Θανάσιμη απειλή αποτελεί για τον ασπροπάρη, το πουλί σύμβολο των βράχων των Μετεώρων, η παράνομη χρήση και διασπορά δηλητηριασμένων δολωμάτων στη φύση. Η έλευσή του στην περιοχή των Μετεώρων προμηνύει την έλευση της άνοιξης, της εποχής που τα ζώα «κατεβάζουν» πιο παχύ γάλα , γι’ αυτό και οι ντόπιοι τον αποκαλούν «Τυροκόμο».
«Πλέον, μιλάμε για κατάρρευση του πληθυσμού του είδους στην Ελλάδα καθώς έχουμε, συνολικά, λιγότερα από 15 ζευγάρια και στην περιοχή των Μετεώρων που παλαιότερα φιλοξενούσε τον μεγαλύτερο πληθυσμό ασπροπάρη στη χώρα, μόλις 3 ζευγάρια», δηλώνει στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων ο βιολόγος και μέλος της Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρείας (ΕΟΕ) Δημήτρης Βαβύλης, με αφορμή το διήμερο εκδηλώσεων για τον ασπροπάρη, που διοργανώνει από σήμερα στην Καλαμπάκα, η ΕΟΕ σε συνεργασία με το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Μετεώρων και Μουσείο Μανιταριών και το Δασαρχείο Καλαμπάκας.
Ο ασπροπάρης, το μικρότερο από τα τέσσερα είδη γύπα που απαντώνται στην Ελλάδα, είναι ένα είδος πουλιού ιδιαίτερα προσφιλές στους κατοίκους της ελληνικής υπαίθρου. Από τα παλιά χρόνια έως τις ημέρες μας, η παρατήρηση ενός ασπροπάρη θεωρείται ευοίωνο σημάδι, πολύ περισσότερο, όταν η παρατήρηση αυτή γίνεται στην αρχή της άνοιξης, τότε που τα πουλιά έρχονται από το μακρύ ταξίδι τους από την Αφρική.
Σύμφωνα με τον κ. Βαβύλη, «πρόκειται μάλιστα για το πρώτο πουλί που προστατεύτηκε με νόμο από τους Φαραώ, λόγω της σημαντικής του συμβολής στον ‘καθαρισμό’ πτωμάτων ζώων και η θανάτωσή του τιμωρούνταν με θάνατο του δράστη. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε που η ονομασία του στα αγγλικά είναι “Egyptian vulture”».
Στην Ελλάδα, τουλάχιστον 19 ονόματα έχουν δώσει οι κάτοικοι της υπαίθρου στον μικρόσωμο αυτό γύπα. Στη Θεσσαλία τον λένε «χελωνοφάη», αφού αγαπημένη του τροφή αποτελούν οι χελώνες και είναι το μόνο πουλί που καταφέρνει να τις φάει ζωντανές, τρυπώντας τις από το πίσω μέρος με το ράμφος του. Στην Ήπειρο τον αποκαλούν κουκάλογο γιατί φτάνει στην περιοχή μαζί με τον κούκο, σαν να ταξιδεύει το μικρόσωμο πουλί στην… πλάτη του γύπα.
Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΟΕ, η παρουσία του ασπροπάρη στους λόφους, τους μικρούς κάμπους, τις χαράδρες, ακόμα και μέσα ή γύρω από τα χωριά σε πολλά μέρη της ηπειρωτικής Ελλάδας, ήταν πολύ διαδεδομένη έως σχετικά πρόσφατα. Στη δεκαετία του ’80 ο συνολικός αναπαραγόμενος πληθυσμός του είδους έφτανε τα 200-250 ζευγάρια με τη μεγαλύτερη συγκέντρωσή του στην περιοχή των Μετεώρων. Δύο δεκαετίες αργότερα ο ασπροπάρης δεν αριθμούσε πάνω από 30-50 ζευγάρια σε πανελλαδικό επίπεδο, ενώ σήμερα ο συνολικός αναπαραγωγικός πληθυσμός του είδους δεν ξεπερνά τα 15 ζευγάρια σε όλη την Ελλάδα.
Η μεγαλύτερη απειλή για τον ασπροπάρη, καθώς και για όλα τα είδη πουλιών που τρέφονται με κουφάρια ή υπολείμματα νεκρών ζώων, είναι η τοποθέτηση και διασπορά δηλητηριασμένων δολωμάτων τα οποία καταναλώνονται από τον ασπροπάρη και τους υπόλοιπους γύπες, αποτελώντας έτσι την κυριότερη αιτία θνησιμότητάς τους, αφού δεν έχουν φυσικούς θηρευτές.
«Στα Μετέωρα έχουμε εντοπίσει μόλις τρία ζευγάρια και παρακολουθούμε τις φωλιές τους, ‘σφηνωμένες’ σε απόκρημνα βράχια. Αυτόν τον μήνα ξεκινάει η αναπαραγωγική περίοδος απ’ όπου προκύπτει συνήθως ένα μικρό το οποίο είναι έτοιμο να μεταναστεύσει στην Αφρική στις αρχές Σεπτέμβρη. Εμείς παρακολουθούμε τις φωλιές και λίγο πριν πετάξουν οι νεοσσοί, τους τοποθετούμε δορυφορικούς πομπούς για να τους παρακολουθούμε», εξηγεί ο κ. Βαβύλης.
Με σκοπό τη διάσωση των τελευταίων ζευγαριών ασπροπάρη στην Ελλάδα και τη Βουλγαρία, όπου συνολικά επιβιώνουν περίπου 50 ζευγάρια, υλοποιείται το ευρωπαϊκό πρόγραμμα LIFE+ Φύση «Επείγοντα μέτρα για την εξασφάλιση της επιβίωσης του ασπροπάρη» σε 27 περιοχές, οι οποίες αποτελούν Ζώνες Ειδικής Προστασίας (περιοχές που ανήκουν στο δίκτυο Natura 2000) για τα πουλιά. Στο πρόγραμμα συμμετέχουν η Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία, το Παγκόσμιο Ταμείο για τη Φύση (WWF Ελλάς), η Βουλγαρική Εταιρεία για την Προστασία των Πουλιών (BSPB) και η Βρετανική Εταιρεία για την Προστασία των Πουλιών (RSPB).