Πολλοί υποστηρίζουν ότι αυτό που διαχωρίζει τον άνθρωπο από τα ζώα είναι η ικανότητα επικοινωνίας με γραπτό και προφορικό τρόπο, τα εργαλεία που χρησιμοποιεί, οι πρακτικές γεωργίας, η χρήση της φωτιάς κ.ά.
Ωστόσο, αν το σκεφτεί κανείς καλά… και οι παπαγάλοι μπορούν να μιλήσουν, τα κοράκια χρησιμοποιούν εργαλεία, οι μέλισσες συνεργάζονται σε πολύ μεγάλες κλίμακες.
«Τι είναι λοιπόν αυτό που μας διαχωρίζει πραγματικά από τα υπόλοιπα ζώα στον πλανήτη Γη» αναρωτιέται ο Thomas Suddendorf σε άρθρο του στην ιστοσελίδα slate.com.
Χρειάζεται κανείς να αναζητήσει βαθύτερα πού οφείλεται η μοναδική εξελικτική επιτυχία του ανθρώπου σε τομείς όπως η χρήση της γλώσσας, η εξυπνάδα, ο πολιτισμός, η ηθική κ.ά
Δύο χαρακτηριστικά είναι αυτά που φαίνεται να επικρατούν: η φαντασία και η ικανότητα του ανθρώπου να προβλέπει διαφορετικές καταστάσεις, καθώς επίσης και η ενδότερη επιθυμία/κίνητρο να συνεργάζεται με άλλους.
Αυτά τα δύο χαρακτηριστικά οδήγησαν τους προγόνους μας να εξελίξουν την πρωτόγονη επικοινωνία σε κωδικοποιημένη γλώσσα, τη μνήμη σε ψυχικό ταξίδι στο χρόνο, την κοινωνική γνώση στη θεωρία του νου, την επίλυση προβλημάτων σε αφηρημένους συλλογισμούς, τις κοινωνικές παραδόσεις σε πολιτισμό και την ενσυναίσθηση σε ηθική.
Στους ανθρώπους αρέσει πολύ να φτιάχνουν διάφορα σενάρια.
Δημιουργούμε ιστορίες, οραματιζόμαστε μελλοντικές καταστάσεις, φανταζόμαστε εμπειρίες τρίτων, εξετάζουμε πιθανές λύσεις, σχεδιάζουμε πώς θα διδάξουμε και προβληματιζόμαστε επάνω σε ηθικά διλήμματα.
Βέβαια, μια βασική ικανότητα προσομοίωσης φαίνεται ότι υπάρχει και σε άλλα ζώα, αναφέρει ο αρθρογράφος. Πειράματα έχουν δείξει, ότι όταν τα ποντίκια τοποθετούνται σε ένα γνωστό σε αυτά λαβύρινθο, η ενεργοποίηση των νευρικών κυττάρων στον ιππόκαμπο του εγκεφάλου τους υποδηλώνει ότι υπάρχει μια γνωστική λειτουργία που τους κατευθύνει στο μονοπάτι που πρέπει να ακολουθήσουν.
Επιπλέον, οι ερευνητές έχουν παρατηρήσει σχετικές ικανότητες στους Μεγάλους Πιθήκους. Μπορούν να σκεφτούν κρυφές κινήσεις, μαθαίνουν και ερμηνεύουν ανθρώπινα σύμβολα, λύνουν προβλήματα με ψυχικούς παρά με σωματικούς υπολογισμούς, έχουν πολύπλοκες κοινωνικές σχέσεις, παρηγορούν ο ένας τον άλλον, αναγνωρίζουν τον εαυτό τους στον καθρέφτη και είναι σε θέση να προσποιούνται και να εξαπατούν όταν παίζουν. Έχουν ακόμη μια βασική ικανότητα να φαντάζονται εναλλακτικά ψυχικά σενάρια του κόσμου και σε ορισμένες περιπτώσεις οι ικανότητές τους είναι συγκρίσιμες με αυτές ενός παιδιού 18-24 μηνών.
Η ανθρώπινη ψυχική ανάπτυξη και δημιουργία φανταστικών σεναρίων περνάει μια φάση «έκρηξης» μετά την ηλικία των δύο ετών. Δε συμβαίνει όμως το ίδιο και με τους Μεγάλους Πιθήκους. Τα παιδιά ξεκινούν να «παίζουν ρόλους» και να ενεργούν ανάλογα κυρίως μέσα από το παιχνίδι. Σταδιακά μαθαίνουν πώς να φαντάζονται σκόπιμα διάφορα σενάρια και πώς να αντιδρούν σε διάφορες καταστάσεις. Μαθαίνουν να προσομοιώνουν διανοητικά. Μαθαίνουν να σκέφτονται.
