγματα, όπως η ακρόαση δυνατής μουσικής ή το άνοιγμα του παραθύρου, δεν βοηθούν ιδιαίτερα. Αντίθετα οι ερευνητές συστήνουν η οδήγηση τη νύχτα να μην ξεπερνά τις 2 ώρες.
Εκτιμάται ότι περίπου το ένα πέμπτο όλων των ατυχημάτων στους δρόμους οφείλεται στη νύστα (αν και, εκ των πραγμάτων, είναι δύσκολο να εκτιμηθεί με ακρίβεια ένα τέτοιο ποσοστό). Έρευνες έχουν δείξει ότι ένας στους τρεις οδηγούς παραδέχεται πως οδηγεί νυσταγμένος το βράδυ, ενώ στους τρεις στους τέσσερις ότι οδηγούν κουρασμένοι.
Στην πράξη, οι περισσότεροι οδηγοί οδηγούν περισσότερο από τρεις ώρες συνεχόμενα τη νύχτα, ενώ κανονικά, σύμφωνα με τους ερευνητές, θα έπρεπε να σταματούν κατά καιρούς για να πιουν ένα καφέ ή ακόμα και για να πάρουν έναν υπνάκο.
Αντίθετα με την μέτρηση της κατανάλωσης αλκοόλ, η Τροχαία δεν έχει αντίστοιχο τρόπο να διαπιστώσει το βαθμό κόπωσης και νύστας ενός οδηγού.