Σε δημόσια διαβούλευση τέθηκε η διάταξη για τη «νομιμοποίηση» των κρυφών καταθέσεων στο εσωτερικό με στόχο να έρθουν άμεσα έσοδα στο ελληνικό Δημόσιο αλλά και να αποφευχθεί ένα ενδεχόμενο νέο κύμα εκροής καταθέσεων στο εξωτερικό.
Όπως είπε χθες ο υπουργός Οικονομικών Γιάννης Βαρουφάκης, ο φόρος θα υπολογίζεται με συντελεστή 15%. Στη ρύθμιση, θα μπορούν να ενταχθούν και όσοι έχουν ήδη μπει σε διαδικασία φορολογικού ελέγχου. Σε αυτούς θα δοθεί το δικαίωμα να υποβληθούν τροποποιητικές φορολογικές δηλώσεις προκειμένου να δικαιολογηθούν τα ποσά των καταθέσεων αλλά σε αυτή την περίπτωση θα υπάρχει φόρος με συντελεστή 30% και όχι 15%.
Με την καταβολή του φόρου θα εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση του καταθέτη ο οποίος θα λαμβάνει στα χέρια του σχετικό πιστοποιητικό, χωρίς να αποτελεί προαπαιτούμενο ο επαναπατρισμός των κεφαλαίων.
Η δημόσια διαβούλευση θα παραμείνει ανοικτή για 8 ημέρες μέχρι τις 14:00 το μεσημέρι της 5ης Ιουνίου.
Η αιτιολογική έκθεση της ρύθμισης
Με την παρούσα διάταξη προτείνεται η θέσπιση και στην χώρα μας ενός προγράμματος εθελούσιας γνωστοποίησης κεφαλαίων και επενδύσεων και φορολογικής συμμόρφωσης. Τέτοια προγράμματα δεν είναι άγνωστα στην διεθνή πρακτική, αποσκοπούν δε στην φορολογική τακτοποίηση των υποθέσεων για τις οποίες, είτε δεν έχει γίνει ακόμα φορολογικός έλεγχος, είτε αυτός έχει ήδη κινηθεί, αλλά εξελίσσεται με βραδείς ρυθμούς. Με τα προγράμματα αυτά παρέχεται επιπλέον η δυνατότητα στην χώρα μας να συνάψει διμερείς συμφωνίες με χώρες εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προκειμένου να επιταχυνθεί η φορολογική εκκαθάριση του παρελθόντος. Ήδη η χώρα μας έχει ξεκινήσει διαπραγματεύσεις με την Ελβετία, ώστε να συναφθεί το συντομότερο δυνατόν τέτοια διμερής συμφωνία. Προϋπόθεση ωστόσο για να επιφέρει αυτή τα αναμενόμενα αποτελέσματα στην πράξη, είναι ακριβώς η θέσπιση ενός προγράμματος εθελούσιας γνωστοποίησης καταθέσεων και φορολογικής συμμόρφωσης. Η προτεινόμενη διάταξη επιτρέπει την ένταξη στο ως άνω πρόγραμμα φυσικών ή/και νομικών προσώπων ή/και των νομικών οντοτήτων που έχουν ήδη κεφάλαια ή/και επενδύσεις στην αλλοδαπή κατά την 30η Απριλίου 2015. Τούτο γίνεται για να αποκλεισθεί η δυνατότητα καταστρατήγησης των διατάξεων του παρόντος νόμου από όσους θα ήθελαν να επωφεληθούν από αυτές μετά την θέσπισή του. Με την ένταξη στο πρόγραμμα και την συμμόρφωση των προσώπων ή οντοτήτων σε αυτό επέρχεται η εξάλειψη του αξιοποίνου των τυχόν τελεσθέντων φορολογικών αδικημάτων (και μόνον αυτών) καθώς και του αξιοποίνου που συνδέεται με αυτά ως βασικά αδικήματα στο πλαίσιο τυχόν τελεσθείσας νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες.
