Πάνω από 30.000 αιτήσεις έχουν γίνει για τη ρύθμιση των 100 δόσεων.
Η πρώτη φάση της ρύθμισης, στην οποία οι φορολογούμενοι έχουν τη δυνατότητα καταβάλλοντας προκαταβολή τουλάχιστον 10πλάσια της ελάχιστης μηνιαίας δόσης να διαγράψουν το ισόποσο των προσαυξήσεων εκπνέει στις 27 Απριλίου.
Η δυνατότητα ρύθμισης σε 100 δόσεις, χωρίς την ευνοϊκή διάταξη, για την προκαταβολή εκπνέει στις 26 Μαϊου.
Με εγκύκλιό της η Γενική Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων Κατερίνα Σαββαϊδου δίνει αναλυτικές πληροφορίες σχετικά με κάθε παράμετρο της νέας ευνοϊκής ρύθμισης οφειλών:
Υποβολή Αίτησης
Η αίτηση για υπαγωγή σε πρόγραμμα ρύθμισης των διατάξεων του άρθρου 1 του πρώτου κεφαλαίου «Ρύθμιση ληξιπροθέσμων οφειλών στη Φορολογική Διοίκηση» του Ν. 4321/2015, υποβάλλεται μέχρι και την 26η Μαΐου 2015 ηλεκτρονικά, μέσω διαδικτυακής εφαρμογής για όλες τις περιπτώσεις που αυτό υποστηρίζεται τεχνικά.
Εξαιρετικά και σε περίπτωση που υφίσταται τεχνική αδυναμία διαδικτυακής υποστήριξης, η αίτηση υποβάλλεται στη Δ.Ο.Υ. ή Τελωνείο ή άλλη Υπηρεσία, ο Προϊστάμενος της οποίας είναι αρμόδιος για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής.
Καταβολή δόσεων
Η καταβολή των δόσεων διενεργείται στους φορείς είσπραξης (Τράπεζες, ΕΛ.ΤΑ.) με την χρήση μοναδικού κωδικού πληρωμής (Ταυτότητα Ρυθμισμένης Οφειλής – Τ.Ρ.Ο.) ή στην κατά περίπτωση υπηρεσία της Φορολογικής Διοίκησης.
Η πρώτη δόση της ρύθμισης είναι καταβλητέα μέσα σε τρεις (3) εργάσιμες ημέρες από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση και την χορήγηση μοναδικού κωδικού πληρωμής, οι δε επόμενες δόσεις την τελευταία εργάσιμη ημέρα των επόμενων μηνών.
Ο οφειλέτης τυγχάνει των ευεργετημάτων της ρύθμισης του Ν.4321/2015, όπως τροποποιήθηκε με την Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου της 27.03.2015 (ΦΕΚ 35 Α’), μετά την εκούσια καταβολή της πρώτης δόσης αυτής. Ο συμψηφισμός κατά τις διατάξεις του άρθρου 83 του ΚΕΔΕ, όπως ισχύουν, η απόδοση προϊόντος κατάσχεσης, πλειστηριασμού, πτωχευτικής διανομής ή άλλης μορφής συλλογικής εκτέλεσης και η παρακράτηση επί αποδεικτικού ενημερότητας ή βεβαίωσης οφειλής του άρθρου 12 του ΚΦΔ, όπως ισχύει, δεν αποτελούν εκούσια καταβολή, αλλά καλύπτουν δόση ή δόσεις της χορηγηθείσας ρύθμισης εφόσον δεν πιστώνονται διαφορετικά κατά τις κείμενες διατάξεις.
Η καταβολή των δόσεων της ρύθμισης δύναται να πραγματοποιείται μέσω εντολής αυτόματης χρέωσης λογαριασμού με την υποβολή σχετικής αίτησης του οφειλέτη σε φορέα είσπραξης.
Στη ρύθμιση υπάγονται οφειλές ως εξής:
Α) Υποχρεωτικά:
Το σύνολο των ληξιπρόθεσμων έως και την 1η Μαρτίου 2015 οφειλών, οι οποίες κατά την ημερομηνία της αίτησης υπαγωγής, έχουν βεβαιωθεί στη Φορολογική Διοίκηση και έχουν καταχωρισθεί στα βιβλία αυτής και δεν έχουν τακτοποιηθεί κατά νόμιμο τρόπο με αναστολή πληρωμής ή διευκόλυνση ή ρύθμιση τμηματικής καταβολής οφειλών βάσει νόμου ή δικαστικής απόφασης.
