Η μισαλλοδοξία, η ξενοφοβία, ο αντισημιτισμός και κάθε είδους ρατσισμός – εκφάνσεις ενός τρόπου ζωής – ξαναχτυπούν τις πόρτες μας και είναι καθήκον μας σήμερα στην Ελλάδα και σε ολόκληρη την Ευρώπη, να επαγρυπνούμε, να φωνάζουμε και να εννοούμε το «ποτέ ξανά αυτή εδώ η φρίκη». Τα παραπάνω τόνισε η πρέσβης της Ελλάδας στην Αυστρία, Χρυσούλα Αλειφέρη, στην ομιλία της στην τελετή μνήμης στο πρώην ναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Μαουτχάουζεν στην άνω Αυστρία, για τους 3.700 Έλληνες νεκρούς που έχασαν εκεί βάρβαρα τη ζωή τους, στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
«Ο θάνατος τόσων ανθρώπων, ο άδικος χαμός τους, δεν εξασφαλίζει από μόνος του ότι είμαστε πια απαλλαγμένοι από τον κίνδυνο. Τα χρόνια περνούν, οι άνθρωποι που τα έζησαν φεύγουν, άλλοι ξεχνούν και άλλοι κάνουν ότι δεν θυμούνται ή δεν θέλουν να θυμούνται. 71 χρόνια μετά την απελευθέρωση του Μαουτχάουζεν, ελλοχεύει πάντα ο κίνδυνος» προειδοποίησε η Ελληνίδα πρέσβης.
Στην τελετή στο ελληνικό μνημείο, την μνήμη των Ελλήνων νεκρών του Μαουτχάουζεν τίμησαν με καταθέσεις στεφάνων, η Ελληνίδα πρέσβης και εκπρόσωποι της ελληνικής πολιτείας, εκπρόσωποι της Κυπριακής Δημοκρατίας με επικεφαλής τον πρέσβη Μάριο Ιερωνυμίδη. Τρισάγιο τέλεσε ο αρχιδιάκονος της Ιεράς Μητροπόλεως Αυστρίας, Αθανάσιος.
Την μνήμη των νεκρών τίμησαν επίσης, οι αντιπροσωπείες ελληνικών μαζικών φορέων, αλλά και πολλά μέλη της Ομογένειας στην Αυστρία, με σημαντική παρουσία νεολαίων, ενώ ακολούθησε παρουσίαση του μνημειώδους έργου «Μαουτχάουζεν» του Μίκη Θεοδωράκη, από το μουσικό σχήμα της Βιέννης «Οι Έλληνες».
Νωρίτερα, στη συλλογική τελετή στο κεντρικό μνημείο του πρώην ναζιστικού στρατοπέδου συγκέντρωσης, δεκάδες επίσημες αντιπροσωπείες από τα πέρατα του κόσμου με κεντρικό σύνθημα «Διεθνής Αλληλεγγύη», και πολλές χιλιάδες προσκυνητές με επικεφαλής τον ομοσπονδιακό πρόεδρο της Αυστρίας, Χάιντς Φίσερ και πολλά μέλη της αυστριακής κυβέρνησης, όπως επίσης έξι από τους ελάχιστους πλέον επιζώντες του Μαουτχάουζεν, τίμησαν τη μνήμη των πάνω από 120.000 ανθρώπων που θανατώθηκαν εκεί από τους ναζιστές.
Στο περιθώριο των τελετών μνήμης στο Μαουτχάουζεν, παρουσιάστηκε «Βιβλίο μνήμης» για τα θύματα του ναζιστικού στρατοπέδου συγκέντρωσης, ένα τρίτομο έργο, αποτέλεσμα πολύχρονων επιμελών ερευνών, που παρουσιάζονται για πρώτη φορά και αναφέρονται στην ταυτότητα και άλλα στοιχεία 84.270 θυμάτων.
Το στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Μαουτχάουζεν, έξω από το ομώνυμο χωριό 170 χλμ. δυτικά της Βιέννης, ιδρύθηκε από τους Γερμανούς ναζιστές το 1938 και μέχρι την απελευθέρωσή του από συμμαχικά στρατεύματα στις 5 Μαΐου 1945, πάνω από 206.000 κρατούμενοι από όλη την Ευρώπη γνώρισαν εκεί ό,τι πιο απάνθρωπο μπορεί να συλλάβει ο ανθρώπινος νους.
Για τους 122.797 από αυτούς – ανάμεσά τους και 3.700 Έλληνες – η απελευθέρωση ήλθε πολύ αργά: είχαν αφήσει στα κρεματόρια του Μαουτχάουζεν την τελευταία τους πνοή.
Μετά τον πόλεμο, οι εγκαταστάσεις του ναζιστικού στρατοπέδου συγκέντρωσης μετατράπηκαν σε μουσείο και τόπο προσκυνήματος, με μνημεία των χωρών που είχαν εκεί τα θύματά τους και κάθε χρόνο στην επέτειο απελευθέρωσης, συρρέουν στο Μαουτχάουζεν πολλές χιλιάδες προσκυνητές από τα πέρατα της Ευρώπης αλλά και οι ελάχιστοι πλέον εν ζωή από τους επιζώντες του.
Το μνημειώδες έργο του, «Μαουτχάουζεν», ο κορυφαίος Έλληνας μουσικοσυνθέτης Μίκης Θεοδωράκης μελοποίησε το 1965 σε ποίηση του θεατρικού συγγραφέα και ακαδημαϊκού Ιάκωβου Καμπανέλλη, ο οποίος υπήρξε για δυόμιση χρόνια κρατούμενος στο ναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης και ένας από τους ελάχιστους επιζώντες του.
Ο Μίκης Θεοδωράκης, έχοντας δίπλα του τον Ιάκωβο Καμπανέλλη, είχε παρουσιάσει για πρώτη φορά το «Μαουτχάουζεν» στον τόπο του μαρτυρίου το Μάιο του 1988, σε μια ιστορική συναυλία του με την Μαρία Φαραντούρη, την Ελινόαρ Μοάβ-Βιντιάδη και την Ανατολικογερμανίδα Γκίζελα Μάι, παρουσία του τότε καγκελάριου της Αυστρίας, Φραντς Βρανίτσκι και δεκάδων χιλιάδων προσκυνητών απ’ όλη την Ευρώπη.