Θετική χρονιά προβλέπεται για την εγχώρια αγορά ακινήτων το 2025, με βάση τα δεδομένα που κατέγραψε το 2024, αλλά και τις εκτιμήσεις που υπάρχουν. Η χρονιά που πέρασε αποτέλεσε περίοδο μεταβάσεων και προσαρμογής στις νέες συνθήκες, ενώ οι προσδοκίες για το νέο έτος παραμένουν αισιόδοξες. Οι εξελίξεις στο μακροοικονομικό τοπίο, η σταδιακή χαλάρωση των επιτοκίων και η αυξανόμενη καταναλωτική εμπιστοσύνη αναμένεται να συμβάλουν στην ανάπτυξη της αγοράς. Ιδιαίτερη σημασία δίνεται στις επενδύσεις που εστιάζουν στη βιωσιμότητα και τις τεχνολογικές καινοτομίες, οι οποίες ενισχύουν τη δυναμική του κλάδου.
Η Cushman & Wakefield Proprius, – εταιρεία συμβούλων στο επαγγελματικό real estate – επισημαίνει σε ανάλυσή της, ότι το 2025 αναμένεται να χαρακτηρίζεται από βελτιωμένες συνθήκες δανεισμού, οι οποίες, σε συνδυασμό με πιθανές θετικές εξελίξεις στις γεωπολιτικές εντάσεις, θα μπορούσαν να ενισχύσουν τις επενδύσεις σε εμπορικά ακίνητα. Τα ενθαρρυντικά αποτελέσματα που σημειώθηκαν στις αγορές της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης το 2024, καθώς και η αυξημένη διαφάνεια στις απαιτήσεις των χρηστών, αναμένεται να διευκολύνουν τη λήψη επενδυτικών αποφάσεων, θέτοντας τις βάσεις για ένα δυναμικό 2025.
Το 2025 αναμένεται να χαρακτηρίζεται από έντονη δραστηριότητα στον τομέα των ακινήτων, με διαφοροποίηση ανά κλάδο. Το χαμηλότερο κόστος κεφαλαίου δημιουργεί ευκαιρίες για εξαγορές μεγάλης κλίμακας, ενώ η έμφαση στη βιωσιμότητα παραμένει κυρίαρχο ζητούμενο για επενδυτές, χρήστες και εταιρείες ανάπτυξης. Παρόλα αυτά, οι γεωπολιτικές προκλήσεις, οι φυσικές καταστροφές και η αβεβαιότητα γύρω από τα επιτόκια συνεχίζουν να αποτελούν παράγοντες που επηρεάζουν την αγορά.
Το 2024 αποτέλεσε μια χρονιά αλλαγών και προσαρμογών. Σύμφωνα με την ανάλυση της Cushman & Wakefield Proprius, οι επενδύσεις σε εμπορικά ακίνητα ανήλθαν σε 1,97 δισ. ευρώ, σημειώνοντας μείωση 2,5% σε σχέση με το 2023. Ωστόσο, αυτή η μείωση οφείλεται κυρίως σε τεχνικές κατανομές συναλλαγών, όπως η μεταφορά μεγάλων συμβολαίων από προηγούμενα έτη.
Ο τομέας της φιλοξενίας σημείωσε εντυπωσιακή αύξηση, διπλασιάζοντας τις επενδύσεις του σε σύγκριση με το 2023. Η ζήτηση για γη αυξήθηκε, κυρίως λόγω μεγάλων εξαγορών, όπως η αγορά ύψους 120 εκατ. ευρώ στο Ελληνικό. Παράλληλα, οι ΑΕΕΑΠ ενίσχυσαν την παρουσία τους, επενδύοντας σε γη για μελλοντική ανάπτυξη, ενώ η τάση για ποιοτικά ακίνητα, που ξεκίνησε κατά την πανδημία, συνεχίστηκε έντονα.
Οι επενδυτές γραφείων παρακολούθησαν στενά τη ζήτηση από τους χρήστες, με τη δυναμική της ευέλικτης εργασίας να επηρεάζει τις αποφάσεις τους. Αντίστοιχα, μεγάλο μέρος των επενδυτικών κεφαλαίων μεταφέρθηκε σε άλλους τομείς, όπως η φιλοξενία και η κατοικία. Οι εγχώριοι επενδυτές είχαν τον κυρίαρχο ρόλο στην αγορά, με τις περισσότερες συναλλαγές να αφορούν αγορές ειδικού σκοπού ή ιδία χρήση.
Η ελληνική αγορά ακινήτων απέδειξε ότι μπορεί να αντέξει τις πιέσεις, παρά τις διαρκείς προκλήσεις όπως η αύξηση των επιτοκίων, οι πληθωριστικές πιέσεις και οι γεωπολιτικές εντάσεις. Το 2025 αναμένεται να είναι μια χρονιά που θα δοκιμάσει την ανθεκτικότητα της αγοράς, αλλά ταυτόχρονα θα προσφέρει νέες ευκαιρίες για όσους επενδύσουν στρατηγικά.
Με τη στήριξη ενός ευνοϊκού μακροοικονομικού περιβάλλοντος, τη βελτίωση της επιχειρηματικής εμπιστοσύνης και την τεχνολογική καινοτομία, η ελληνική αγορά ακινήτων ετοιμάζεται για μια χρονιά γεμάτη προκλήσεις και υποσχέσεις.