Β) Μετά από επιλογή του οφειλέτη:
Β1) ληξιπρόθεσμες έως και την 1η Μαρτίου 2015 οφειλές, οι οποίες κατά την ημερομηνία της αίτησης υπαγωγής έχουν βεβαιωθεί και έχουν καταχωρισθεί στα βιβλία της Φορολογικής Διοίκησης και
α) τελούν σε αναστολή, διοικητική ή δικαστική ή εκ του νόμου ή
β) έχουν υπαχθεί σε διευκόλυνση ή ρύθμιση τμηματικής καταβολής οφειλών βάσει νόμου ή δικαστικής απόφασης, η οποία είναι σε ισχύ.
Στην περίπτωση υπαγωγής στη νέα ρύθμιση επέρχεται απώλεια των ανωτέρω διευκολύνσεων ή νομοθετικών ρυθμίσεων τμηματικής καταβολής χρεών.
Σε περίπτωση που στις ανωτέρω διευκολύνσεις ή ρυθμίσεις περιλαμβάνονται οφειλές που δεν μπορούν να υπαχθούν στην παρούσα ρύθμιση, αυτές δύνανται να τακτοποιηθούν από τον οφειλέτη κατά νόμιμο τρόπο, με εκ νέου υπαγωγή τους στις ανωτέρω διευκολύνσεις ή ρυθμίσεις, ή με υπαγωγή τους σε άλλη ρύθμιση τμηματικής καταβολής, σύμφωνα με τους οικείους όρους και προϋποθέσεις.
Σε περίπτωση οφειλών η αποπληρωμή των οποίων έχει ρυθμιστεί με συμφωνία που επικυρώθηκε με δικαστική απόφαση κατ’ άρθρα 99 και επόμενα του Πτωχευτικού Κώδικα, 44 Ν. 1892/1990 ή άλλες διατάξεις, για την υπαγωγή στη ρύθμιση απαιτείται προηγούμενη ανατροπή της συμφωνίας ως προς το Δημόσιο, με συνέπεια την αναβίωση των οφειλών που είχαν υπαχθεί σε αυτή, η οποία επέρχεται με σχετική μονομερή δήλωση του οφειλέτη, που υποβάλλεται στην αρμόδια για την επιδίωξη της είσπραξης Υπηρεσία της Φορολογικής Διοίκησης. Ποσά που έχουν καταβληθεί στο πλαίσιο της ανατραπείσας συμφωνίας πιστώνονται κατά το χρόνο που έλαβε χώρα κάθε καταβολή στις οφειλές που είχαν υπαχθεί στη συμφωνία, με τις αναλογούσες κατά το χρόνο καταβολής προσαυξήσεις ή τόκους εκπρόθεσμης καταβολής.
Β2) οφειλές που θα βεβαιωθούν στη Φορολογική Διοίκηση και θα καταχωρισθούν στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων έως και την 26η Μαΐου 2015, μετά από παραίτηση από την άσκηση του δικαιώματος ή και του δικογράφου οποιουδήποτε ένδικου βοηθήματος ή μέσου ενώπιον αρμοδίου δικαστηρίου ή προσφυγής ενώπιον διοικητικής αρχής.
Β3) οφειλές που είναι βεβαιωμένες στη Φορολογική Διοίκηση, έχουν καταχωρισθεί μέχρι την ημερομηνία της αίτησης στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων και αφορούν υποχρεώσεις φορολογικών ετών, περιόδων και υποθέσεων μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 2014 πλην των οφειλών από τις δηλώσεις φόρου εισοδήματος φορολογικού έτους 2014, οι οποίες εξαιρούνται από την υπαγωγή στη ρύθμιση κατά τα οριζόμενα στο επόμενο άρθρο.
Στη ρύθμιση του άρθρου 1 δύνανται επίσης να υπαχθούν μετά από επιλογή του οφειλέτη και οφειλές που έχουν καταχωρισθεί στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων της Φορολογικής Διοίκησης μέχρι την ημερομηνία της αίτησης και όχι αργότερα από την 26η Μαΐου 2015 και έχουν βεβαιωθεί ύστερα από φορολογικό έλεγχο και αφορούν υποχρεώσεις φορολογικών ετών, περιόδων και υποθέσεων μέχρι 31/12/2014, καθώς και τα πρόστιμα ανακριβούς δήλωσης της διάταξης της παρ. 1 του άρθρου 58 του Ν. 4174/2013 και μη υποβολής δήλωσης των διατάξεων των άρθρων 58 παρ. 2 και 54 του ίδιου ως άνω νόμου.
