Αναμφίβολα η ελληνική κουζίνα είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το καλό φαγητό. Ειδικά όταν το πιάτο βασίζεται στο ψητό κρέας, εκεί όπου οι Έλληνες έχουν την τιμητική τους.
Σύμφωνα με το Taste Altas τα παϊδάκια είναι το καλύτερο πιάτο της χώρας μας με ψητό κρέας και φιγουράρουν στη 18η θέση της σχετικής λίστας, μεταξύ 100 πιάτων. Στη λίστα υπάρχουν επίσης το κοντοσούβλι, ο γύρος, το κλέφτικο, το αντικριστό, το τσιγαριστό, η γουρουνοπούλα, ο κόκορας κρασάτος και το σουβλάκι.
Αναλυτικά οι θέσεις των ελληνικών πιάτων, οι περιγραφές και οι βαθμολογίες τους:
«Tα αρνίσια παϊδάκια στη σχάρα είναι ένα παραδοσιακό ελληνικό πιάτο που είναι δημοφιλές σε όλη τη χώρα. Τα παϊδάκια συνήθως μαρινάρονται σε λαδολέμονο και διαφόρα φρέσκα βότανα προτού ψηθούν στη σχάρα σε παραδοσιακές ψησταριές με κάρβουνα. Συνήθως συνδυάζονται με πατάτες, σαλάτες και τζατζίκι» γράφει το Taste Atlas.
Ακολουθεί το κοντοσούβλι με βαθμολογία 4,6, που είναι στην 23η θέση: «Είναι ένα παραδοσιακό ελληνικό πιάτο που αποτελείται από μεγάλα κομμάτια χοιρινού κρέατος μαριναρισμένα σε μείγμα βοτάνων και μπαχαρικών, τα οποία στη συνέχεια ψήνονται σε σούβλα και μαγειρεύονται αργά στη σχάρα. Η μαρινάδα συχνά περιέχει σκόρδο, ρίγανη, θυμάρι, δεντρολίβανο, πάπρικα, ελαιόλαδο, χυμό λεμονιού και κόκκινο κρασί. Αφού μαριναριστεί, το κρέας τοποθετείται σε μια μεγάλη σούβλα με αποτέλεσμα να δημιουργείται μια πλούσια και γευστική εξωτερική κρούστα με ζουμερό, τρυφερό εσωτερικό. Το μαγειρεμένο κρέας σερβίρεται συνήθως σε χοντρές φέτες, συχνά συνοδευόμενο από πίτα και τζατζίκι».
Με 4,5 αστεράκια, ο γύρος ακολουθεί στην 29η θέση της λίστας: «Ο γύρος είναι ένα από τα πιο δημοφιλή ελληνικά πιάτα, που αποτελείται συνήθως από χοιρινό και κοτόπουλο μαγειρεμένο στη σούβλα. Το κρέας κόβεται σε λεπτές φέτες και στη συνέχεια τοποθετείται συνήθως σε πίτα μαζί με τζατζίκι και λαχανικά, όπως ντομάτες, κρεμμύδια, μαρούλι και αγγούρια».
Το κλέφτικο βρίσκεται στην 55η θέση με 4,5 αστεράκια: «Είναι ένα τυπικό ελληνικό πιάτο που παρασκευάζεται συνήθως σε εορταστικές εκδηλώσεις και γιορτές, αποτελούμενο από ένα ζουμερό κομμάτι αρνίσιου ή κατσικίσιου κρέατος που τυλίγεται σε αλουμινόχαρτο και ψήνεται. Το όνομα προέρχεται από τους Κλέφτες, τους επαναστάτες του 1821, οι οποίοι μαγείρευαν το φαγητό υπόγεια, ώστε να μη διαφεύγουν αρώματα ή ατμοί, καθώς θα μπορούσαν να αποκαλύψουν τις θέσεις τους. Το κλέφτικο μαγειρεύεται συνήθως με πατάτες που απορροφούν τους γευστικούς χυμούς του κρέατος. Άλλα συνοδευτικά μπορεί να περιλαμβάνουν κόκκινες πιπεριές και ντομάτες».
