Σήκωσαν το γάντι τόσο η εισαγγελέας όσο και η Πρόεδρος του Αρείου Πάγου απαντώντας σε βολές που δέχτηκαν στο πλαίσιο ενός ακήρυχτου πολέμου με επίκεντρο τα θέματα διαφθοράς. Και οι δυο ανώτατες δικαστικές λειτουργοί επέλεξαν να δημοσιοποιήσουν τις απόψεις τους υπογράφοντας κείμενα – απαντήσεις.
Η εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ευτέρπη Κουτζαμάνη απάντησε στις αιτιάσεις του προέδρου των Ανεξάρτητων Ελλήνων και υπουργού Άμυνας Πάνου Καμμένου ότι η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου «καλύπτει» πολύκροτες υποθέσεις. «Η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου προσπαθεί και εκπληρώνει στο ακέραιο την αποστολή της, δεν έχει παραλείψει κάτι, ούτε συγκάλυψε κάποιον ή κάποιους», απαντά η κ. Κουτζαμάνη.
Όπως αναφέρει στην ανακοίνωση της η εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ευτέρπη Κουτζαμάνη:
«Με αφορμή το ενδιαφέρον για την Εισαγγελία του Αρείου Πάγου τµήµα της ενώπιον της Βουλής των Ελλήνων οµιλίας του Προέδρου των Ανεξαρτήτων Ελλήνων και Υπουργού Εθνικής Άµυνας κ. Πάνου Καµµένου, κατά τη συνεδρίαση της Ολοµέλειας αυτής της 29ης Μαρτίου 2016, µε το ακόλουθο περιεχόμενο “Μήπως η Marfin, της οποίας τα στελέχη εκδίδονται µε οµόφωνη απόφαση του Εφετείου για να δικαστούν στην Κύπρο και κατά των οποίων, σύµφωνα µε έγκυρες πηγές, εκδόθηκε ήδη ένταλµα σύλληψης, που επιβεβαιώνεται από τον Γενικό Εισαγγελέα της Κύπρου, καλύπτονται;
Και από ποιον καλύπτονται; Μήπως καλύπτονται, όχι από την κ. Θάνου, αλλά από την Εισαγγελία του Αρείου Πάγου, η οποία δεν δίνει εντολή στην Ευρώπη, στην Eurojust, στον Εισαγγελέα να καταθέσει στο κοινό register τρεις υποθέσεις; Της Siemens, του Βγενόπουλου και των υποβρυχίων;” κρίνεται αναγκαίο να ανακοινωθούν τα κάτωθι:
Η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου προσπαθεί και εκπληρώνει στο ακέραιο την αποστολή της, δεν έχει παραλείψει κάτι, ούτε συγκάλυψε κάποιον ή κάποιους. Το θέµα της υπαγωγής υποθέσεων στο σύστημα διαχείρισης υποθέσεων της Eurojust (το αποκληθέν ως “κοινό register”) ανήκει στην αρμοδιότητα του δικαστικού ή εισαγγελικού λειτουργού που χειρίζεται
την υπόθεση, ο οποίος διαβιβάζει το αίτηµα δια του κατά τόπον αρµοδίου Εισαγγελέα Εφετών, και όχι στην αρµοδιότητα της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου. Οι υποθέσεις Siemens, Υποβρυχίων και Βγενόπουλου, στις 2 οποίες γίνεται αναφορά από τον Πρόεδρο των ΑΝΕΛ κ. Πάνο Καµµένο, όπως πληροφορηθήκαμε από το Εθνικό µας Μέλος στην Eurojust, έχουν υπαχθεί στο σύστηµα διαχείρισης υποθέσεων της Eurojust, οι δύο πρώτες στις 8-9-2008 και 26-7-2010, αντίστοιχα, και η τρίτη στις 21-4-2015.
Εποµένως, ουδόλως εµπλέκεται η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου στη διαδικασία υπαγωγής υποθέσεων στο προαναφερόµενο σύστηµα διαχείρισης της Eurojust».
Η πρόεδρος του Αρείου Πάγου απαντά στο Βήμα
«Ανακριβέστατο» χαρακτηρίζει η πρόεδρος του Αρείου Πάγου Βασιλική Θάνου δημοσίευμα του Βήματος στο οποίο εμφανίζεται να χρωστά χρήματα σε δικηγόρο που είχε χειριστεί υπόθεση της.
«Η ενέργεια αυτή εντάσσεται στο πλαίσιο της εις βάρος µου επίθεσης, που διεξάγεται από ορισμένα (ελάχιστα) πρόσωπα, τα οποία κινούνται είτε από προσωπική εμπάθεια, είτε διότι, µε την ευσυνείδητη άσκηση του λειτουργήματος µου, αποτελώ εμπόδιο στα σχέδιά τους και στις επιχειρούμενες παρεκβάσεις τους στη ∆δικαιοσύνη» αναφέρει μεταξύ άλλων η κ. Θάνου.