Οι οφειλές των υποπεριπτώσεων Β2) και Β3) υπάγονται στη ρύθμιση ανεξαρτήτως της ημερομηνίας που καθίστανται ληξιπρόθεσμες.
Εξαιρούνται από την υπαγωγή στη ρύθμιση:
α. οι οφειλές οι οποίες δεν δύνανται να ρυθμίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 22 του νόμου 4002/2011, όπως ισχύει, και αφορούν σε ανάκτηση κρατικών ενισχύσεων που χορηγήθηκαν με τη σύσταση ειδικών αφορολόγητων αποθεματικών ή σύμφωνα με άλλες ειδικές διατάξεις.
β. οφειλές από τις δηλώσεις φόρου εισοδήματος φορολογικού έτους 2014.
Απαλλαγές από προσαυξήσεις, πρόσθετους φόρους, τόκους και πρόστιμα
Οι απαλλαγές του άρθρου 1 του Ν. 4321/2015 διενεργούνται επί των πρόσθετων φόρων ή τελών του Ν. 2523/1997, του προστίμου του άρθρου 58 του Ν. 4174/2013, του προστίμου του άρθρου 54 του ίδιου νόμου, όταν αυτό επιβάλλεται μετά από έλεγχο αντί του προστίμου του άρθρου 58 κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 6 του άρθρου 62 του Ν. 4174/2013 καθώς και επί προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής των άρθρων 6 του Κ.Ε.Δ.Ε. και 53 του Κ.Φ.Δ., τα οποία υπολογίζονται κατά την είσπραξη, όπως έχουν διαμορφωθεί κατά την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση.
Όταν το πρόστιμο του άρθρου 54 επιβάλλεται αυτοτελώς λόγω εκπρόθεσμης υποβολής δήλωσης και δεν συμβεβαιώνεται με την κύρια οφειλή δεν διενεργείται επ’ αυτού απαλλαγή. Σε αυτή την περίπτωση το πρόστιμο δύναται να ρυθμίζεται κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις του Ν. 4321/2015 και την παρούσα απόφαση.
Με την υπαγωγή και καθ’ όλη τη διάρκεια της ρύθμισης δεν υπολογίζονται τα πρόστιμα των άρθρων 57 και 59 του ΚΦΔ και του άρθρου 6 του ΚΕΔΕ.
Δεν εμπίπτουν στις απαλλαγές του άρθρου 1 του Ν. 4321/2015 τα πρόστιμα και τα πολλαπλά τέλη που έχουν βεβαιωθεί κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του Τελωνειακού Κώδικα.
Ελάχιστο ποσό δόσης – Επιβαρύνσεις κατά τη διάρκεια της ρύθμισης
Το ελάχιστο ποσό δόσης ρύθμισης δεν μπορεί να είναι κατώτερο από 20€. Σε περίπτωση που υφίστανται οφειλές βεβαιωμένες σε περισσότερες της μίας υπηρεσίες της Φορολογικής Διοίκησης, και ληξιπρόθεσμες την 1η Μαρτίου 2015, το ελάχιστο ποσό δόσης διαμορφώνεται σε 10€.
Οι υπαχθείσες στη ρύθμιση οφειλές δεν επιβαρύνονται εφεξής με προσαυξήσεις ή τόκους εκπρόθεσμης καταβολής κατά Κ.Ε.Δ.Ε. και κατά Κ.Φ.Δ. Βασική οφειλή άνω των 5.000€, που υπάγεται σε ρύθμιση, επιβαρύνεται με τόκο 3% ετησίως, ήτοι 0.25% ανά μήνα. Το όριο των 5.000€ αφορά σε βασική ρυθμιζόμενη οφειλή κατά το άρθρο 1 του Ν.4321/2015, ανά υπηρεσία στην οποία είναι βεβαιωμένη η οφειλή και ανά ρύθμιση.
