«Ολοκληρωμένο και πειστικό» χαρακτηρίζει το ευρωπαϊκό σχέδιο αντιμετώπισης της κρίσης χρέους ο νομπελίστας οικονομολόγος Τζόζεφ Στίγκλιτς σε συνέντευξη που παραχώρησε στα «ΝΕΑ».
Όπως τονίζει, η Ευρώπη έκανε ένα γενναίο βήμα προς την ολοκλήρωσή της και έδωσε απαντήσεις σε όσους αμφισβητούν το ευρώ. Ο αμερικανός οικονομολόγος πιστευτεί πως η ελληνική κρίση ενδυνάμωσε τη διακυβερνητική συνεργασία στην Ευρωπαϊκή Ενωση και οδήγησε την ευρωζώνη στην εξεύρεση λύσεων που δεν προβλέπονταν από την παρωχημένη για τις ανάγκες των καιρών Ευρωπαϊκή Συνθήκη.
Δηλώνει ικανοποιημένος από τις αποφάσεις για τη δημιουργία ενός νέου σχεδίου Μάρσαλ για την Ελλάδα, αλλά και από την απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να συναινέσει στην αποδοχή ελληνικών ομολόγων, ακόμη και εάν αυτά φέρουν αξιολόγηση χρεοστασίου.
– Ο νέος μηχανισμός στήριξης της Ελλάδας οδηγεί σε βελτίωση της βιωσιμότητας του χρέους, διασφαλίζει το τραπεζικό σύστημα και συνοδεύεται από ένα γενναίο αναπτυξιακό πακέτο. Κατά πόσο η Ελλάδα πρέπει να είναι ευχαριστημένη από τις αποφάσεις;
Το πλαίσιο που παρουσιάσθηκε είναι ομολογουμένως καλό. Αν και μένει να δούμε τις λεπτομέρειές του, πρέπει να αναγνωρίσουμε πως η ενίσχυση της ευελιξίας του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF), η προωθούμενη επαναγορά ομολόγων από τη δευτερογενή αγορά σε χαμηλές τιμές, η ανταλλαγή χρέους με ευνοϊκούς όρους, η χορήγηση εγγυήσεων και η αποδοχή των ελληνικών ομολόγων ως ενέχυρο από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ανεξαρτήτως αξιολόγησης συνιστούν ένα ολοκληρωμένο σχέδιο αντιμετώπισης του προβλήματος.
– Θεωρείτε, λοιπόν, πως τελικά έγινε ένα σημαντικό πολιτικό βήμα για την ενοποίηση της Ευρώπης.
Σίγουρα. Οι αποφάσεις που πήραν οι ηγέτες της Ευρώπης αποτελούν ένα βήμα προς την ολοκλήρωση της Ευρωπαϊκής Ενωσης και της ευρωζώνης. Πρέπει να σημειώσω πως τελικά δίνεται μια καθαρή πολιτική λύση και μια απάντηση σε όσους αμφισβητούν το ευρώ, μια απάντηση που φαίνεται να είναι πειστική και περιορίζει τις πιθανότητες εξάπλωσης της κρίσης. Ολοι τελικά κατάλαβαν πως το ελληνικό πρόβλημα είναι ευρωπαϊκό πρόβλημα.
– Και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα το κατάλαβε εγκαίρως; Σας ρωτώ διότι το προηγούμενο διάστημα είχε κρατήσει μια αμφίσημη στάση.
Θεωρώ πως εάν δεν υπήρχε εξαρχής το πρόγραμμα υποδοχής των ελληνικών ομολόγων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα η κρίση θα ήταν μεγαλύτερη και τα πράγματα θα ήταν ακόμη χειρότερα. Ωστόσο, όταν είσαι Κεντρική Τράπεζα πρέπει να δέχεσαι τα ομόλογα, ανεξάρτητα από την αξιολόγηση που δίνουν οι οίκοι. Αυτό έγινε αντιληπτό και η ΕΚΤ υπαναχώρησε.
– Φαίνεται πως κάποιοι στην Ευρώπη υιοθέτησαν τις προτάσεις σας για τη χορήγηση μεγάλης αναπτυξιακής βοήθειας προς την Ελλάδα. Τελικά το κυοφορούμενο νέο σχέδιο Μάρσαλ θα βοηθήσει στο να επανέλθει η Ελλάδα στις αγορές;
Χαίρομαι που εισακούστηκα. Διότι αυτός είναι ο βασικός σκοπός. Οταν αποκατασταθεί η ανάπτυξη, θα επανέλθει και η εμπιστοσύνη. Να σας αναφέρω το παράδειγμα της Ρωσίας. Οταν άρχισε να αναπτύσσεται, οι αγορές τής τα συγχώρεσαν όλα. Ακόμη και τη χρεοκοπία. Οι αγορές έχουν βραχύβια μνήμη. Τουλάχιστον αυτό ίσχυσε στην υπόθεση της Ρωσίας. Οταν αρχίσεις να αναπτύσσεσαι, το παρελθόν μένει στο παρελθόν.
Παρά τα αναπτυξιακά αυτά προγράμματα, πρέπει η Ευρώπη να φανεί πιο γενναία και να υιοθετήσει το ευρωομόλογο;
Το ευρωομόλογο είναι μια ιστορία συνδεδεμένη με την ατελή ευρωπαϊκή ενοποίηση. Σε αυτήν τη φάση οι αποφάσεις των ευρωπαίων ηγετών ουσιαστικά ακύρωσαν την ανάγκη έκδοσης ευρωομολόγου, αλλά όσο προχωρά η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση η δυνατότητα των κρατών να δανείζονται από κοινού με χαμηλά επιτόκια θα κερδίζει ως ιδέα έδαφος.
Το ευρωομόλογο θα κέρδιζε έδαφος εάν η αμερικανική οικονομία έχανε την αξιολόγηση ΑΑΑ. Δεν θα ήταν σε αυτή την περίπτωση πιο ασφαλές καταφύγιο για τους επενδυτές;
Δεν νομίζω πως η πιστοληπτική αξιολόγηση των ΗΠΑ κινδυνεύει. Αλλά για να σας απαντήσω, θεωρώ πως το ευρωομόλογο θα έδινε αναπτυξιακή ώθηση διασφαλίζοντας φθηνότερη χρηματοδότηση. Αυτός θα έπρεπε να είναι και ο ρόλος του.
Ο Τζόζεφ Στίγκλιτς, επικριτής της αυτορρυθμιζόμενης οικονομίας των αγορών, είναι καθηγητής στο Τμήμα Οικονομικών της Σχολής Διεθνών και Δημοσίων Σχέσεων του Πανεπιστημίου Κολούμπια και επίτιμος διδάκτωρ. Εχει διατελέσει πρόεδρος του Συμβουλίου Οικονομικών Συμβούλων του Λευκού Οίκου επί Μπιλ Κλίντον, αντιπρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας και πιο πρόσφατα σύμβουλος του προέδρου των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα και του πρωθυπουργού της Ισπανίας Χοσέ Λουίς Ροντρίγκες Θαπατέρο.