Ένα μοναδικό θαύμα συνέβη κατά τη διάρκεια του Β΄Παγκοσμίου πολέμου στα Φιλιατρά, τα οποία έσωσε ο Άγιος Χαράλαμπος.
Το 1943 το Γερμανικό Στρατηγείο της Τρίπολης διέταξε τον Γερμανό Διοικητή των Φιλιατρών, Κοντάου, να κάψουν τα Φιλιατρά, να σκοτώσουν τους πρόκριτους της πόλης και να συλλάβουνε 1.500 κατοίκους της για να τους στείλουν στα στρατόπεδα της Γερμανίας, καθώς οι αντάρτες είχαν προβεί σε κάποιο σαμποτάζ.
Ο Κοντάου έδωσε με τη σειρά του διαταγή στους στρατιώτες του να προχωρήσουν την επομένη στις 6.00 π.μ. στην εκτέλεσή της.
Μόλις το πληροφορήθηκε αυτό, ο ιερέας Θεόδωρος Κωτσάκης, από τα Φιλιατρά, προσπάθησε ανεπιτυχώς να μεσολαβήσει στους σκληρούς κατακτητές. Αποχωρώντας άπρακτος ο ιερέας από τη γερμανική διοίκηση, ειδοποίησε τους Φιλιατρινούς της Τρίπολης να προσευχηθούν τη νύκτα στον Άγιο Χαράλαμπο, πολιούχο Φιλιατρών, για να βάλει το χέρι του.
Ο Άγιος Χαράλαμπος, πραγματικά, παρουσιάστηκε τη νύχτα στον Κοντάου, ενώ κοιμόταν, σύμφωνα με το dogma.gr.
Ήταν μια ένας γέροντας σεβάσμιος, μεγαλοπρεπής, ιεροφορεμένος, που δεν την είχε δει ποτέ στη ζωή του ο Γερμανός Διοικητής. Ο γέροντας του ζήτησε ήπια να μην εκτελέσει τη φρικτή εντολή.
Εκείνος εντυπωσιασμένος από το όνειρο, ξύπνησε. Σε λίγο ξανακοιμήθηκε, χωρίς να έχει επηρεαστεί. Όμως ο Άγιος επανεμφανίστηκε λέγοντας τα ίδια λόγια προσθέτοντας ότι θα φρόντιζε να μην τιμωρηθεί ο ίδιος για την παρακοή.
Ο Διοικητής ξαναξύπνησε και αυτή τη φορά τα λόγια του γέροντα στοίχειωναν τη σκέψη του. Ωστόσο, του ήταν αδύνατο να μην εκτελέσει τη διαταγή, αφού γνώριζε ότι έτσι θα ακολουθούσε και η δική του παραδειγματική τιμωρία. Αποφάσισε, λοιπόν, να ξανακοιμηθεί, όταν για τρίτη φορά, ο Άγιος Χαράλαμπος τον επισκέφθηκε συμβουλεύοντάς τον: «Σου είπα να μην φοβηθείς. Εγώ θα φροντίσω και δεν θα τιμωρηθείς. Θα φυλάξω εσένα και όλους τους άνδρες σου και θα γυρίσετε στα σπίτια σας, χωρίς να πάθει κανένας τίποτε».
Στην αρχή ο Διοικητής θέλησε να αρνηθεί την εντολή του Αγίου, αλλά τελικά λύγισε, διότι εν συνεχεία τη νύχτα εκείνη, ο Γερμανός αξιωματικός, κατά τα λεγόμενά του, άκουσε στον ύπνο του κλάματα, από βασανιζόμενους ανθρώπους στην αυλή του. Ύστερα πλησίαζαν ζωντανές μορφές, που έμοιαζαν γυναίκες, που κτυπούσαν τα στήθη από δυστυχία. Θρηνούσαν και καταριόντουσαν για την σφαγή των παιδιών τους που αναμενόταν. Όλες αυτές οι φωνές γίναν σύννεφο και ανέβαιναν προς τον ουρανό. Έβλεπε ακόμη ο Διοικητής σκοτεινά σύννεφα, που έβγαιναν από το δωμάτιό του και ανέβαιναν σκιάζοντας τον ήλιο και σκοτεινιάζοντας τα πρόσωπα των στρατιωτών του. Άλλοι απ’ αυτούς τρόμαζαν και άλλοι ζητούσαν βοήθειαν, κάνοντας τον Σταυρό τους. Ξύπνησε έντρομος. Πήγε να μιλήσει, αλλά έμενε ενεός βλέποντας ακόμη την άγια μορφή, το γέροντα του ονείρου του.
