Την παραδοχή ότι καταβάλλεται προσπάθεια για την επίτευξη συνολικής συμφωνίας στο Eurogroup της 21ης Ιουνίου, εξέφρασε ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Βάλντις Ντομπρόβσκις.
Σε συνέντευξή του στην ΕΡΤ, ο κ. Ντομπρόβσκις απαρίθμησε τρία «σημαντικά» δεδομένα για την επόμενη ημέρα για την Ελλάδα: «Το πρώτο είναι η ολοκλήρωση της 4ης αξιολόγησης. Σημαίνει υιοθέτηση και εφαρμογή των προαπαιτούμενων. Η ψήφιση στη Βουλή ήταν ένα σημαντικό βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση. Δεύτερο είναι η συμφωνία των μέτρων για το χρέος ώστε να μειωθεί το κόστος εξυπηρέτησης για την Ελλάδα. Από την πλευρά της Κομισιόν εμμένουμε σε ένα αξιόπιστο πακέτο επίσης μεσοπρόθεσμο εμπροσθοβαρών μέτρων ώστε να διασφαλίσουμε τη σταδιακή επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές. Τρίτον, η διευθέτηση θεμάτων για μετά το τέλος του προγράμματος, καθώς ορισμένα από τα μεσοπρόθεσμα μέτρα του χρέους δεν θα συνδεθούν με τη δημοσιονομική πορεία μετά το τέλος του προγράμματος».
Διευκρινίζοντας τα μέτρα για το χρέος, ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είπε ότι η ιδέα είναι ότι το Eurogroup έχει συζητήσει βραχυπρόθεσμα, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα μέτρα για το χρέος και τόνισε πως «τώρα δίνουμε έμφαση στη σύνθεση, η οποία περιλαμβάνει την επιμήκυνση των ωριμάνσεων των δανείων του EFSF, κάποια άλλα μέτρα τα οποία είναι σημαντικά για τα πρώτα έτη μετά το τέλος του προγράμματος ώστε η Ελλάδα να επιστρέψει σταδιακά στις αγορές». Όλα συνδέονται με το ύψος της τελευταίας δόσης ώστε η Ελλάδα να έχει επαρκές ταμειακό απόθεμα, συμπλήρωσε, σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Ο κ. Ντομπρόβσκις υπογράμμισε ότι το πρώτο και πιο σημαντικό προς το συμφέρον της Ελλάδας είναι κάποια από τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος να συνδεθούν με τη συνεχιζόμενη τήρηση των δημοσιονομικών στόχων. «Αν η Ελλάδα θέλει να επιστρέψει σταδιακά στις αγορές, να σταθεί «στα πόδια της», να μην εξαρτάται από τα προγράμματα της Ευρώπης ή του ΔΝΤ, τότε χρειάζεται να έχει πρόσβαση στις αγορές» ανέφερε.
Σχετικά με τα κέρδη της ΕΚΤ και των άλλων κεντρικών τραπεζών από τη διακράτηση ελληνικών ομολόγων, είπε ότι αυτά είναι περισσότερο μεσοπρόθεσμα μέτρα τα οποία θα μοιραστούν σε αρκετά χρόνια. Η ιδέα είναι ότι αυτές οι πληρωμές θα συνδεθούν με τη δημοσιονομική πορεία μετά το τέλος του προγράμματος, που σημαίνει πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ έως το 2022. Χώρες που ήταν σε πρόγραμμα είναι ιδιαίτερα «ευαίσθητες» στις μεταβολές των αγορών, σημείωσε.
Σε ερώτηση πώς μπορεί να προστατευτεί η Ελλάδα όταν βγει από το πρόγραμμα αν οι αποδόσεις είναι πολύ υψηλές, ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ανέφερε ότι αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο χρειαζόμαστε πολλά εργαλεία και διευκρίνισε: «Πρώτον, πρέπει να διασφαλίσουμε ότι η έξοδος στις αγορές θα πρέπει να είναι σταδιακή, και γι’ αυτό χρειαζόμαστε τα μέτρα για το χρέος και το ταμειακό απόθεμα για όταν η Ελλάδα βγει από το πρόγραμμα. Δεύτερον, είναι σημαντικό η Ελλάδα να μείνει εντός πορείας, με υπεύθυνες δημοσιονομικές και μακροοικονομικές πολιτικές και ορισμένων μακροπρόθεσμων μέτρων για το χρέος τα οποία συζητούνται, έτσι ώστε να περιοριστεί συνολικά η εξυπηρέτηση του χρέους».
Για τη συμμετοχή του ΔΝΤ, είπε ότι ποια θα είναι η μορφή συνεργασίας θα συζητηθεί τις επόμενες ημέρες. «Ωστόσο πρέπει να αναμένουμε το ΔΝΤ να συνεχίσει να παίζει ρόλο την περίοδο μετά το τέλος του προγράμματος», προσέθεσε και παρατήρησε: «Πρώτα από όλα είναι ξεκάθαρο ότι το ΔΝΤ έχει μεγάλη εμπειρία σε τομείς όπως η εξισορρόπηση του ισοζυγίου πληρωμών, και η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει για την ακρίβεια αποκτήσει την εμπειρία και εξειδίκευση μετά την κρίση ή την περίοδο της κρίσης και μετά από αυτή. Επομένως η συνεργασία με το ΔΝΤ είναι σημαντική από την άποψη της εμπειρίας που διαθέτει».