Οι πρόγονοί μας ανακάλυψαν ότι μπορούσαν να βελτιώσουν δραματικά την ακρίβεια των «διανοητικών τους σεναρίων» αυξάνοντας τις διασυνδέσεις τους με άλλους. Δίνουμε και παίρνουμε συμβουλές. Μπορούμε να μοιραστούμε το σενάριο που έχουμε φανταστεί, όχι μόνο με τον εαυτό μας, αλλά και με άλλους γύρω μας. Ανταλλάσουμε ιδέες και δεχόμαστε προτάσεις. Ρωτάμε, απαντάμε, ενημερωνόμαστε.
Τα πρωτεύοντα είναι κοινωνικά πλάσματα, κάτι που έπαιξε σημαντικό ρόλο στη διανοητική εξέλιξη και τη νοημοσύνη τους, όμως οι άνθρωποι κατάφεραν να «μεταφερθούν» σε ένα άλλο επίπεδο.
Σε αντίθεση με άλλα πρωτεύοντα, συνεχίζει το δημοσίευμα, τα παιδιά αποζητούν την προσοχή και τη συμπάθεια. Τα ρωτάμε τι τους συμβαίνει, για να βελτιωθεί μια κατάσταση. Κοιτάζουμε ο ένας τον άλλον στα μάτια, μοιραζόμαστε αυτό που σκεφτόμαστε και και αποδεχόμαστε αυτό που υπάρχει στο μυαλό των άλλων. Αυτή η επιθυμία για επικοινωνία ήταν κρίσιμη για την καθιέρωση σημάτων και τη χρήση λέξεων, προκειμένου να επικοινωνούμε ακόμη πιο αποτελεσματικά.
Όπως έχει δείξει έρευνα του Michael Tomasello και συνεργατών του, επιδιώκουμε κοινούς στόχους, ενώ οι κοντινότεροι συγγενείς μας όχι. Τα άλλα ζώα μπορεί να στείλουν προειδοποιητικά σήματα κινδύνου, ή να καλέσουν τους συντρόφους τους εκεί όπου υπάρχει τροφή, όμως κατά τ’ άλλα δε δείχνουν σημάδια ότι διακατέχονται από μια επιθυμία να μοιραστούν τις εμπειρίες τους και τις γνώσεις που απέκτησαν με άλλους.
Η γλώσσα είναι το κύριο μέσο με το οποίο «ανταλλάσσουμε» αυτό που έχουμε στο μυαλό μας. Μιλάμε ο ένας στον άλλο για το παρελθόν και κάνουμε σχέδια για το μέλλον. Διαβάζουμε και λέμε ο ένας τον άλλον οτιδήποτε σκεφτόμαστε. Σκεφτόμαστε λογικά και μπορούμε να λύσουμε τα προβλήματά μας συλλογικά. Διδάσκουμε και μαθαίνουμε ο ένας από τον άλλο και διαφωνούμε για το τι είναι σωστό και τι είναι λάθος. Αναρωτιόμαστε τι θα έκανε κάποιος άλλος στη θέση μας και πράττουμε ανάλογα.
Αυτά τα παραδείγματα πρέπει να μας υπενθυμίζουν πόσο διάχυτη είναι η επιθυμία μας να συνδεόμαστε και να επικοινωνούμε με τους άλλους. Όσοι δεν έχουν αυτή την ενδότερη επιθυμία εμφανίζουν σοβαρές κοινωνικές δυσκολίες (και μπορεί να διαγνωστούν με αυτισμό).
Η επιθυμία μας να συνδεόμαστε ήταν απαραίτητη για τη δημιουργία πολιτισμών, που διαμορφώνουν το μυαλό μας και τελικά μας έχει «προικίσει» με απίστευτες δυνατότητες.
Εν ολίγοις, καταλήγει ο αρθρογράφος, η ικανότητα για ανάπτυξη φανταστικών σεναρίων μέσα στο μυαλό μας και η επιθυμία να επικοινωνούμε με τους άλλους μετέτρεψε τις ικανότητες των ανθρωπίδων (Μεγάλων Πιθήκων) σε ανθρώπινες ιδιότητες, οι οποίες οδήγησαν τελικά τον άνθρωπο εκεί που τα άλλα ζώα δεν μπορούσαν να πάνε.