Το αντικριστό βρίσκεται στην 83η θέση με 4,5 αστεράκια: «Είναι μια παραδοσιακή τεχνική μαγειρέματος κρέατος στην Κρήτη. Ένα νεαρό αρνί (ή κατσίκι, σε σπάνιες περιπτώσεις) κόβεται σε τέσσερα κομμάτια, αλατίζεται και στη συνέχεια τοποθετείται σε μεγάλες ξύλινες σούβλες που τοποθετούνται γύρω από τη φωτιά σε κυκλικό σχηματισμό, λαμβάνοντας υπόψη την κατεύθυνση του ανέμου, την ένταση της φωτιάς και την απόσταση μεταξύ φωτιάς και κρέατος. Αυτή η διαδικασία επιτρέπει στο κρέας να ψηθεί στο ίδιο του το λίπος και το αλάτι με τη θερμότητα που προέρχεται από τις φλόγες».
Ακολουθεί το τσιγαριστό από την Κρήτη, με 4,5 αστεράκια, στην 84η θέση: «Παρασκευάζεται σοτάροντας τα κρεμμύδια σε ελαιόλαδο, προσθέτοντας στη συνέχεια το καρυκευμένο αρνίσιο κρέας και τηγανίζοντάς το στο τηγάνι ή σε πήλινο σκεύος σε χαμηλή φωτιά. Κοντά στο τέλος του μαγειρέματος, προστίθεται λίγο λεμόνι για να τελειώσει το πιάτο. Ωστόσο, υπάρχουν πολλές παραλλαγές του πιάτου και ορισμένοι μάγειρες χρησιμοποιούν πρόσθετα συστατικά, όπως σκόρδο και κρασί. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι το κρέας μαγειρεύεται αργά για αρκετές ώρες μέχρι να γίνει τρυφερό».
Η γουρνοπούλα βρίσκεται στην 86η με 4,5 αστεράκια: «Είναι ιδιαίτερα δημοφιλές στην Καλαμάτα. Το πιάτο αποτελείται από ένα γουρουνόπουλο που ψήνεται στη σούβλα. Το γουρουνάκι τοποθετείται στη σούβλα και στην κοιλιά του τοποθετείται ένα μείγμα αλατιού και βοτάνων. Η κοιλιά ράβεται και η γουρνοπούλα ψήνεται στη σούβλα σε δυνατή φωτιά για περίπου δέκα ώρες. Μόλις ψηθεί, το μισό βάρος έχει φύγει, αλλά κανείς δεν ενοχλείται, καθώς το κρέας είναι τρυφερό και το δέρμα τραγανό».
Μία θέση μετά, στην 87η, είναι ο κόκορας κρασάτος με 4,5 αστεράκια: «Πρόκειται για την ελληνική παραλλαγή του γαλλικού κοκ-ο-βεν. Το πιάτο παρασκευάζεται με κόκορα, ελληνικό κόκκινο κρασί, κρεμμύδια, σκόρδο, ελαιόλαδο, στικ κανέλας, μοσχοκάρυδο, γαρίφαλο, μπαχάρι, φύλλα δάφνης, ντομάτες και πιπεριές φλωρίνης ή πάστα πιπεριάς. Ο κόκορας βράζεται στη σάλτσα από κόκκινο κρασί μέχρι το κρέας να γίνει τρυφερό και αρωματικό. Το καλοκαίρι, η σάλτσα είναι ελαφριά, ενώ το χειμώνα είναι συνήθως πολύ πιο πηχτή. Παραδοσιακά, το πιάτο σερβίρεται με μακαρόνια και τριμμένο τυρί».
Τελευταίο από τη λίστα με τα ελληνικά φαγητά, αλλά πολυαγαπημένο στη χώρα, είναι το σουβλάκι που βρίσκεται στην 94η θέση με 4,4 αστεράκια: «Το σουβλάκι είναι ένα από τα πιο δημοφιλή ελληνικά πιάτα, το οποίο αποτελείται από μικρούς κύβους χοιρινού, κοτόπουλου, αρνιού ή μοσχαριού που ψήνονται στη σούβλα. Είναι ένα δημοφιλές γρήγορο φαγητό που συνήθως σερβίρεται στα σουβλατζίδικα».