Απώλεια της ρύθμισης
Η ρύθμιση απόλλυται, με συνέπεια την υποχρεωτική άμεση καταβολή του υπολοίπου της οφειλής σύμφωνα με τα στοιχεία της αρχικής βεβαίωσης και την άμεση επιδίωξη της είσπραξης αυτής με όλα τα προβλεπόμενα από την ισχύουσα νομοθεσία μέτρα, εάν ο οφειλέτης:
α) κατά τη διάρκεια του πρώτου οκταμήνου της ρύθμισης δεν καταβάλει δύο (2) συνεχόμενες δόσεις ή
β) μετά την πάροδο του πρώτου οκταμήνου της ρύθμισης δεν καταβάλει τρεις (3) συνεχόμενες δόσεις ή
γ) καθυστερήσει την καταβολή της τελευταίας δόσης για χρονικό διάστημα τριών μηνών, ανεξαρτήτως του αριθμού των δόσεων της ρύθμισης ή
δ) δεν υποβάλλει τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και Φ.Π.Α., τις οποίες έχει υποχρέωση να υποβάλλει κατά την τελευταία πενταετία, καθ’ όλη τη διάρκεια της ρύθμισης, το αργότερο εντός τριών (3) μηνών από την πάροδο της προθεσμίας υποβολής τους ή εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση, εφόσον η προθεσμία υποβολής έχει παρέλθει πριν την υπαγωγή σε αυτή.
Γενικώς, στην περίπτωση που διαπιστωθεί σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης ότι δεν πληρούνται οι όροι των διατάξεων του πρώτου κεφαλαίου του νόμου 4321/2015 και της παρούσας απόφασης, η ρύθμιση απόλλυται και ο οφειλέτης χάνει τα ευεργετήματα της ρύθμισης.
Εάν η απώλεια της ρύθμισης επέλθει εντός της προθεσμίας υποβολής αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση, ο οφειλέτης δύναται να υποβάλει εκ νέου αίτηση και να υπαχθεί σε πρόγραμμα ρύθμισης του άρθρου 1 του Ν.4321/2015.
Εξόφληση μέρους της οφειλής με προκαταβολή
1. Η αίτηση-δήλωση για προκαταβολή ρύθμισης με χορήγηση ισόποσης απαλλαγής σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 του Ν.4321/2015 υποβάλλεται ηλεκτρονικά μέσω διαδικτυακής εφαρμογής για όλες τις περιπτώσεις που αυτό υποστηρίζεται τεχνικά. Σε περίπτωση που υφίσταται τεχνική αδυναμία διαδικτυακής υποστήριξης, η αίτηση υποβάλλεται στη Δ.Ο.Υ. ή Τελωνείο ή άλλη Υπηρεσία, ο Προϊστάμενος της οποίας είναι αρμόδιος για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής.
2. Η αίτηση-δήλωση για προκαταβολή ρύθμισης και για υπαγωγή της υπολειπόμενης οφειλής σε ρύθμιση δύναται να υποβληθεί έως και την 27η Απριλίου 2015.
3. Το ελάχιστο ποσό προκαταβολής δεν μπορεί να είναι κατώτερο των διακοσίων ευρώ (200€). Σε περίπτωση που υφίστανται οφειλές βεβαιωμένες σε περισσότερες της μίας υπηρεσίες της Φορολογικής Διοίκησης και ληξιπρόθεσμες την 1η Μαρτίου το ελάχιστο ποσό προκαταβολής διαμορφώνεται σε εκατό ευρώ (100€). Η προκαταβολή είναι καταβλητέα άπαξ, με εκούσια καταβολή, μέσα σε τρεις (3) εργάσιμες ημέρες από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, αλλά όχι πέραν της 27ης Απριλίου 2015.
4. Η υπολειπόμενη οφειλή υπάγεται υποχρεωτικά σε πρόγραμμα ρύθμισης του άρθρου 1 του Ν. 4321/2015. Οι δόσεις της ρύθμισης είναι καταβλητέες έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα των μηνών που έπονται της προκαταβολής. Η προκαταβολή δεν προσμετράται στον αριθμό των δόσεων της ρύθμισης.
5. Ο οφειλέτης τυγχάνει των ευεργετημάτων της ρύθμισης σύμφωνα με το άρθρο 11 του Ν. 4321/2015 μετά την καταβολή της προκαταβολής, εφόσον αυτή είναι ίση ή μεγαλύτερη από την πρώτη δόση της ρύθμισης.
6. Η καταβολή της προκαταβολής διενεργείται στους φορείς είσπραξης (Τράπεζες, ΕΛ.ΤΑ.) με τη χρήση μοναδικού κωδικού πληρωμής ή στην κατά περίπτωση υπηρεσία της Φορολογικής Διοίκησης.
