Να αναληφθούν όλες εκείνες οι αναγκαίες πρωτοβουλίες από το υπουργείο που θα διευκολύνουν την προσέλκυση επενδύσεων, όπως η μείωση των φορολογικών βαρών, η απλοποίηση των διαδικασιών αδειοδότησης και η δημιουργία Ειδικών Οικονομικών Ζωνών ζήτησε από τον αρμόδιο υφυπουργό Ανάπτυξης και Υποδομών, Ν. Μηταράκη, η Διοικητική Επιτροπή του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών κατά τη διάρκεια συνάντησης που είχαν σήμερα το μεσημέρι.
Ο πρόεδρος του επιμελητηρίου Κ. Μίχαλος έκανε ιδιαίτερη αναφορά στην ανάγκη (μέσω του επενδυτικού νόμου) διπλασιασμού του μέσου μεγέθους των ελληνικών επιχειρήσεων, καθώς και επιλογής των πέντε πιο δυναμικών κλάδων της ελληνικής οικονομίας για περαιτέρω ενισχύσεις. Τέλος, επεσήμανε ότι θα πρέπει να υπάρξει ενίσχυση των φορολογικών κινήτρων ως προς τα έργα ενεργειακού χαρακτήρα, στην περίπτωση που δεν επιλεγούν για επιχορηγήσεις μέσω του αναπτυξιακού νόμου.
Κατά τη διάρκεια της συνάντησης ο κ. Μίχαλος τόνισε στον υφυπουργό Ανάπτυξης ότι η αγορά βιώνει τη δυσκολότερη περίοδο των τελευταίων σαράντα χρόνων και το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει είναι αυτό της έλλειψης ρευστότητας. Ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητήριων Ελλάδας και του ΕΒΕΑ ζήτησε την ενεργή συμμετοχή των Επιμελητηρίων για την άμεση διοχέτευση πόρων του ΕΣΠΑ και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων στις ελληνικές επιχειρήσεις. Αναφέρθηκε επίσης και στην ανάγκη ουσιαστικής συμβολής του τραπεζικού συστήματος στη χρηματοδότηση των ελληνικών επιχειρήσεων.
ΕΟΖ
Όπως εκτιμά το ΕΒΕΑ η δημιουργία ΕΟΖ στις παραμεθόριες περιοχές της χώρας, σε αυτήν την ιδιαίτερα δυσμενή οικονομική συγκυρία, μπορεί να συνεισφέρει σημαντικά στην αύξηση της εμπιστοσύνης των επενδυτών, με όλα τα συνεπακόλουθα θετικά αποτελέσματα, αλλά και στην αύξηση των εσόδων του ελληνικού Δημοσίου, που σε διαφορετική περίπτωση θα εκλείψουν.
Τα κίνητρα και τα προνόμια που θα πρέπει να καθιερωθούν στις ΕΟΖ, σύμφωνα με το ΕΒΕΑ, για την προσέλκυση επενδύσεων, είναι αναγκαίο να μελετηθούν στην κάθε τους λεπτομέρεια και να αποσκοπούν κυρίως στη δημιουργία ενός σταθερού φορολογικού περιβάλλοντος, αλλά και στην πάταξη της γραφειοκρατίας, καθώς και στην αύξηση της αποτελεσματικότητας του ελληνικού Δημοσίου.
Τα κίνητρα αυτά μπορούν να κωδικοποιηθούν στα εξής σημεία:
– Μειωμένος φορολογικός συντελεστής για τις επιχειρήσεις στις ΕΟΖ, κάτω του 10% σε σχέση με το 20% που ισχύει σήμερα για τις επιχειρήσεις ανά την επικράτεια.
– Απλοποίηση των διαδικασιών αδειοδότησης.
Προτείνεται επίσης να συγκροτηθεί ένα νέο διαγραμματειακό όργανο, στο οποίο θα συμμετέχουν εκπρόσωποι όλων των συναρμόδιων υπουργείων και των Περιφερειών, που θα έχει την αρμοδιότητα για τον έλεγχο των προτάσεων και την έκδοση των σχετικών αδειών.
Ειδικό δικαιοδοτικό καθεστώς: Προτείνεται να ισχύσουν για τις ΕΟΖ δύο βαθμοί δικαιοδοσίας αντί για τρεις, ώστε οι υποθέσεις να εκδικάζονται μέχρι και το δεύτερο βαθμό και οι αποφάσεις να είναι πλέον αμετάκλητες, προκειμένου να αποφευχθούν σημαντικές καθυστερήσεις λόγω προσφυγών, γεγονός που αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους λόγους αποθάρρυνσης των ξένων επενδύσεων.
