Την ανάγκη να χαλαρώσει η Ευρωπαϊκή Ένωση τους αυστηρούς κανόνες της για τα δημοσιονομικά προκειμένου, να αντιμετωπίσει τους κινδύνους που εγείρει η κλιματική αλλαγή και η ασθενική ανάπτυξη, εξέφρασε ο νέος ευρωπαίος επίτροπος Οικονομίας Πάολο Τζεντιλόνι. Η δήλωση αυτή απηχεί τις ανησυχίες που εξέφρασε πρόσφατα ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμμανουέλ Μακρόν.
Αυτοί οι κανόνες, οι οποίοι σκοπό έχουν την ενίσχυση της δημοσιονομικής πειθαρχίας των κρατών μελών, είχαν καταρτιστεί την περίοδο της οικονομικής κρίσης και θα πρέπει να ανανεωθούν με βάση τα τρέχοντα δεδομένα, έκρινε ο ιταλός επίτροπος σε συνέντευξή του που δημοσιεύεται στο σημερινό φύλλο της γερμανικής εφημερίδας Süddeutsche Zeitung.
«Έχουμε σήμερα διαφορετικές προκλήσεις να αντιμετωπίσουμε: τον αγώνα εναντίον της κλιματικής αλλαγής και τον κίνδυνο να έχουμε πολύ άτονη ανάπτυξη και χαμηλό πληθωρισμό για παρατεταμένη περίοδο», τόνισε σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ, το οποίο επικαλείται το AFP.
Το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης της ΕΕ ορίζει ότι το δημοσιονομικό έλλειμμα δεν μπορεί να ξεπερνά το 3% του ΑΕΠ και το δημόσιο χρέος το 60% του ΑΕΠ των κρατών μελών.
Ορισμένα κράτη τηρούν αυτούς τους κανόνες χάρη στην καλή πορεία των οικονομιών τους ή χάρη σε πολιτικές λιτότητας, ενώ άλλα έχουν μείνει πίσω, εξαιτίας ιδίως των μεγάλων δημοσίων χρεών τους.
Εδώ και καιρό αρκετοί ευρωπαίοι ηγέτες ζητούν περισσότερη ευελιξία, ώστε να επιτραπεί στις χώρες τους να δαπανήσουν μεγαλύτερα ποσά για να τονωθεί η ανάπτυξη και να αποτραπεί η αντιστροφή της οικονομικής συγκυρίας.
Ο Μακρόν τον περασμένο μήνα ενώθηκε με τους ηγέτες της ΕΕ που τάσσονται υπέρ της χαλάρωσης των κανόνων, κρίνοντας ότι ο περιορισμός του δημοσίου ελλείμματος κάτω από το 3% του ΑΕΠ ανάγεται σε «άλλο αιώνα».
Ο γάλλος πρόεδρος επισήμανε σε συνέντευξή του στο βρετανικό περιοδικό «The Economist» ότι είναι απαραίτητο να υπάρξει «δημοσιονομικό πακέτο τόνωσης της ανάπτυξης» στην Ευρώπη, πρόταση που πάντως αναγνώρισε ότι παραμένει ταμπού για τη Γερμανία.
Ο Τζεντιλόνι, ο κεντροαριστερός πρώην πρωθυπουργός της Ιταλίας, πρόσθεσε ότι θέλει να γίνουν «διαβουλεύσεις» στις οποίες θα εξεταστούν τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα ή οι περιορισμοί των σημερινών κανόνων, με σκοπό να υποβληθούν προτάσεις «το δεύτερο μισό του 2020».
Η Ιταλία, χώρα με δυσθεώρητο χρέος, συγκαταλέγεται στους εντονότερους επικριτές των ευρωπαϊκών δημοσιονομικών κανόνων. Αλλά τα επιχειρήματα που προβάλλει συναντούν πάγια αντίσταση από μέρους των χωρών που παραμένουν προσηλωμένες στη δημοσιονομική ορθοδοξία, οι οποίες αρνούνται να δεχθούν οποιαδήποτε χαλάρωση τους, ώστε να αναγκαστεί η Ρώμη να νοικοκυρέψει τα δημοσιονομικά της.