Η νομοθετική ρύθμιση
1. Φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδας μπορούν να δηλώσουν έως τις …./ εντός ………… από τη δημοσίευση του παρόντος, κεφάλαια ή/και επενδύσεις οι οποίες βρίσκονται στην αλλοδαπή και για τις οποίες συνέτρεχε είτε υποχρέωση δήλωσής τους είτε υποχρέωση καταβολής φόρου σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις, εφόσον καταβάλουν φόρο με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%) υπολογιζόμενο επί της αξίας των κεφαλαίων ή/και των επενδύσεων που δηλώνουν. Για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής, τα κεφάλαια ή/και οι επενδύσεις αυτές πρέπει να υπάρχουν κατατεθειμένες ή επενδυμένες στην αλλοδαπή κατά την 30η Απριλίου 2015.
2. Για τα κεφάλαια ή/και τις επενδύσεις που δηλώνονται σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο, ο φόρος που οφείλεται, αποδίδεται από τον ίδιο τον υπόχρεο με ειδική δήλωση στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. εντός του επόμενου μήνα από τη λήξη της προθεσμίας που προβλέπεται από την παράγραφο 1. Οι διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν.4174/2014 – ΦΕΚ Α’ 170) εφαρμόζονται ανάλογα και στο φόρο που οφείλεται με βάση το άρθρο αυτό.
3. Με την καταβολή του φόρου επί της αξίας των κεφαλαίων ή/και των επενδύσεων που δηλώνονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ.1 εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση του υπόχρεου φυσικού ή νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας για τα κεφάλαια ή/και τις επενδύσεις που δηλώνει. Για τα κεφάλαια ή/και τις επενδύσεις αυτές δεν ερευνάται, προκειμένου για την εφαρμογή των ισχυουσών φορολογικών διατάξεων, ο τρόπος απόκτησής τους και λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη ή τον περιορισμό της διαφοράς μεταξύ της συνολικής δαπάνης που προκύπτει, σύμφωνα με το άρθρο 32 του ν.4172/2013 (ΦΕΚ Α’167) και του εισοδήματος που δηλώνεται ή προσδιορίζεται από τη Φορολογική Διοίκηση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 34 του ν.4172/2013. Επίσης, με την καταβολή του φόρου, δεν έχει εφαρμογή η περίπτωση α’ της παραγράφου ιη΄ του άρθρου 3 του ν. 3691/2008, όπως ισχύει (ΦΕΚ Α΄ 166/05.08.2008) και τα δηλωθέντα απαλλάσσονται από οποιοδήποτε άλλο φόρο, τέλος ή εισφορά.
4. Οι υποβάλλοντες τη δήλωση της παρ.1 λαμβάνουν πιστοποιητικό στο οποίο βεβαιώνεται η τήρηση της διαδικασίας του παρόντος άρθρου, καθώς και το γεγονός ότι η δήλωση κεφαλαίων ή/και επενδύσεων συνεπάγεται την εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης του δηλούντος για τα ανωτέρω κεφάλαια ή/και επενδύσεις. Δεν επιτρέπεται η διενέργεια φορολογικού ελέγχου από μόνο το γεγονός ότι το φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα υπέβαλε δήλωση της παραγράφου 1 του παρόντος, εκτός εάν προκύψουν νέα στοιχεία σύμφωνα με το άρθρο 25 του 4174/2013. 5. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται το είδος των κεφαλαίων ή/και επενδύσεων που εμπίπτουν στις διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων, ο τύπος και το περιεχόμενο της δήλωσης της παρ.1, η αρμόδια αρχή έκδοσης και το περιεχόμενο του πιστοποιητικού της παρ.5, η διαδικασία καταβολής του οφειλόμενου φόρου, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.
6 Μετά την άπρακτη παρέλευση της προθεσμίας της παραγράφου 1, οι Ελληνικές Αρχές αξιοποιούν κάθε διεθνή ή ευρωπαϊκή συμφωνία προκειμένου να διαπιστώσουν τα κεφάλαια ή/και τις επενδύσεις, οι οποίες δεν δηλώθηκαν σύμφωνα με το παρόν άρθρο, που έχουν τα πρόσωπα που αναφέρονται στην ίδια παράγραφο σε τράπεζες της αλλοδαπής και προβαίνουν σε όλες τις ενέργειες που προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία.