Συγκεριμένα στην επιστολή της προς το Βήμα η πρόεδρος του Αρείου Πάγου αναφέρει:
«Πέραν του ότι το περιεχόµενο του δηµοσιεύµατος είναι ανακριβέστατο, όπως κατωτέρω εκθέτω, είναι και µη σοβαρό, αφού διατίθεται µία ολόκληρη σελίδα της εφηµερίδας σας, για να εξιστορηθεί ένα «παραµύθι», µε την αφήγηση του οποίου γίνεται προσπάθεια να πεισθούν οι αναγνώστες ότι η Πρόεδρος του Αρείου Πάγου αρνείται να πληρώσει το ποσό των 175,40 €!!! Το µόνο αληθές στο δηµοσίευµα είναι ότι κατά το έτος 2006, µε το βαθµό του Εφέτη, είχα ασκήσει και εγώ αγωγή κατά του ∆ηµοσίου, µε την οποία εζητείτο η καταβολή διαφοράς αποδοχών, όπως έπραξαν τότε σχεδόν όλοι οι ∆ικαστικοί Λειτουργοί.
Οι αγωγές αυτές δεν συζητήθηκαν, διότι τελικά έγινε συµβιβασµός, µεταξύ του Υπουργού Οικονοµικών και των ∆ικαστών και καταβλήθηκε ένα µέρος από τα αιτούµενα ποσά.
Οι αγωγές αυτές, όπως δέχθηκε στο σκεπτικό της απόφασής του, το δικαστήριο που εδίκασε την αγωγή της δικηγόρου το οποίο επιµελώς αποκρύπτει η συντάκτης του δηµοσιεύµατος, παραδόθηκαν έτοιµες, γραµµένες από τους ενάγοντες δικαστές, µε βάση υπόδειγµα αγωγής που είχαν συντάξει οι ∆ικαστικές Ενώσεις, σε δικηγόρους επιλογής του καθενός, µε την εντολή και µόνον να κατατεθούν στο ∆ικαστήριο. Για το λόγο αυτό, οι δικηγόροι εζήτησαν και τους κατεβλήθησαν µόνον τα ποσά των δικαστικών εξόδων (παράβολο, αντίγραφα, έξοδα επίδοσης κλπ).
Μόνον όσοι είχαν την ατυχία να έχουν αναθέσει την εντολή της κατάθεσης του δικογράφου της αγωγής τους στην εν λόγω δικηγόρο, όπως και η υποφαινόµενη, δεχθήκαµε από µέρους της αγωγές, µε τις οποίες ζητούσε υπερβολικά ποσά και από εµένα προσωπικά δικηγορική αµοιβή 9.000 €, αίτηµα το οποίο απορρίφθηκε από το ∆ικαστήριο, σχεδόν στο σύνολό του, µε την αιτιολογία που προανέφερα και της επιδικάσθηκε το ποσό των 200 Ε, ως δίκαιη και εύλογη αµοιβή συν 175 ευρώ έξοδα.
Είναι, επίσης, ανακριβέστατο ότι δήθεν συναντήθηκα τυχαία µαζί της και ότι της είπα ότι «θα προχωρήσω σε τακτοποίηση της εκκρεµότητας».
Αντίθετα, το αληθές είναι ότι όλοι οι «εναγόµενοι» δικαστές της προτείναµε, κατ΄επανάληψη, µέχρι τη συζήτηση των εναντίον µας αγωγών,να της καταβάλουµε ένα ποσόν συµβιβαστικά, το οποίο αρνήθηκε, όπως αρνήθηκε και µετά την έκδοση των αποφάσεων και προχώρησε σε άσκηση εφέσεων κατ’ αυτών.
Επειδή, η συντάκτρια δηµοσιογράφος του δηµοσιεύµατος δεν επέδειξε, όπως όφειλε, το ελάχιστο της δηµοσιογραφικής δεοντολογίας,ώστε να επικοινωνήσει µαζί µου και να καταγράψει τις θέσεις µου, και επίσης, δεν κατέγραψε όπως όφειλε, την αιτιολογία της απόφασης µε την οποία απορρίφθηκε, σχεδόν στο σύνολό του, το αιτούµενο ποσό, σας ζητώ να δηµοσιεύσετε όπως υποχρεούσθε, την επιστολή µου αυτή στο αµέσως επόµενο φύλλο της εφηµερίδας σας, µε τον ίδιο τρόπο που δηµοσιεύσατε και το εις βάρος µου δηµοσίευµα.
Τέλος, θα ήθελα να υπογραµµίσω ότι η µονοµέρεια µε την οποία ενήργησε η συντάκτης του δηµοσιεύµατος, που δηµοσιεύσατε στην εφηµερίδα σας, µου επιτρέπει να θεωρήσω, δικαιολογηµένα, ότι η ενέργεια αυτή εντάσσεται στο πλαίσιο της εις βάρος µου επίθεσης, που διεξάγεται από ορισµένα (ελάχιστα) πρόσωπα, τα οποία κινούνται είτε από προσωπική εµπάθεια, είτε διότι, µε την ευσυνείδητη άσκηση του λειτουργήµατος µου, αποτελώ εµπόδιο στα σχέδιά τους και στις επιχειρούµενες παρεµβάσεις τους στη ∆ικαιοσύνη».