Από το 2010 και μετά, η προσέγγιση ως προς τη διαχείριση του ασφαλιστικού φαίνεται να έχει αντιστραφεί: από τις συζητήσεις χωρίς πράξεις, που είδαμε τις προηγούμενες τρεις δεκαετίες, περάσαμε σε πράξεις χωρίς συζήτηση.
Του Κωνσταντίνου Μίχαλου
Όταν οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες ολοκλήρωναν τις μεταρρυθμίσεις των ασφαλιστικών τους συστημάτων, στην Ελλάδα σπαταλούσαμε χρόνο σε έναν ατελείωτο διάλογο που δεν κατέληγε πουθενά. Μετά την ένταξη στα προγράμματα προσαρμογής, έχουμε δει αντίθετα έναν καταιγισμό νομικών αλλαγών και περικοπών, χωρίς συζήτηση, χωρίς στρατηγική, χωρίς κατεύθυνση.
Τι αποτέλεσμα είχαν αυτές οι παρεμβάσεις; Σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύθηκαν πρόσφατα, η απώλεια από τις περικοπές των συντάξεων την περίοδο 2010 – 2016 υπολογίζεται σε 50 δισ. ευρώ, ενώ αναμένονται και επιπλέον περικοπές ύψους 28 δισ. ευρώ, για την περίοδο 2016 – 2021. Τα ασφαλιστικά ταμεία, από την άλλη, έχουν χάσει ως τώρα περίπου 80 δισ. ευρώ από το κούρεμα των ομολόγων, αλλά και από την κάμψη των εσόδων, εξαιτίας της ανεργίας, της μερικής απασχόλησης και της μείωσης των μισθών.
Το ύψος των φόρων και των εισφορών που καλούνται σήμερα να πληρώσουν στο κράτος εργοδότες και εργαζόμενοι, είναι τέτοιο που καθιστά την πλήρη μισθωτή εργασία ασύμφορη. Η επιβάρυνση του κρατικού προϋπολογισμού για τη συντήρηση του ασφαλιστικού συστήματος παραμένει υπέρμετρη, απορροφώντας το 40% των φορολογικών εσόδων, ενώ το αφανές χρέος των συντάξεων μέχρι το 2060 εκτιμάται στα 470 δισ. ευρώ.
Με άλλα λόγια, από τις μνημονιακές «μεταρρυθμίσεις» του ασφαλιστικού βγήκαν ζημιωμένοι όλοι: οι σημερινοί συνταξιούχοι, οι οποίοι βλέπουν να διαψεύδονται οι υποσχέσεις βάσει των οποίων πλήρωναν εισφορές, οι εργαζόμενοι, οι οποίοι επιβαρύνονται με υπέρογκες ασφαλιστικές εισφορές, ενώ έχουν να αναμένουν πολύ χαμηλές παροχές, αλλά και τα ταμεία και το ίδιο το ασφαλιστικό σύστημα, αφού η υπέρογκη αύξηση του μη μισθολογικού κόστους υπονομεύει την ανάπτυξη και την απασχόληση, τις πηγές, δηλαδή, από τις οποίες τροφοδοτείται.
Έστω και τώρα, είναι ανάγκη να αναλάβουμε την ευθύνη μιας πραγματικής, πλέον, μεταρρύθμισης του ασφαλιστικού συστήματος. Με στοχευμένες κινήσεις εξορθολογισμού για να περιοριστούν οι απώλειες στις συντάξεις, αλλά και με ριζικές δομικές αλλαγές που θα δημιουργήσουν ένα νέο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης για τους νέους εργαζόμενους. Προτάσεις και λύσεις υπάρχουν. Αυτό που μέχρι τώρα λείπει, είναι πολιτική βούληση, αποφασιστικότητα και ουσιαστική συναίνεση, για να λυθεί το πρόβλημα οριστικά και να αποκτήσει επιτέλους η Ελλάδα ένα βιώσιμο, δίκαιο και αξιόπιστο Ασφαλιστικό Σύστημα.
- Ο Κωνσταντίνος Μίχαλος είναι πρόεδρος του ΕΒΕΑ και της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδος