Στον ρόλο της τεχνολογίας, ως καταλύτη στην προώθηση της διαφάνειας και συγκεκριμένα έχοντας ως «οδηγό» το παράδειγμα του συστήματος εμβολιασμού και δη της παραποίησης των πιστοποιητικών του εμβολιασμού, κινήθηκε η συζήτηση με θέμα «Τεχνολογία και Διαφάνεια» στο πλαίσιο της 85ης Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης με βασικούς ομιλητές τον ‘Αγγελο Μπίνη, διοικητή Εθνικής Αρχής Διαφάνειας και τον Δημοσθένη Αναγωνστόπουλο γενικό γραμματέα Πληροφοριακών Συστημάτων Δημόσιας Διοίκησης του υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης και συντονιστή τον Νίκο Παναγιώτου αναπληρωτή καθηγητή του τμήματος δημοσιογραφίας στο ΑΠΘ.
Αναφερόμενος στην περίπτωση του Παλαμά στην Καρδίτσα ο κ. Μπίνης είπε ότι «κάποιος υπάλληλος επέτρεψε την πρόσβαση στην ηλεκτρονική του ταμπλέτα σε άλλο μη εξουσιοδοτημένο άτομο με αποτέλεσμα να εμφανιστούν ως εμβολιασθέντα, άτομα που ουδέποτε προσήλθαν στο κέντρο κι έτσι να εισαχθούν κανονικά στην αλυσίδα του εμβολιασμού, οπότε το πιστοποιητικό που εξάγεται μετά από το σύστημα να είναι έγκυρο. Όπως τόνισε «οι απαιτήσεις ασφάλειας που έχουν τα πιστοποιητικά, τα οποία εκδίδονται από τον επίσημο ιστότοπο της ελληνικής κυβέρνησης δεν έχουν καμιά σχέση με αυτά που πωλούνται στο διαδίκτυο και μπορούν πολύ εύκολα να ανιχνευτούν κατά τον έλεγχο. Εσφαλμένα έχει παρουσιαστεί ότι πρόκειται για πρόβλημα της ηλεκτρονικής διαδικασίας και των εργαλείων που χρησιμοποιούνται». Πρόσθεσε μάλιστα ότι «στην περίπτωση Παλαμά, αλλά και στις υπόλοιπες,το ηλεκτρονικό σύστημα όχι μόνο αποτελεί έναν ισχυρό μηχανισμό πρόληψης αλλά κι όταν διαπραχθεί απάτη. Τότε ο ελεγκτικός μηχανισμός έχει τα ίχνη, τα εργαλεία να βρει και τον φυσικό αυτουργό και τους εμπλεκόμενους παίκτες αλλά κυρίως να διαγνώσει το πρόβλημα».
Από την πλευρά του, ο κ. Αναγνωστόπουλος υπογράμμισε την μεγάλη σημασία οι χρήστες να κρατούν τους κωδικούς τους μυστικούς και να μην τους διαμοιράζονται με άλλους. «Το σημαντικό είναι ότι πλέον έχουμε τη δυνατότητα να γνωρίζουμε πότε και τι έχει συμβεί. Ποιο εμβόλιο σε ποιο εμβολιαστικό κέντρο δόθηκε σε ποιον αρμόδιο για τον εμβολιασμό υπάλληλο, ποιο άτομο εμβολιάστηκε και σε ποια στιγμή. Είναι μια αλυσίδα που είναι δεμένη και η οποία μας δίνει τέτοια ηλεκτρονικά ίχνη που είναι πλέον ξεκάθαρο και καταγεγραμμένο τι συμβαίνει και πότε».
Όσον αφορά στο ζήτημα της παραπληροφόρησης, ο κ. Μπίνης έκανε λόγο για «κακή χρήση της πληροφορίας για τη διασπορά κακών ειδήσεων, όπου επιτήδειοι εκμεταλλευόμενοι την απειρία αλλά και την φοβία του κόσμου εκμεταλλεύονται αυτήν την εύκολη διακίνηση πληροφορίας από το διαδίκτυο, την στιγμή που οι πολίτες έχουν μικρή δυνατότητα επαλήθευσης των αυτών των στοιχείων. Αυτό που χρειάζεται είναι ισχυρά συστήματα, ενημερωμένους πολίτες και ελεγκτικούς μηχανισμούς με εξειδικευμένο προσωπικό με ειδικές ικανότητες».
Στο ίδιο θέμα αναφέρθηκε και ο κ. Αναγνωστόπουλος, ο οποίος μίλησε για τη «δυνατότητα να έχει κάποιος, μέσω κατάλληλης τεχνολογίας, του ελέγχου για το τι είναι αλήθεια κι τι όχι. Με τον τρόπο αυτό θα μπορέσουμε να έχουμε πολύ καλύτερη εικόνα για το αν διακινούνται πράγματα που είναι καταφανώς ψευδή και τα οποία μπορεί να είναι κι επικίνδυνα». Μάλιστα επεσήμανε ότι «το σύστημα εμβολιασμού είχε ως άξονα την εξυπηρέτηση του πολίτη, την πολύ καλή και γρήγορη διεκπεραίωση του εμβολιασμού. Σίγουρα κάποιος θα προσπαθούσε να κάνει κάτι, αλλά δεν θα γνώριζε ότι κάτι τέτοιο θα ήταν εκ των προτέρων αντιληπτό».
Συμπλήρωσε μάλιστα ότι «προφανώς η έκδοση ενός ψηφιακού εμβολιασμού καταδεικνύει ότι φτάσαμε σε ένα αποτέλεσμα το οποίο όχι μόνο γίνεται με βάση ευρωπαϊκά πρότυπα και με τρόπο ο οποίος διασφαλίζει την ορθότητα των πιστοποιητικών, αλλά και κάτι το οποίο πρωτοπορήσαμε. Είναι ξεκάθαρο ότι καθένα πιστοποιητικό έχει έναν μοναδικό κωδικό που αντιστοιχεί σε συγκεκριμένο πολίτη για τον οποίο κι εκδίδεται και δεν πρέπει κάτι τέτοιο να τίθεται σε αμφισβήτηση. Προφανώς, ο ανθρώπινος παράγοντας είναι κάτι στο οποίο πρέπει να δώσει κάποιος έμφαση, είναι λογικό ότι οι άνθρωποι θα κάνουν λάθη. Αυτό που δεν είναι λογικό κι επιτρεπτό να κάνουν λάθη εσκεμμένα και με τον τρόπο αυτό να εκθέτουν τον εαυτό τους και μια συνολική διαδικασία. Είναι κάτι που προφανώς καταδικάζεται και προφανώς ανιχνεύεται».