Στα 2,443 δισ. ευρώ περιορίστηκαν οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τη ΔΕΗ το 2018 έναντι 2,536 δισ. το 2017, σύμφωνα με την ενημέρωση που έκαναν απόψε στελέχη της επιχείρησης σε αναλυτές, με αφορμή την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων της προηγούμενης χρονιάς.
Η μείωση κατά 93 εκατομμύρια ευρώ, οφείλεται κυρίως στην είσπραξη απαιτήσεων από ενεργούς πελάτες, οι οφειλές των οποίων περιορίστηκαν κατά 250 εκατ., ενώ αντίθετα οι οφειλές των τελικών πελατών, (στους οποίους περιλαμβάνονται επιχειρήσεις που έχουν διακόψει τη δραστηριότητά τους, εξοχικά στα οποία έχει διακοπεί η ηλεκτροδότηση, καταναλωτές που έχουν μετακινηθεί σε άλλους προμηθευτές, κ.ά.) αυξήθηκαν κατά 157 εκατομμύρια.
Στα ποσά των ληξιπρόθεσμων οφειλών δεν περιλαμβάνονται τα χρέη που έχουν διακανονιστεί και εξυπηρετούνται.
Σύμφωνα με την ίδια ενημέρωση, όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, αναφορικά με τη διαδικασία πώλησης των λιγνιτικών μονάδων Μεγαλόπολης και Φλώρινας, τονίστηκε ότι είναι σε εξέλιξη οι διαπραγματεύσεις με τους υποψήφιους επενδυτές για τη συμφωνία αγοραπωλησίας, ενώ οι δεσμευτικές προσφορές, με το ισχύον χρονοδιάγραμμα αναμένονται έως τις 6 Μαΐου.
Για τις προοπτικές της επιχείρησης το 2019, επισημάνθηκε ότι αναμένεται θετική επίδραση από τους εξής παράγοντες:
– Την κατάργηση από 1.1.2019 της χρέωσης για την κάλυψη του ελλείμματος του ειδικού λογαριασμού για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και την επιστροφή 100 εκατ. ευρώ από το πλεόνασμα του ίδιου λογαριασμού.
– Την μείωση της έκπτωσης για τους συνεπείς πελάτες, στο 10% από 15%.
– Τις συνεχιζόμενες δράσεις για την μείωση των ελεγχόμενων λειτουργικών δαπανών και τη βελτίωση της εισπραξιμότητας.
Παράλληλα καταβάλλεται προσπάθεια για πλήρη αποζημίωση για τις δαπάνες των Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας προηγούμενων ετών και εξετάζονται εναλλακτικά χρηματοδοτικά εργαλεία για την τιτλοποίηση ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων, με στόχο την ενίσχυση της ρευστότητας καθώς και την ανάκτηση οφειλών από στρατηγικούς κακοπληρωτές.
Τέλος επισημαίνεται ότι η επιτυχία του διαγωνισμού για την πώληση των λιγνιτικών μονάδων, θα μπορούσε να οδηγήσει σε μείωση των ποσοτήτων λιγνιτικής και υδροηλεκτρικής παραγωγής που διατίθεται μέσω δημοπρασιών (ΝΟΜΕ) σε τιμές που, όπως επισημαίνει η ΔΕΗ, είναι κάτω του κόστους.