Η Ιρλανδία και η Πορτογαλία, οι οποίες επέστρεψαν πέρυσι στις αγορές ομολόγων για πρώτη φορά μετά την υπαγωγή τους σε προγράμματα οικονομικής βοήθειας από την Ευρωζώνη και το ΔΝΤ, είδαν το κόστος δανεισμού τους να αποκλιμακώνεται θεαματικά στη συνέχεια. Οι πρώτες επιτυχείς εκδόσεις τους ενίσχυσαν την εμπιστοσύνη των επενδυτών στις οικονομίες τους και συνέβαλαν στην επιτυχία και των επόμενων εκδόσεων με χαμηλότερες αποδόσεις.
Η Ιρλανδία, που είχε μείνει εκτός αγορών από το 2010, διέθεσε πέρυσι τον Μάρτιο 10ετή ομόλογα ύψους 5 δισ. ευρώ με απόδοση 4,15%. Ένα χρόνο μετά, στις 13 Μαρτίου εφέτος, προχώρησε σε δημοπρασία 10ετών ομολόγων αξίας 1 δισ. ευρώ, τα οποία πούλησε με απόδοση χαμηλότερη από 3% (για την ακρίβεια 2,967%), ενώ η ζήτηση από τους επενδυτές ήταν υψηλότερη κατά 2,9 φορές από το δημοπρατηθέν ποσό. Συνέπεια αυτής της επιτυχούς έκδοσης ήταν και η σταθεροποίηση της απόδοσης των 10ετών ιρλανδικών τίτλων κοντά στο 3% στη δευτερογενή αγορά (σήμερα διαμορφώνεται στο 2,98%).
Η Πορτογαλία επέστρεψε πέρυσι τον Ιανουάριο στις αγορές – για πρώτη φορά από το 2011 – με την έκδοση 5ετών ομολόγων, η απόδοση των οποίων διαμορφώθηκε στο 4,89%. Τον Μάιο του 2013, η κυβέρνηση της Λισαβόνας προχώρησε στην έκδοση 10ετών ομολόγων ύψους 3 δισ. ευρώ με απόδοση 5,67%. Η ζήτηση των επενδυτών ήταν πολύ υψηλή για τους τίτλους αυτούς, φθάνοντας τα 10,2 δισ. ευρώ. Μετά από 9 μήνες, τον Φεβρουάριο του 2014, η Πορτογαλία πούλησε και πάλι μέσω τραπεζών 10ετείς τίτλους ύψους 3 δισ. ευρώ, αλλά αυτή τη φορά με απόδοση σημαντικά χαμηλότερη (5,11%). Σήμερα, η απόδοση των 10ετών πορτογαλικών ομολόγων στη δευτερογενή αγορά έχει υποχωρήσει κάτω από το 4% (για την ακρίβεια 3,92%) από 6% που ήταν στις αρχές του 2013.
Η μείωση των αποδόσεων των ομολόγων των χωρών της περιφέρειας της Ευρωζώνης ενισχύθηκε από την εμπιστοσύνη των διεθνών επενδυτών για την πορεία των οικονομιών τους, την έξοδο των κεφαλαίων τους από τις αναδυόμενες αγορές και τις δηλώσεις του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Μάριο Ντράγκι ότι η ΕΚΤ μπορεί να προχωρήσει σε μη συμβατικά μέτρα, όπως οι αγορές ομολόγων, για να αντιμετωπισθεί ο κίνδυνος αποπληθωρισμού στην Ευρωζώνη.