Η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών εισηγήθηκε από 30 έως 59 ετών να έχουν τη δυνατότητα εμβολιασμού – αν το επιθυμούν – με την 4η δόση του εμβολίου κατά του κορονοϊού και έτσι τη Δευτέρα, 27 Ιουνίου, μπορούν οι πολίτες αυτής της ηλικιακής κατηγορίας να προγραμματίσουν τα ραντεβού τους.
Η αύξηση των κρουσμάτων κορονοϊού, τα οποία ξεπέρασαν και πάλι τις 10.000, οδήγησε την Επιτροπή να πάρει αυτή την απόφαση, ενώ υπάρχει ισχυρή σύσταση για τους άνω των 60 να εμβολιαστούν με την 4η δόση.
Σημειώνεται πως η 4η δόση του εμβολίου άνοιξε για όσους είναι άνω των 60 ετών στις 15 Απριλίου, αφού πρώτα πήραν σειρά οι ηλικιακές ομάδες άνω των 80 και άνω των 70 ετών.
Αναλυτικά η ανακοίνωση του υπουργείου Υγείας: «Στο πλαίσιο της εφαρμογής της απόφασης της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών όσον αφορά τη χορήγηση της 2ης αναμνηστικής δόσης (4η δόση), παραμένει η ισχυρή σύσταση για τους άνω των 60.
Αναφορικά με τα άτομα του γενικού πληθυσμού ηλικίας κάτω των 60 ετών η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών επισημαίνει ότι δεν υπάρχουν αυτή τη στιγμή επαρκή επιστημονικά δεδομένα για το πρόσθετο όφελος που θα προσέφερε μια δεύτερη αναμνηστική δόση με τα υπάρχοντα εμβόλια. Ωστόσο, η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών εισηγείται να δίνεται η δυνατότητα εμβολιασμού με δεύτερη αναμνηστική δόση σε άτομα ηλικίας 30 ως 59 ετών εφόσον το επιλέξουν. Η πλατφόρμα θα ανοίξει για όλους όσους το επιθυμούν την Δευτερα 27-06-22.».
Τι γνωρίζουμε για τις υποπαραλλαγές Β4/5 του κορονοϊού
Ο Ηλίας Μόσιαλος μέσω των social media τοποθετήθηκε για τις υποπαραλλαγές της μετάλλαξης Όμικρον και τις επιπτώσεις που έχουν.
Οι υποπαραλλαγές του κορωνοϊού Β4/Β5 στην Νότια Αφρική επικράτησαν μερικές εβδομάδες πριν την επέκταση τους σε ευρωπαϊκές χώρες. Το ίδιο είχε συμβεί και με το αρχικό στέλεχος της Όμικρον που αρχικά κυριάρχησε στη Νότια Αφρική. Είναι επομένως χρήσιμο να εξετάσουμε τις επιπτώσεις των νέων υποπαραλλαγών σε μια χώρα που έχουμε αρκετά δεδομένα και για σημαντικό χρονικό διάστημα.
Τα δημογραφικά δεδομένα της ΝΑ είναι διαφορετικά και ευνοϊκότερα των αντίστοιχών των ευρωπαϊκών χωρών. Το ίδιο ισχύει και με την έκθεση του πληθυσμού σε προηγούμενα κύματα (που προηγήθηκαν της Δέλτα και που ήταν μεγαλύτερα) που ήταν μεγαλύτερη σε σύγκριση με ευρωπαϊκές χώρες. Ξέρουμε επίσης, πως μόνο 32% των Νοτιοαφρικανών έχουν κάνει δύο δόσεις εμβολίων.
Τι βλέπουμε λοιπόν στο συνημμένο γράφημα, που παρουσιάζει τον συνολικό αριθμό θανάτων μετά από λοίμωξη με κορωνοϊό στα νοσοκομεία, σύμφωνα με τα στοιχεία του εθνικού ινστιτούτου δημόσιας υγείας (NICD) για τη Νότια Αφρική (Ανάλυση δεδομένων από τον Pieter Streicher);
Βλέπουμε καταρχάς πως τον τελευταίο χρόνο στη Νότια Αφρική (ΝΑ) τα δύο κύματα της Όμικρον είχαν σημαντικά μικρότερες επιπτώσεις από αυτό της Δέλτα. Και το κύμα της Β4/Β5 πολύ μικρότερες σε σύγκριση με αυτό των Όμικρον 1 και 2 όσον αφορά τους θανάτους που καταγράφηκαν στα νοσοκομεία.
Η έκθεση σε προηγούμενα στελέχη -ακόμη και της όμικρον- δεν αποτρέπει τις ήπιες λοιμώξεις από Β4/Β5. Επίσης γνωρίζουμε πως και τα εμβόλια δεν είναι αποτελεσματικά όσον αφορά την αποτροπή της ήπιας λοίμωξης. Όμως παρόλα αυτά, φαίνεται ότι ο συνδυασμός προηγούμενης έκθεσης και εμβολιασμού ή μόνο η προηγούμενη έκθεση ή μόνο ο εμβολιασμός προσφέρουν σημαντική προστασία όσον αφορά στη μείωση της θνητότητας.
Θα θυμίσω εδώ πως οι αρχικές εργαστηριακές μελέτες πανεπιστημίων του Χονγκ-Κονγκ και του Ισραήλ για την Όμικρον τον Δεκέμβριο του 2021, έδειχναν την επίπτωση κυρίως στο ανώτερο αναπνευστικό. Τότε είχα τονίσει πως ο συνδυασμός αυτών των μελετών και των τάσεων στη Νότια Αφρική, δείχνει πως η Όμικρον είναι πιθανό να έχει μικρότερες επιπτώσεις σε σύγκριση με τη Δέλτα όσον αφορά στη θνητότητα. Πολλοί είχαν διαφωνήσει και θεώρησαν ότι οι επιπτώσεις θα είναι μεγαλύτερες. Διαψεύστηκαν βέβαια με βάση τα πολλαπλά δεδομένα που πλέον έχουμε και από κλινικές και από επιδημιολογικές μελέτες.
Η Νότια Αφρική προφανώς και διαφέρει από την Ευρώπη. Αλλά όταν σε μια χώρα παρατηρούμε συγκεκριμένες τάσεις και κάθε κύμα που έρχεται προκαλεί μικρότερες επιπτώσεις, τότε είναι λογικό να αναμένουμε αντίστοιχες τάσεις (όχι αντίστοιχο αριθμό θανάτων ανά 1000 κατοίκους) και σε άλλες χώρες. Αυτό το περιμένουμε γιατί για παράδειγμα οι ευρωπαϊκές χώρες, παρότι έχουν δυσμενέστερα δημογραφικά δεδομένα έχουν καλύτερα συστήματα υγείας, πολύ υψηλότερο ποσοστό εμβολιασθέντων και πολύ μεγαλύτερη πρόσβαση σε αντιιίκα φάρμακα».