Αμετάβλητοι παρέμειναν σε γενικές γραμμές οι πιστωτικοί κανόνες των τραπεζών της Ευρωζώνης στο πρώτο τρίμηνο του 2019, σύμφωνα με την έρευνα τραπεζικού δανεισμού (banklending survey, BLS) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Τα αποτελέσματα της έρευνας που έγινε από τις 4 έως τις 19 Μαρτίου, συμμετείχαν 144 τράπεζες και ήταν ελαφρώς ευνοϊκότερα από ό,τι αναμενόταν σε σχέση με την προηγούμενη έρευνα.
Ειδικότερα, οι πιστωτικοί κανόνες για στεγαστικά δάνεια σε νοικοκυριά έγιναν πιο σφιχτοί (με ένα καθαρό ποσοστό 3% έναντι -1% στην προηγούμενη έρευνα), ενώ οι πιστωτικοί κανόνες για καταναλωτικές πιστώσεις και άλλο δανεισμό στα νοικοκυριά συνέχισαν να συσφίγγονται ελαφρά (με ένα καθαρό ποσοστό 2%, αμετάβλητο σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο).
Σύμφωνα με το Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο το κόστος άντλησης κεφαλαίων από τις τράπεζες και οι περιορισμοί στους ισολογισμούς τους συνέβαλαν στη σύσφιξη των πιστωτικών κανόνων σε όλες τις κατηγορίες δανείων, ενώ οι πιέσεις από τον ανταγωνισμό συνέχισαν να συμβάλουν στη χαλάρωση των πιστωτικών κανόνων. Για το δεύτερο τρίμηνο του 2019, οι τράπεζες αναμένουν μία χαλάρωση των πιστωτικών κανόνων για επιχειρηματικά και καταναλωτικά δάνεια και μία περαιτέρω σύσφιξη των κανόνων για τα στεγαστικά δάνεια.
Σε ό,τι αφορά την καθαρή ζήτηση επιχειρηματικών δανείων αυτή παρέμεινε σταθερή στο πρώτο τρίμηνο του 2019, ενώ αυξανόταν από το δεύτερο τρίμηνο του 2015. Η εξέλιξη αυτή είναι σε γενικές γραμμές εναρμονισμένη με την αναμενόμενη από τις τράπεζες συγκράτηση της ζήτησης στην προηγούμενη έρευνα.
Η ζήτηση ενισχύθηκε από το χαμηλό γενικό επίπεδο επιτοκίων και τις επενδύσεις παγίου κεφαλαίου, καθώς και σε μικρότερη έκταση από τα αποθέματα και το κεφάλαιο κίνησης, τις συγχωνεύσεις και εξαγορές και την αναχρηματοδότηση/αναδιάρθρωση χρέους.
Η καθαρή ζήτηση για στεγαστικά δάνεια συνέχισε να αυξάνεται στο πρώτο τρίμηνο του 2019, καθοδηγούμενη κυρίως από το χαμηλό γενικό επίπεδο επιτοκίων, ενώ οι ευνοϊκές προοπτικές της στεγαστικής αγοράς και η καταναλωτική εμπιστοσύνη συνέβαλαν λιγότερο από ότι τα προηγούμενα τρίμηνα. Το χαμηλό γενικό επίπεδο επιτοκίων και οι ανάγκες χρηματοδότησης δαπανών για διαρκή καταναλωτικά αγαθά συνέβαλαν στην ελαφρά καθαρή αύξηση της ζήτησης για καταναλωτικές πιστώσεις και άλλο δανεισμό στα νοικοκυριά.
Όσον αφορά την επίδραση του προγράμματος αγοράς ομολόγων της ΕΚΤ (APP), οι τράπεζες της Ευρωζώνης ανέφεραν ότι συνέχισε να είναι θετική στη ρευστότητά τους και τους όρους χρηματοδότησης από την αγορά και να είναι αρνητική στην κερδοφορία τους κατά το περασμένο εξάμηνο, στο οποίο περιλαμβανόταν και οι καθαρές αγορές ομολόγων του Ευρωσυστήματος έως τον Δεκέμβριο του 2018. Αν και το αρνητικό επιτόκιο της ΕΚΤ για την αποδοχή καταθέσεων είχε δυσμενή επίπτωση στο καθαρό εισόδημα από τόκους των τραπεζών, οι τράπεζες συνέχισαν να δηλώνουν μία θετική επίδραση του αρνητικού επιτοκίου στον όγκο χορηγήσεων δανείων.
Τέλος, οι τράπεζες της Ευρωζώνης θεωρούν το τρέχον επίπεδο πιστωτικών κανόνων σε σύγκριση με το εύρος τους από το 2010 ως σε γενικές γραμμές παραπλήσιο για τα επιχειρηματικά δάνεια, κάπως πιο σφιχτό για τα στεγαστικά δάνεια και κάπως πιο χαλαρό για την καταναλωτική πίστωση.