Προτείνεται, επίσης, και η συγκρότηση μιας Διοικητικής Επιτροπής επίλυσης διαφορών.
Τέλος, οι επιχειρήσεις που θα ιδρυθούν και θα δραστηριοποιηθούν εντός των ΕΟΖ να αναλαμβάνουν και συγκεκριμένες δεσμεύσεις, με στόχο τη δημιουργία πρόσθετων πλεονεκτημάτων για τις τοπικές κοινωνίες.
Συγκεκριμένα προτείνεται:
– Να οριστεί ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής ελληνικών προϊόντων. Συγκεκριμένα, ένα ποσοστό της τάξης του 80% των έργων και των προμηθειών για την υλοποίηση των επενδύσεων, να γίνει από ελληνικές εταιρίες.
– Ποσοστό της τάξης τουλάχιστον του 0,5% των μετά φόρων κερδών, να αποδίδεται στην Περιφέρεια όπου βρίσκεται η ΕΟΖ, για την υποστήριξη παρόμοιων δραστηριοτήτων ή και για κοινωφελή έργα και σκοπούς.
– Να υπάρχει δέσμευση πρόσληψης, τουλάχιστον 20%, του ανειδίκευτου προσωπικού από την τοπική κοινωνία, μέσω του ΟΑΕΔ.
– Να ισχύει και για τις ΕΟΖ το εργασιακό καθεστώς που προβλέπουν οι ισχύοντες νόμοι για όλη την ελληνική επικράτεια, χωρίς διαφοροποίηση.
– Να ισχύει ειδικό φορολογικό καθεστώς προκειμένου να αντιμετωπισθεί ο φορολογικός ανταγωνισμός από γείτονες χώρες, μέλη της Ε.Ε.
Αναφορικά με τα έργα ενεργειακού χαρακτήρα
Ο N.3851/2010 του ΥΠΕΚΑ έδωσε ώθηση για την επιτάχυνση έργων ΑΠΕ. Σε αυτόν τον Νόμο αναφέρεται η δυνατότητα της φορολογικής απαλλαγής στα επενδυτικά εκείνα σχέδια που δεν επιλέγουν την επιχορήγηση.
Ωστόσο, θα ήταν απολύτως χρήσιμη η αναφορά της ως άνω δυνατότητας φορολογικής απαλλαγής και στον καθ’ ύλην αρμόδιο Αναπτυξιακό Νόμο, δεδομένου ότι η βιωσιμότητα των έργων έχει τρωθεί αφενός επειδή εκλείπουν νέες περιοχές με υψηλό αιολικό δυναμικό καθώς επίσης κι αφετέρου επειδή το κόστος διασύνδεσης με το Σύστημα αποτελεί σημαντικότατο πλέον ποσοστό του προϋπολογισμού του έργου.
Η ενίσχυση λοιπόν των κινήτρων για ένταξη στη φορολογική απαλλαγή θα δώσει λύση, διότι με αυτήν δεν απαιτείται άμεση εκταμίευση και επιβάρυνση του κρατικού προϋπολογισμού, ενισχύονται τα φορολογικά έσοδα με τη λήξη της εν λόγω απαλλαγής ενώ παράλληλα δίνεται το έναυσμα για νέες επενδύσεις και νέες θέσεις εργασίας.
Υπό αυτό το πρίσμα, προτείνονται λοιπόν τα κάτωθι:
- Η ένταξη στο κίνητρο αυτό μόνο με απλή δήλωση της επιχείρησης, όπως δηλαδή γινόταν και παλαιότερα, χωρίς τη χρονοβόρο και γραφειοκρατική διαδικασία της εγκρίσεως του αιτήματος. Ο απαραίτητος έλεγχος θα γίνεται από τον οριζόμενο φορολογικό ή άλλο φορέα
- Η αύξηση του ποσοστού της φορολογικής απαλλαγής στο 100% για τα νέα επενδυτικά σχέδια ΑΠΕ ανεξαρτήτως του νομού και του μεγέθους του φορέα υλοποίησης, κάτι που ίσχυε στην νομοθεσία παλαιότερα.