7. Εφόσον ο οφειλέτης δεν καταβάλει εμπρόθεσμα οποιαδήποτε από τις δέκα (10) πρώτες δόσεις της ρύθμισης που έπονται της προκαταβολής ή, στην περίπτωση που οι δόσεις της ρύθμισης είναι λιγότερες των δέκα δεν καταβάλει εμπρόθεσμα οποιαδήποτε από αυτές, ή επέλθει απώλεια της ρύθμισης με υπαιτιότητα του οφειλέτη για οποιοδήποτε λόγο, βεβαιώνεται σε βάρος του οφειλέτη, ο οποίος έχει υποβάλει την αίτηση, στον Κ.Α.Ε 3739, ποσό ίσο με την απαλλαγή που του χορηγήθηκε κατά την καταβολή της προκαταβολής.
8. Για την εφαρμογή των οριζομένων στην ανωτέρω παράγραφο απαιτείται σύνταξη χρηματικού καταλόγου από το αρμόδιο για την παρακολούθηση της ρύθμισης όργανο, ο οποίος αποστέλλεται προς βεβαίωση και είσπραξη κατά τις διατάξεις του ΚΕΔΕ στην υπηρεσία όπου είναι βεβαιωμένες οι ρυθμισμένες οφειλές. Τα ανωτέρω δύνανται να υλοποιηθούν και με μαζικούς χρηματικούς καταλόγους, τοπικά ή κεντρικά, όταν δημιουργηθεί η κατάλληλη μηχανογραφική εφαρμογή.
Αρμόδιο όργανο
Ως αρμόδιος για τη χορήγηση της ρύθμισης, την παρακολούθηση, την τήρηση των όρων της, την απώλεια αυτής, τη βεβαίωση της κύρωσης του άρθρου 15 του Ν.4321/2015 και κάθε άλλη αναγκαία διαδικασία ορίζεται ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. ή του Τελωνείου ή άλλης Υπηρεσίας, ο οποίος είναι αρμόδιος για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής.
Στην περίπτωση συναρμοδιότητας του Προϊσταμένου της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης, αρμόδιος για τα ανωτέρω ορίζεται ο τελευταίος.
Συνέπειες ως προς τα αναγκαστικά μέτρα
1. Για οφειλές που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα ρύθμισης και ο οφειλέτης συμμορφώνεται με το πρόγραμμα αυτής και εφόσον έχει ελεγχθεί η συνδρομή των ουσιαστικών προϋποθέσεων υπαγωγής και διατήρησής του, όπως αναφέρονται στα αντίστοιχα κεφάλαια της παρούσας, αναστέλλεται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης εν γένει (π.χ. έκδοση προγράμματος πλειστηριασμού) επί κινητών ή ακινήτων. Η αναστολή αυτή δεν ισχύει για κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί στα χέρια τρίτων ή έχουν εκδοθεί οι σχετικές παραγγελίες, τα ποσά όμως που θα αποδίδονται από αυτές καλύπτουν δόση ή δόσεις της ρύθμισης, εφόσον δεν πιστώνονται με άλλες οφειλές που δεν έχουν ρυθμιστεί. Με την απώλεια των ευεργετημάτων της ρύθμισης, τα μέτρα που έχουν ανασταλεί συνεχίζονται.
2. Οι ήδη επιβληθείσες κατασχέσεις στα χέρια τρίτων αίρονται, εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) έχει εξοφληθεί ποσοστό 25% της αρχικής βασικής βεβαιωμένης ρυθμιζόμενης οφειλής πριν από οποιαδήποτε απαλλαγή, στο οποίο δεν συμπεριλαμβάνεται το ποσό της προκαταβολής του άρθρου 15 του Ν. 4321/2015,
β) έχει υποβληθεί σχετική αίτηση από τον οφειλέτη,
γ) έχει κατά περίπτωση εξεταστεί η συνδρομή των προϋποθέσεων υπαγωγής στη ρύθμιση και μη απώλειας αυτής, όπως αναφέρονται στα αντίστοιχα κεφάλαια της παρούσας,
δ) η επιβληθείσα κατάσχεση αφορά αποκλειστικά χρέη που έχουν υπαχθεί και εξοφληθεί στο πλαίσιο της παρούσας ρύθμισης και δεν περιλαμβάνει άλλα χρέη που δεν έχουν εξοφληθεί.
3. Λοιπές επιβληθείσες κατασχέσεις στα χέρια τρίτων για τις οποίες δεν συντρέχουν οι ανωτέρω προϋποθέσεις δεν αίρονται.