Όταν συνήλθε, άρχισε να σκέφτεται το κακό, που επρόκειτο να γίνει. Οι σκέψεις αυτές τον αναστάτωσαν. Αλλά το «καθήκον» του ως αξιωματικού του Χίτλερ τον .. καλούσε να κάνει την αποτρόπαια πράξη. Ξανάκλεισε τα μάτια. Και ο Άγιος Χαράλαμπος, εμφανίσθηκε ξανά απειλητικός. Με φωνή δυνατή και επιτακτική του είπε: «Πρόσεξε! Η πόλη δε θα καεί και οι κάτοικοι δε θα συλληφθούν. Είναι αθώοι. Το ακούς;».
Τότε σηκώθηκε και χαράματα τηλεφώνησε στον προϊστάμενό του στην Τρίπολη. Άρχισε να του μιλάει με τρεμάμενη φωνή, αλλά και ο στρατιωτικός διοικητής Πελοποννήσου δεν πήγαινε πίσω. Άνοιγε το στόμα του και έβγαιναν άναρθρες κραυγές. Ήθελε να αγριέψει για να εκτελεστεί η διαταγή, αλλά δεν μπορούσε. Η αιτία ήταν η ίδια. Και αυτός είχε δει στο όνειρό του τον Άγιο Χαράλαμπο όπως του τον περιέγραψε στο τηλέφωνο και ο αξιωματικός του. Τελικά τού ανακοίνωσε: «Γράψτε. Αναστέλλω την καταστροφήν της πόλεως. Έλθετε αμέσως ενώπιόν μου αύριον μεσημβρία».
Τα ξημερώματα ανακοινώθηκε η ανάκληση της απόφασης των Γερμανών. Οι κάτοικοι των Φιλιατρών ξεχύθηκαν χαρούμενοι στα καφενεία, στην πλατεία, στους δρόμους, ώσπου αντιλήφθηκαν μια ομάδα Γερμανών που είχαν στη μέση τον αξιωματικό τους Κοντάου και δυο Ορθοδόξους ιερείς, να περνούν και να κατευθύνονται από τη μια Εκκλησία της πόλης στην άλλη. Ο αξιωματικός έψαχνε να βρει την εικόνα του Αγίου, που είδε. Όταν του ανοίξανε την πόρτα του Ναού της Παναγίας, αναγνώρισε την εικόνα του Αγιου Χαραλάμπους, που είδε στον ύπνο του.
Η φωνή του κόπηκε. Λέγεται ότι σκέπασε με τα χέρια του το πρόσωπό του και όταν τα κατέβασε, έκανε το Σταυρό του, λέγοντας προσχευχές στα γερμανικά. Στη συνέχει ρώτησε τους ιερείς να του πούνε ποιος ήταν ο γέροντας της εικόνας. Του διηγηθήκαν, πως είναι ο θαυματουργός Άγιος Χαράλαμπος που υπέστη πολλά μαρτύρια για το Χριστό.
Η ευγνωμοσύνη των Φιλιατρινών στον Άγιο δεν περιγραφόταν. Δοξάζαν το Θεό και ευχαριστούσαν τον Άγιο για το θαύμα του. Ο Γερμανός αξιωματικός και όλοι οι άνδρες της φρουράς εκείνης επέστρεψαν, όταν τελείωσε ο πόλεμος, στη Γερμανία, αλώβητοι. Ο αξιωματικός διατήρησε ζωηρή την μνήμη του θαύματος ευγνωμονώντας τον Άγιο.
Έπειτα από λίγα χρόνια, ξεκίνησε με την γυναίκα του από την Γερμανία για τα Φιλιατρά. Δεν πρόλαβε όμως την γιορτή του Αγίου, διότι έφτασε στις 11 Φεβρουαρίου. Όταν όμως τον είδανε οι Φιλιατρινοί, χάρηκαν και ξαναγιορτάσαν. Ψάλλαν δοξολογία και παρέθεσαν εορταστικό τραπέζι. Πολλές φορές ο Κοντάου με την γυναίκα του, τα παιδιά του και άλλους πατριώτες του πήγαινε στις 10 Φεβρουαρίου στα Φιλιατρά για να προσευχηθεί στον Άγιο Χαράλαμπο.