«Όχι» στο αίτημα του Δημήτρη Λιγνάδη να μην οδηγηθεί στη φυλακή αλλά να παραμείνει σε κατ’ οίκον περιορισμό με «βραχιολάκι» ηλεκτρονικής επιτήρησης είπαν οι δικαστικές αρχές, μετά την απολογία του για το κακούργημα του βιασμού κατά συρροή.
Από τα στοιχεία που είχαν στη διάθεση τους οδηγήθηκαν στην κρίση ότι «καταδεικνύεται η σαφής εξακολουθητική εγκληματική ροπή του χαρακτήρα και της προσωπικότητας του κατηγορούμενου, για τον λόγο δε αυτό, κρίνεται ότι δεν καθίσταται επαρκής η επιβολή σε αυτόν, του περιοριστικού όρου του κατ’ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση, για την αποτροπή του από την τέλεση νέων αδικημάτων, η δε κρίση αυτή τελεί σε ανεξαρτησία από την εκ μέρους του υποβολή αντιστοίχου αιτήματος ή μη».
Στο ένταλμα προσωρινής κράτησης σε βάρος του κατηγορούμενου σκηνοθέτη καταγράφονται σοβαρές ενδείξεις ενοχής για το αδίκημα του βιασμού κατά συρροή. Η φύση και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των αδικημάτων αυτών σε συνδυασμό με τους χρόνους τέλεσής τους, που απέχουν μεταξύ τους 5 χρόνια, αλλά και ο τρόπος που τέλεσθηκαν, κρίθηκε ότι καταδεικνύει «εμμονή, επαναλαμβανόμενη συμπεριφορά και σταθερή εγκληματική ροπή του κατηγορουμένου στην τέλεση συναφών αδικημάτων κατά της γενετήσιας ελευθερίας», φέρεται να αναφέρει το ένταλμα.
Η ανακρίτρια είδε πίσω από τις πράξεις του σκηνοθέτη συγκεκριμένη μεθοδολογία, συστηματική προσέγγιση των παθόντων από τον κατηγορούμενο, επιμονή από μέρους του στην καλλιέργεια των κατάλληλων συνθηκών σε ιδιωτικούς χώρους φυσικής του εξουσίασης για τη δημιουργία, κλίματος εμπιστοσύνης με αυτούς, καθώς εκμεταλλευόταν, αφενός, τη δική του κοινωνική αναγνώριση και επαγγελματική καταξίωση, αφετέρου την επιθυμία των παθόντων για κοινωνική αναβάθμιση και ενασχόληση με τον χώρο του θεάματος. Επιπλέον, άσκηση σωματικής βίας ή περιαγωγής των παθόντων σε κατάσταση αναισθησίας ή ανικανότητας για αντίσταση
Σύμφωνα με όσα φέρεται να αναφέρονται στο ένταλμα κρίθηκε ότι «αν αφεθεί ελεύθερος είναι πολύ πιθανό να διαπράξει και άλλες αξιόποινες πράξεις, σε κάθε δε περίπτωση, ομοειδείς με την κακουργηματική πράξη του βιασμού κατά συρροή». Αξίζει να σημειωθεί, ότι η ανακρίτρια κάνει ιδιαίτερη μνεία σε στοιχεία που «προκύπτουν εναργώς από τη συνδυαστική και συνολική εκτίμηση του συλλεγέντος υλικού, το οποίο δεν κλονίζεται από την απολογία και τα εισφερθέντα αποδεικτικά στοιχεία εκ μέρους του κατηγορουμένου». Μάλιστα, φέρεται να κάνει λόγο για «αδιάλειπτη επιθυμία του για ικανοποίηση, της γενετήσιας ορμής του με ανήλικα, κυρίως άρρενα, άτομα, αδιαφορώντας για το ενδεχόμενο προσβολής της ανθρώπινης αξιοπρέπειάς τους και της γενετήσιας ελευθερίας τους».