Οι διαφωνίες στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με τις αλλαγές που πρέπει να γίνουν στην οικονομική διακυβέρνησή της παραμένουν μεγάλες, σύμφωνα με σημερινό δημοσίευμα της εφημερίδας Wall Street Journal.
Όπως αναφέρει η εφημερίδα, οι διαφορές είναι μεγάλες και στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ενώ ο Πρόεδρος της Ε.Ε., Χέρμαν Βαν Ρομπάι, πρόκειται να ανακοινώσει στο τέλος του μήνα τις προτάσεις του για το ζήτημα αυτό στους Πρωθυπουργούς των χωρών-μελών.
Οι προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που προβλέπουν σχεδόν αυτόματη επιβολή προστίμων στις δημοσιονομικά απείθαρχες χώρες – που θα φτάνουν στο 0,2% του ΑΕΠ αν το έλλειμμα υπερβαίνει το επιτρεπτό όριο ή το δημόσιο χρέος δεν μειώνεται με συγκεκριμένο ρυθμό προς το 60% του ΑΕΠ – θεωρούνται ανεπαρκείς από τη Γερμανία.
Σε ομιλία που έκανε στο Βερολίνο, ο επικεφαλής της γερμανικής Κεντρικής Τράπεζας, Άξελ Βέμπερ επανέλαβε τη θέση ότι – για τις χώρες της Ευρωζώνης που θα αντιμετωπίζουν πρόβλημα δανεισμού – πρέπει να προβλέπεται μία διαδικασία αναδιάρθρωσης του χρέους τους, ενώ σε περίπτωση που μια χώρα ζητήσει την οικονομική στήριξη από τις άλλες χώρες-μέλη, αυτή θα πρέπει να δίνεται με αυστηρούς και επώδυνους όρους.
Ο Γιούργκεν Σταρκ, ο Γερμανός επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ υποστήριξε, εξ άλλου, ότι οι κυρώσεις στις δημοσιονομικά απείθαρχες χώρες πρέπει να περιλαμβάνουν και την απαγόρευση του δικαιώματος ψήφου τους στο Συμβούλιο Υπουργών και τη στέρηση στην πρόσβαση στους πόρους των κοινοτικών ταμείων.
Την πρόταση για την αναδιάρθρωση του χρέους υποστήριξαν με έκθεσή τους και όλα τα οικονομικά ινστιτούτα της Γερμανίας, σημειώνοντας ότι ενδεχόμενη παράταση της λειτουργίας του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας που συστήθηκε τον περασμένο Ιούνιο, πέραν της τριετίας, θα είχε «μοιραίες οικονομικές συνέπειες».
Σύμφωνα με άλλο δημοσίευμα της εφημερίδας Financial Times, οι γερμανικές προτάσεις συναντούν αντιδράσεις από τη Γαλλία και τη Μεγάλη Βρετανία και άλλες χώρες-μέλη, καθώς απαιτούν αλλαγή της Ευρωπαϊκής Συνθήκης της Λισσαβόνας.
Στο πλαίσιο των αλλαγών στην οικονομική διακυβέρνηση, ο Πρωθυπουργός του Λουξεμβούργου, Υβ Μερς ζήτησε να μην καθορίζεται η εισοδηματική πολιτική από τις εθνικές Κυβερνήσεις. Οι νέοι κανόνες για την οικονομική διακυβέρνηση, είπε ο κ. Μερς, «πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους ακαμψίες που υπάρχουν σε εθνικό επίπεδο, όπως η αυτόματη σύνδεση των αυξήσεων των μισθών και των συντάξεων με τον πληθωρισμό, που δεν είναι συμβατές με τη νομισματική ένωση».