«Κατόπιν προτάσεως του κ. Παπαδημούλη, η Κιβωτός προτάθηκε για το βραβείο του Ευρωπαίου Πολίτη και ψηφίστηκε ομόφωνα. Δεν κάνω τίποτα παραπάνω από το καθήκον μου. Είναι υποχρέωσή μου δηλαδή να προσφέρω, να στηρίζω», δήλωσε στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο πατήρ-Αντώνιος, έπειτα από τη βράβευση του οργανισμού «Κιβωτός του Κόσμου» με το βραβείο του Ευρωπαίου Πολίτη.
Όπως πρόσθεσε, «από την άλλη, τα βραβεία αυτού του επιπέδου βοηθούν στο να φέρουν περισσότερο κόσμο κοντά μας, αλλά κι αναγνώριση, πιστοποίηση του έργου κι αυτό είναι κάτι πάρα πολύ σπουδαίο. Είμαστε με μία ομάδα παιδιών, δέκα παιδιά που έχω πάρει μαζί μου, να βιώσουν κι εκείνα αυτή τη μεγάλη στιγμή. Τα παιδιά είναι πολύ ενθουσιασμένα. Είναι παιδιά που εμείς προσπαθούμε να ξανακάνουμε παιδιά, να τα βοηθήσουμε να ονειρεύονται, να ελπίζουν για ένα καλύτερο μέλλον».
«Τέτοιου είδους εκδηλώσεις είναι πολύ σημαντικές για να τονώσουν και την αυτοπεποίθησή τους. Όταν βλέπουν το σπίτι τους, που είναι η κιβωτός, να τιμάται και να βραβεύεται νιώθουν κι εκείνα τα ίδια ότι είναι μέρος αυτής της τιμής – και για μένα αυτό έχει πολύ μεγάλη αξία», υπογράμμισε ο π. Αντώνιος.
Λίγα λόγια την «Κιβωτό του Κόσμου»
O ιερέας Αντώνιος Παπανικολάου υπηρέτησε ως εφημέριος στον Άγιο Γεώργιο Ακαδημίας Πλάτωνος, στον Κολωνό. Ξεκίνησε την ιερατική του δράση το 1998, σε μια από τις πιο υποβαθμισμένες τότε περιοχές, στον Κολωνό στην Αθήνα. Ο ίδιος παρατηρούσε καθημερινά παιδιά, που ενώ θα έπρεπε να ήταν στο σχολείο σύχναζαν σε πλατείες, ή παιδιά που αποτελούσαν μέλη ομάδων υψηλού κινδύνου, ενώ πάντα τα ίδια και οι οικογένειές τους βρίσκονταν σε ανάγκη. Σιγά-σιγά, τα πλησίασε μέσω του μπάσκετ και της αποδοχής, ανθρώπινα, προσπαθώντας να μιλήσει μαζί τους, για τους προβληματισμούς τους, για την καθημερινότητά τους, προσπαθώντας να τους μιλήσει ως ίσος προς ίσον, χωρίς να τα κρίνει και χωρίς να τα νουθετεί – και κυρίως να βρει τον τρόπο να σταθεί στο πλάι τους και να τα βοηθήσει στις ανάγκες τους. Με τον καιρό κέρδισε την αποδοχή τους και σταδιακά και την εμπιστοσύνη τους.
Η προσφορά του απλού κόσμου ξεκίνησε μετά από καιρό, εφόσον γνώρισαν το νεαρό ιερέα και συνειδητοποίησαν τις προθέσεις του. Οι κάτοικοι της περιοχής άρχισαν να έρχονται ο ένας μετά τον άλλο, και εθελοντικά να παρέχουν τις υπηρεσίες τους. Δάσκαλοι άρχισαν να έρχονται και να κάνουν μαθήματα στα παιδιά, νοικοκυρές της περιοχής άρχισαν να φέρνουν πράγματα από τα σπίτια τους, τρόφιμα και ρούχα που δεν χρειάζονταν πια οι δικές τους οικογένειες.
Έτσι, με τη βοήθεια εθελοντών, δημιουργήθηκε η Κιβωτός του Κόσμου – μια οργάνωση με στόχο να βγάλει όσα περισσότερα παιδιά μπορούσε από τη φτώχεια και την εγκατάλειψη, και να τους προσφέρει τη δυνατότητα «να σταθούν στα πόδια τους».
Καθώς ο πληθυσμός που ζητούσε βοήθεια αυξανόταν με ταχείς ρυθμούς, ο πατέρας Αντώνιος, βλέποντας τα παιδιά και τις ανάγκες ολοένα να αυξάνονται, θέλησε να στεγάσει την προσπάθεια σε ένα πρώην καφενείο και άρχισε να δημιουργεί προγράμματα υποστήριξης, με πρώτο στόχο να βοηθήσει τα μεγαλύτερα παιδιά της περιοχής να επιστρέψουν στο σχολείο και να ολοκληρώσουν την φοίτησή τους.
Η υποστήριξη, εκτός των Ελλήνων αλλά και των μεταναστών, αποτέλεσε σημαντικό ζήτημα προβληματισμού για πολλούς πολίτες, αλλά και φορείς της ευρύτερης περιοχής, αφού πολλοί ήταν εκείνοι που υποστήριζαν ότι οι προσπάθειες του ιερέα θα πρέπει να εστιάζονται αποκλειστικά στους Έλληνες που έχουν ανάγκη και όχι στους αλλοδαπούς. Η αγκαλιά της «Κιβωτού» δέχεται όλους όσους έχουν την ανάγκη της, ανεξάρτητα από εθνικότητα και θρησκεία.