Τις υπέρογκες ασφαλιστικές εισφορές σε σχέση με τα χρόνια που πρέπει να ζήσει κάποιος αναλύει η Καθημερινή. Όσοι επιλέξουν να ασφαλιστούν για 10 ή 15 χρόνια παραπάνω – δηλαδή για 25 ή και 30 χρόνια αντί για 15 που είναι και το ελάχιστο επιτρεπόμενο όριο – ποντάροντας στην αύξηση της μηνιαίας σύνταξης, θα πρέπει να γνωρίζουν ότι για να πάρουν τα λεφτά που έχουν πληρώσει για ασφαλιστικές εισφορές, θα πρέπει να περιμένουν ακόμη και 32-34 χρόνια μετά τη συμπλήρωση του 67ου ορίου ηλικίας, δηλαδή μέχρι και 101.
Αν επέλθει ο θάνατος νωρίτερα -κάτι εξαιρετικά πιθανό αν λάβει κανείς υπόψη του ότι το προσδόκιμο ζωής στην Ελλάδα δεν ξεπερνά τα 80-82 Χρόνια-, η «επένδυση» στις ασφαλιστικές εισφορές θα απαξιωθεί.
Στην καλύτερη περίπτωση, η σύνταξη θα μειωθεί κατά 50% για να γίνει σύνταξη χηρείας του/της συζύγου, ενώ με τη συμπλήρωση 3ετίας από τον θάνατο το ποσοστό του κουρέματος θα φτάσει 75%.
Είναι προφανές ότι ο νέος τρόπος υπολογισμού των συντάξεων δημιουργεί τεράστιο κίνητρο για εισφοροδιαφυγή.
Σύμφωνα με την «Καθημερινή», o νόμος Kατρούγκαλου, αντί να επιβραβεύει την ασφάλιση για μακρά χρονική περίοδο και για υψηλές αποδοχές, πριμοδοτεί την ελάσσονα προσπάθεια στο όνομα του «κοινωνικού κράτους».
Όποιος ασφαλιστεί για 20 χρόνια αντί για 15, με μέσες συντάξιμες αποδοχές της τάξεως των 800 ευρώ τον μήνα, θα πάρει πίσω τα χρήματά του ύστερα από 16 χρόνια.
Ο ασφαλισμένος που θα εργαστεί για 20 χρόνια με αποδοχές 2.500 ευρώ θα χρειαστεί να περιμένει 29 χρόνια για να πάρει πίσω τα χρήματά του.