7. Κάθε πρόσωπο υποκείμενο φορολογίας και πρόσωπα που διαλαμβάνονται σε υποθέσεις, για τις οποίες έχουν εκδοθεί μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως εντολές ελέγχου, έρευνας ή επεξεργασίας, εισαγγελικές παραγγελίες ή αιτήματα και εντολές διερεύνησης από δικαστική ή φορολογική ή ελεγκτική αρχή και από την Αρχή του άρθρου 7 του ν.3691/2008 (ΦΕΚ Α΄ 166/05.08.2008), καθώς και τα εμπλεκόμενα με αυτά πρόσωπα, δύνανται να υποβάλλουν ανά οικονομικό/φορολογικό έτος, αρχικές ή συμπληρωματικές δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος για κάθε προσαύξηση περιουσίας κατά την έννοια της παραγράφου 4 του άρθρου 21 του ν.4172/2013 (ΦΕΚ Α΄ 167/23.07.2013) και της παραγράφου 3 του άρθρου 48 του ν.2238/1994 (ΦΕΚ Α΄ 151/16.09.1994), προσδιοριζόμενη ιδιαιτέρως από το ύψος της κινητής και ακίνητης περιουσίας και του επιπέδου διαβίωσής των, που αποκτήθηκε μέχρι και την 31/12/2014, καταβάλλοντας φόρο που αντιστοιχεί σε συντελεστή αυτοτελούς φορολόγησης τριάντα τοις εκατό 30%, χωρίς την επιβολή πρόσθετου φόρου ή προστίμου. Η υποβολή των αρχικών ή συμπληρωματικών δηλώσεων, πραγματοποιείται κατά παρέκκλιση των διατάξεων του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 18 του ν.4174/2013 (ΦΕΚ Α΄ 170/26.07.2013) και της παραγράφου 3 του άρθρου 19 του εν λόγω νόμου. Η προθεσμία υποβολής κατά τα ανωτέρω, των αρχικών ή συμπληρωματικών δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος ορίζεται μέχρι την 31η Ιουλίου 2015.
8. Με την καταβολή του φόρου εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση για το ποσό της αδήλωτης διαφοράς που αφορά η δήλωση του παρόντος. Ενδεχόμενη περαιτέρω προκύψασα από έλεγχο αποκρυφθείσα φορολογητέα ύλη, υπάγεται σε φορολόγηση ως κέρδος από επιχειρηματική δραστηριότητα συναθροιζόμενη με τα δηλωθέντα φορολογητέα εισοδήματα, ανά οικονομικό/φορολογικό έτος και φορολογείται με τις αντίστοιχες γενικές διατάξεις. Επίσης, με την καταβολή του φόρου δεν έχει εφαρμογή η περίπτωση α’ της παραγράφου ιη΄ του άρθρου 3 του ν. 3691/2008, όπως ισχύει (ΦΕΚ Α΄ 166/05.08.2008) και η δηλωθείσα διαφορά απαλλάσσεται από οποιοδήποτε άλλο φόρο, τέλος ή εισφορά.
9. Στο πεδίο εφαρμογής των ρυθμίσεων του παρόντος άρθρου υπάγονται οι εκκρεμείς υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος και κεφαλαίου. Για την υπαγωγή στις ρυθμίσεις, ως εκκρεμείς υποθέσεις νοούνται εκείνες που μέχρι την ημερομηνία έναρξης ισχύος του νόμου: α) δεν έχει εκδοθεί εντολή ελέγχου, β) έχει εκδοθεί εντολή ελέγχου και ο έλεγχος και δεν έχει ολοκληρωθεί ή έχει εκδοθεί πράξη προσδιορισμού φόρου, αλλά δεν έχει οριστικοποιηθεί, γ) έχει ασκηθεί ενδικοφανής προσφυγή του άρθρου 63 του ν.4174/2013 ή εκκρεμεί ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων ή του Συμβουλίου της Επικρατείας εμπροθέσμως ασκηθέν ένδικο βοήθημα ή μέσο. Ως εκκρεμείς θεωρούνται και οι υποθέσεις για τις οποίες έχει εκδοθεί οριστική απόφαση του πρωτοβάθμιου ή δευτεροβάθμιου δικαστηρίου και δεν έχει παρέλθει η προθεσμία άσκησης έφεσης ή αναίρεσης αντιστοίχως.
10. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών δύναται να καθορίζονται ο τρόπος, οι διαδικασίες καθώς και οι λεπτομέρειες εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος άρθρου.».