Σε κάθε περίπτωση τα αποδιδόμενα ποσά από τις επιβληθείσες κατασχέσεις στα χέρια τρίτων, καθώς και από άλλες πράξεις εκτέλεσης (π.χ. απόδοση πλειστηριάσματος) λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη δόσης ή δόσεων της χορηγηθείσας ρύθμισης, εφόσον εισπράττονται κατά τη διάρκεια αυτής και δεν πιστώνονται σε άλλες οφειλές που δεν έχουν ρυθμιστεί ή πιστώνονται διαφορετικά κατά τις κείμενες διατάξεις. Διευκρινίζεται ότι ως τρόπος εξόφλησης της παραγράφου 2. του παρόντος άρθρου νοείται κάθε ποσό που εισπράττεται από οποιαδήποτε αιτία, κατά τη διάρκεια ισχύος της ρύθμισης, ήτοι μετά την ενεργοποίηση αυτής με εκούσια καταβολή, εφόσον δεν πιστώνεται σε άλλες οφειλές που δεν έχουν ρυθμιστεί ή πιστώνονται διαφορετικά κατά τις κείμενες διατάξεις.
Ποσά που αποδίδονται από επιβληθείσες κατασχέσεις στα χέρια τρίτων πέραν του ανωτέρω ποσοστού δεν επιστρέφονται.
Ανεξάρτητα από τα παραπάνω, η Φορολογική Διοίκηση δύναται να εξετάζει αίτημα περιορισμού κατασχέσεων στα χέρια τρίτων, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 30 του ΚΕΔΕ.
Λοιπά στοιχεία της ρύθμισης
1. Όταν η αίτηση δεν υποβάλλεται από τον πρωτοφειλέτη, η υποβολή της διενεργείται μόνο στην αρμόδια Υπηρεσία.
2. Σε περίπτωση που ο οφειλέτης επιθυμεί την προεξόφληση της ρύθμισης ή την αλλαγή προγράμματος ρύθμισης, υποβάλλει σχετική αίτηση στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. ή Τελωνείο ή άλλη Υπηρεσία, ώστε να τύχει των απαλλαγών του νέου προγράμματος ρύθμισης που τελικά διαμορφώνεται ή και να υπαχθεί στο νέο πρόγραμμα ρύθμισης κατά περίπτωση.
3. Η διάρκεια της ρύθμισης των βεβαιωμένων οφειλών υπέρ αλλοδαπού δημοσίου κατόπιν αιτήσεων αμοιβαίας συνδρομής στην είσπραξη δεν δύναται να υπερβαίνει την ημερομηνία παραγραφής, όπως αυτή ορίζεται από το αλλοδαπό δημόσιο.
4. Τυχόν εκκρεμής πίστωση ποσού έως πενήντα (50) ευρώ από καταβολή ή απόδοση που έχει διενεργηθεί πριν την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση δεν εμποδίζει την υποβολή της σχετικής αίτησης μέσω διαδικτυακής εφαρμογής.
5. Σε έκτακτες περιπτώσεις που για οποιαδήποτε αιτία δεν εμφανίζονται στο πληροφοριακό σύστημα των Δ.Ο.Υ. οι πληρωμές που έχουν διενεργηθεί στους φορείς είσπραξης, ο αιτών οφείλει να προσκομίζει στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. το σχετικό παραστατικό πληρωμής, για την αξιολόγηση του αιτήματος χορήγησης αποδεικτικού ενημερότητας.
6. Η υπαγωγή στη ρύθμιση δεν επηρεάζει τον τρόπο χορήγησης των πιστοποιητικών του άρθρου 105 του Κώδικα Φορολογίας κληρονομιών, δωρεών κ.λπ., ο οποίος κυρώθηκε με το πρώτο άρθρο του Ν.2961/2001 (ΦΕΚ 266 Α’) και του άρθρου 54Α του Ν. 4174/2013 (ΦΕΚ 170Α’), όπως ορίζεται στις αποφάσεις ΠΟΛ.1004/2.1.2015 και ΠΟΛ.1015/14.1.2015, συνεπώς δεν χορηγούνται τα πιστοποιητικά αυτά αν δεν έχει καταβληθεί ο επιμεριστικά αναλογών φόρος.
Για το χρονικό διάστημα που είναι δυνατή η υπαγωγή στη ρύθμιση της παρούσας, η αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση της υποπαραγράφου Α1 της παραγράφου Α του άρθρου πρώτου του Ν.4152/2013 (ΦΕΚ 107 Α’) δεν δύναται να υποβληθεί ηλεκτρονικά.