«Η Ελλάδα στη δοκιμασία ενός νέου σχεδίου λιτότητας», τιτλοφορεί ολοσέλιδο ρεπορτάζ της η εφημερίδα Le Monde.
«Για τους δημόσιους υπαλλήλους που κινδυνεύουν με απόλυση, είναι η ίδια η ζωή που καταρρέει», υπογραμμίζει σε υπότιτλο.
Σύμφωνα με το άρθρο, η θέση του νέου υπουργού διοικητικής μεταρρύθμισης Κυριάκου Μητσοτάκη είναι πάρα πολύ δύσκολη και θα μπορούσε να τον καταστήσει «τον πλέον αντιδημοφιλή πολιτικό».
Εξαντλημένοι οι Έλληνες από την πολιτική λιτότητας, δεν είναι σήμερα ιδιαίτερα πρόθυμοι να δώσουν στον νέο υπουργό περίοδο χάριτος, εκτιμά ο ανταποκριτής της εφημερίδας.
Στο δημοσίευμα γίνεται ιδιαίτερη αναφορά σε ορισμένα μέτρα, όπως η κατάργηση της Δημοτικής Αστυνομίας, ενώ σημειώνονται παράλληλα οι αντιδράσεις των συνδικάτων και οι επιφυλάξεις που έχουν εκφράσει ορισμένοι βουλευτές της πλειοψηφίας. Υπογραμμίζεται τέλος ότι το πολυνομοσχέδιο είναι δύο φορές στρατηγικό: Είναι η υποχρεωτική διαδρομή προκειμένου να φθάσει άμεσα φρέσκο χρήμα στα ταμεία του κράτους, αλλά επίσης και μια ευκαιρία για την κυβέρνηση να δοκιμάσει την ενότητα και την ικανότητά της να κινητοποιεί το Κοινοβούλιο για τα αντιδημοφιλή μέτρα που απαιτεί η τρόικα.
Εξ άλλου, το ρόλο του Μάριο Ντράγκι εκθειάζει στο κύριο άρθρο της η Le Monde, στο οποίο αρθρογράφος υποστηρίζει ότι η κρίση του ευρώ εξακολουθεί να υφίσταται, η δε Ελλάδα είναι αυτήν την εβδομάδα, εκ νέου στην πρώτη γραμμή, μεταδίδει το ΑΜΠΕ.
«Το να πει κανείς το αντίθετο, θα αποτελούσε ύβρη για τα εκατομμύρια των Ευρωπαίων που υποφέρουν από τα προγράμματα προσαρμογής, που έχουν σχεδιαστεί άσχημα, εφαρμόζονται άσχημα και έχουν προγραμματισθεί άσχημα μέσα στο χρόνο», υπογραμμίζεται.
Στο δημοσίευμα γίνεται αναφορά στη μείωση των δημοσίων υπαλλήλων στην Ελλάδα κατά 15. 000, με «αντάλλαγμα τη δόση των 6,8 δισ.» μέχρι το τέλος του έτους. Δεν είναι, όμως, μόνο η Ελλάδα, γράφει η Le Monde. Και προσθέτει ότι το ίδιο πρόβλημα αντιμετωπίζουν «όλες οι χώρες που δέχονται βοήθεια (…). Θα έπρεπε η Ευρώπη να είχε δράσει με λεπτότητα αντί να κόβει με το τσεκούρι. Η θεραπεία θα έπρεπε να είχε δώσει σιγουριά στις αγορές, τράπεζες, ασφαλιστικές εταιρείες κ.α. Δεν συμβαίνει όμως αυτό. Ευτυχώς η ΕΚΤ διευθύνεται από έναν “χρυσόστομο” Ιταλό, τον Μάριο Ντράγκι. Τα κλασσικά του κοστούμια κρύβουν την αποφασιστική του ικανότητα για μη συμβατικές νομισματικές πολιτικές. Μάλιστα δεν χρειάζεται καν να τις εφαρμόζει, όπως για παράδειγμα το πρόγραμμά του για επαναγορά κρατικών ομολόγων. Του αρκεί απλώς να μιλήσει για να καθησυχάσει», λέει ο αρθρογράφος.
Φέρνει ως παράδειγμα το πως, με δύο λόγια που είπε για την εμπιστοσύνη του στο ευρώ, προκάλεσε την πτώση των πορτογαλικών επιτοκίων.
Το άρθρο καταλήγει υπογραμμίζοντας την ανάγκη μεταρρυθμίσεων για την ενδυνάμωση του ευρώ, μέσω της τραπεζικής ένωσης και της δημοσιονομικής εναρμόνισης που θα πρέπει ή δυνατόν «να γίνουν με επιδεξιότητα».