Περισσότερα από 300.000 επιχειρήσεις θα δουν μείωση των εισφορών το 2025 με την κυβέρνηση να «κλειδώνει» τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά μια ποσοστιαία μονάδα αντί του 0,5 της ποσοστιαίας μονάδας η οποία έχει προαναγγελθεί. Το επιπλέον δημοσιονομικό κόστος αναμένεται να ανέλθει στα 215 εκατ. ευρώ και να φτάσει συνολικά τα 430 εκατ. ευρώ σε ετήσια βάση.
Η σχετική εξαγγελία αναμένεται να γίνει από τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη στη ΔΕΘ ενώ φαίνεται ότι η Αθήνα έχει πάρει το «πράσινο φως» από τις Βρυξέλλες για αύξηση του ανώτατου ορίου αύξησης των καθαρών πρωτογενών δαπανών από τα 3 δισ. ευρώ στα 3,5 δισ. ευρώ το 2025. Η κυβέρνηση έχει ανακοινώσει ήδη ότι οι ασφαλιστικές εισφορές θα μειωθούν κατά μισή ποσοστιαία μονάδα το 2025 και επιπλέον μισή μονάδα το 2027 αλλά επιδιώκει, σύμφωνα με πληροφορίες να εφαρμόσει μια μονάδα μείωση από τις αρχές του 2025 δίνοντας ανάσα στην αγορά, τις επιχειρήσεις και τους εργαζόμενους, διευκολύνοντας παράλληλα και το στόχο αύξησης του μέσου μισθού από τα 1.252 ευρώ σήμερα στα 1.500 ευρώ στο τέλος της τετραετίας, όπως έχει δεσμευτεί.
Σημειώνεται ότι η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά 4,4 ποσοστιαίες μονάδες που υλοποιήθηκε κατά την προηγούμενη τετραετία συνέβαλε καθοριστικά στην πτώση της ανεργίας κατά περισσότερο από περίπου 7 ποσοστιαίες μονάδες από το καλοκαίρι του 2019 μέχρι σήμερα.
Το θέμα της μεγαλύτερης μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών σε σχέση με τις αρχικές εξαγγελίες επανήλθε μετά την τελευταία αύξηση του κατώτατου μισθού που αποφάσισε η κυβέρνηση, με τις εργοδοτικές οργανώσεις να θέτουν εκ νέου το ζήτημα της μεγαλύτερης μείωσης των εργοδοτικών εισφορών.
Το αίτημα των εργοδοτών ενισχύεται από το γεγονός ότι η αύξηση του κατώτατου μισθού – εκτός από τη βελτίωση του εισοδήματος για 600.000 μισθωτούς που αμείβονται με τα κατώτατα όρια – θα επιφέρει και επιπλέον έσοδα στα ασφαλιστικά ταμεία μέσω των εισφορών που θα αντιστοιχούν στους νέους αυξημένους μισθούς. Σύμφωνα με τους ειδικούς της κοινωνικής ασφάλισης και του ΕΦΚΑ, για κάθε ποσοστιαία μονάδα αύξησης του κατώτατου μισθού οι ασφαλιστέες αποδοχές αυξάνονται, κατά προσέγγιση, κατά 140 εκατ. ευρώ σε ετήσια βάση. Τα επιπλέον έσοδα από τους αυξημένους μισθούς υπολογίζονται στα 324,5 εκατομμύρια ευρώ ετησίως.
Αύξηση δαπανών
Πάντως βασικά διαπραγματευτικά όπλα του οικονομικού επιτελείου για την οριστικοποίηση των δεσμευτικών στόχων αύξησης των καθαρών πρωτογενών δαπανών την περίοδο 2025-2028 αποτελούν η μέχρι σήμερα εκτέλεση του κρατικού προϋπολογισμού και οι προσδοκίες υπέρβασης του στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 2,1% του ΑΕΠ το 2024.
Στους κόλπους του οικονομικού επιτελείου επικρατεί η πεποίθηση ότι το φετινό πρωτογενές πλεόνασμα θα είναι σαφώς υψηλότερο του 2,1% του ΑΕΠ, κάποιες πρώτες εκτιμήσεις στελεχών της ΤτΕ αναφέρουν ότι το πλεόνασμα θα μπορούσε να φτάσει ακόμα και το 2,3% του ΑΕΠ ενώ οι πλέον αισιόδοξοι αναλυτές προβλέπουν πως αν δεν υπάρξουν ανατροπές, το 2024 θα μπορούσε να κλείσει με πρωτογενές πλεόνασμα στην περιοχή του 2,5% του ΑΕΠ. Ήδη άλλωστε τα στοιχεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού στο διάστημα Ιανουαρίου- Ιουλίου μαρτυρούν σημαντική υπέρβαση των στόχων τόσο στα έσοδα όσο και στο πρωτογενές πλεόνασμα.
Οι διαπραγματεύσεις Αθήνας – Κομισιόν βρίσκονται στην τελική ευθεία και όπως έχει αναφέρει ο Κωστής Χατζηδάκης καταβάλλεται προσπάθεια ώστε να υπάρξει αύξηση του ορίου 3% για την αύξηση των καθαρών πρωτογενών δαπανών που ετέθη ως αρχική κατευθυντήρια γραμμή από την Κομισιόν στις αρχές του καλοκαιριού. Η αύξηση αυτή ισοδυναμεί με επιπλέον δαπάνες 3 δις. ευρώ το επόμενο έτος, η οποία και πάλι σύμφωνα με τον Κωστή Χατζηδάκη επιμερίζεται σε 1 δις. ευρώ για τακτικές δαπάνες ( με ιδιαίτερη έμφαση στην Υγεία και την Παιδεία), 1 δις. ευρώ για συντάξεις ( περίπου 400 εκατ. ευρώ οι προβλεπόμενες αυξήσεις από τον Ιανουάριο και επιπλέον 600 εκατ. ευρώ για νέους συνταξιούχους) και περίπου 1 δις. ευρώ για εξοπλιστικά. Ανεπίσημες εκτιμήσεις αναφέρουν πως το όριο των 3 δις. ευρώ θα μπορούσε να φτάσει στο μέγιστο τα 3,5 δις. ευρώ.