- Η θέσπιση ελκυστικότερων φορολογικών διατάξεων όπως π.χ. κατάργηση της φορολογίας κατά τη διανομή του αφορολόγητου αποθεματικού, απαλλαγής από παντός είδους έκτακτες εισφορές, κατάργηση των ανώτατων ανά χρήση ποσοστών φορολογικής απαλλαγής.
- Είναι πολύ σημαντικό να εξαιρεθούν τα έργα ΑΠΕ από τα ανώτατα ποσά ενίσχυσης (είτε αυτά αφορούν σε μεμονωμένη επιχείρηση φορέα είτε σε σύνολο συνδεδεμένων/συνεργαζομένων επιχειρήσεων) που προβλέπονται στον Αναπτυξιακό Νόμο ώστε να μην περιορίζεται επί της ουσία η δυνατότητα ανάπτυξης νέων έργων ΑΠΕ μεγάλης κλίμακας.
- Χρήσιμο θα ήταν τα έργα ΑΠΕ να ενταχθούν σε συγκεκριμένη κατηγορία επενδυτικών σχεδίων στον Αναπτυξιακό Νόμο στην οποία να προβλέπεται το κίνητρο της επιχορήγησης των παγίων στο 100% του προβλεπόμενου ποσοστού επιχορήγησης.
Περαιτέρω, στα έργα ΑΠΕ και ειδικότερα στα έργα αιολικών πάρκων, η κατασκευή δικτύου διασύνδεσής τους με το δίκτυο/σύστημα αποτελεί ένα αναπόσπαστο/συνοδό έργο της επένδυσης, κι ως εκ τούτου η ενίσχυσή του θα πρέπει να αναφέρεται στον Αναπτυξιακό Νόμο κατά τρόπο ρητό μη επιδεχόμενο οιασδήποτε αμφισβήτησης.
Λαμβάνοντας υπόψη τις εξαιρετικά δυσοίωνες οικονομικές συγκυρίες καθώς και την επιβεβλημένη ανάγκη για ανάπτυξη της Ελληνικής οικονομίας, προτείνεται η παροχή της δυνατότητας συμψηφισμού υποχρεώσεων καταβολής φόρου από τις επιχειρήσεις οι οποίες έχουν ολοκληρώσει επενδυτικά σχέδια που έχουν υπαχθεί σε παλαιότερους επενδυτικούς νόμους αλλά στις οποίες δεν έχει ακόμα καταβληθεί το σύνολο των εγκεκριμένων επιχορηγήσεων.
Ως προς τον τρόπο καταβολής των ενισχύσεων, επισημαίνεται ότι αυτός θα πρέπει να βοηθά τον φορέα στην ολοκλήρωση του έργου. Λόγω των σημερινών ειδικών οικονομικών συνθηκών και της πλήρους αδυναμίας των τραπεζών να χρηματοδοτήσουν τις επενδύσεις, θα πρέπει να τροποποιηθεί η διάταξη του Νόμου που ορίζει τον τρόπο καταβολής της ενίσχυσης δηλαδή 50% προκαταβολή και 50% με την πρόοδο του έργου, και να ισχύσει ότι μπορεί να δοθεί μέχρι το 100% της ενίσχυσης ως προκαταβολή με την καταβολή εγγυητικής επιστολής τραπέζης.
Η τροποποίηση αυτή θα βοηθήσει τα μέγιστα στην υλοποίηση των έργων διότι μειώνει την συνολική αναγκαία τραπεζική χρηματοδότηση, πράγμα ιδιαίτερα σημαντικό την περίοδο αυτή.
Ειδικότερα για τον τομέα του Φυσικού Αερίου τα επιμέρους έργα που αποτελούν τμήματα της υποδομής αλλά και το σύνολο της υποδομής που απαιτείται για την υποστήριξη και υλοποίηση επενδύσεων (πχ κατασκευή αγωγών, σταθμών συμπίεσης (CNG) και αποσυμπίεσης, επίγειων και πλωτών σταθμών παραλαβής και αεριοποίησης υγροποιημένου φυσικού αερίου – LNG, μετρητικοί σταθμοί, κλπ) πρέπει να περιλαμβάνονται στο πλαίσιο ενίσχυσης του Αναπτυξιακού νόμου διότι στην αντίθετη περίπτωση καταργείται στην ουσία η έννοια της συνολικής αντιμετώπισης ενός ολοκληρωμένου επενδυτικού σχεδίου.