Περισσότεροι από 380 σεισμοί έχουν καταγραφεί μετά από την 24η Ιανουαρίου κι έπειτα, στη θαλάσσια περιοχή της Ανύδρου, μεταξύ Θήρας και Αμοργού, όπως αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο διευθυντής του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, Βασίλης Καραστάθης.

«Η περιοχή που λαμβάνει η χώρα η σεισμική δραστηριότητα, είναι μια περιοχή η οποία έχει σημαντικές τεκτονικές δομές και εξαιτίας αυτού του γεγονότος θεωρείται υψηλού δυναμικού. Τώρα, μετά την 24η Ιανουαρίου, έχει παρατηρηθεί μια μεγάλη αύξηση της σεισμικότητας στην περιοχή και έχουν καταγραφεί μέχρι στιγμής περισσότεροι από 380 σεισμοί. Μάλιστα, άνω του μεγέθους του 3 είναι οι 85 μέχρι στιγμής», υπογραμμίζει και επισημαίνει ότι τα τελευταία 24ώρα έχουν γίνει και 10 σεισμοί με μεγέθη άνω του 4, φτάνοντας στο μέγεθος του 4,6. «Όλα αυτά μας κάνουν να είμαστε επιφυλακτικοί με τα δεδομένα, δηλαδή δεν μπορούμε παρά να είμαστε επιφυλακτικοί. Δεν μπορούμε να καθησυχάσουμε τον κόσμο με τα μέχρι τώρα δεδομένα. Το Γεωδυναμικό Ινστιτούτο παρακολουθεί με προσοχή την εξέλιξη του φαινομένου.

Παρακολουθούμε όλες τις παραμέτρους της ακολουθίας», σημειώνει ο κ. Καραστάθης, τονίζοντας ότι αύριο θα εγκαταστήσουν και δύο επιπλέον σταθμούς στα κοντινά νησιά, έναν στην Αμοργό και έναν στην Ανάφη, προκειμένου να έχουν λεπτομερέστερη εικόνα της σεισμικότητας. Όπως τονίζει, το Γεωδυναμικό Ινστιτούτο του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών βρίσκεται σε επιφυλακή, έχοντας αυξήσει τις βάρδιες και αναλύοντας τα δεδομένα αρκετές φορές μέσα στη μέρα.

«Οι σεισμοί είναι ξεκάθαρα τεκτονικής προέλευσης. Η σύνδεση με την ηφαιστειακή δραστηριότητα έγινε εξαιτίας μιας προηγούμενης φάσης στην οποία υπήρχε μικροσεισμικότητα εντός της Καλδέρας. Μέσα στα πλαίσια επίσης της πολιτικής προστασίας, ήταν να αναλυθεί και αυτή η κατάσταση. Να ενημερωθούν σχετικά με αυτή την κατάσταση. Από εκεί και πέρα όμως, η εξέλιξη που παρακολουθούμε τα τελευταία 24ωρα με τους σεισμούς στην περιοχή μεταξύ της Αμοργού και της Σαντορίνης, είναι καθαρά τεκτονική», εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.