Αν θέλετε να περάσετε μια βραδιά γεμάτη σάτιρα, γέλιο, τραγούδι και χορό, τότε η ανατρεπτική επιθεώρηση «Το Μποστάνι του Μποστ» δεν πρέπει να λείπει από τις επιλογές σας.
Ποιος ήταν ο αληθινός λόγος που εξώθησε τη Μήδεια να κάνει το αποτρόπαιο έγκλημά της; Ποιο ήταν πραγματικά το τέλος του Ρωμαίου και της Ιουλιέτας; Τι συνέβη και η Φαύστα απέκτησε εγγόνι, αφού την κόρη της την έφαγαν οι γάτες; Ήπιε ή δεν ήπιε το φαρμάκι η Γκόλφω όταν την παράτησε ο Τάσος; Πώς έχασε η Ανεργίτσα το «βιβλιάριο απόρου κορασίς» της και τι λύση βρήκε ο Πειναλέων;
Αυτά και άλλα πολλά ερωτήματα απαντώνται στην παράσταση.
Τα περισσότερα κείμενα του Μποστ που παρουσιάζονται στην παράσταση, αν και σημείωσαν μεγάλη επιτυχία όταν πρωτοπαίχτηκαν, δεν δημοσιεύτηκαν ποτέ. Το ίδιο ισχύει και για τη μουσική του Λουκιανού Κηλαηδόνη, που γράφτηκε για αυτά καθώς έχει παραμείνει και αυτή ακυκλοφόρητη στο αρχείο του.
Μία παράσταση όπου, χάριν στο ειρωνικό χιούμορ, την παρωδία και τη σατιρική ματιά του Μποστ, οι γνωστές ιστορίες της Φαύστας, της Μήδειας και της Ιουλιέτας, συμπλέκονται με την άγνωστη ιστορία της Γκόλφως, τις «ιστορικέ ιστορίε» που αφηγείται η Μαμά Ελλάς, αλλά και τις περιπέτειες του Πειναλέοντα και της Ανεργίτσας καθώς καλούνται να συγκροτήσουν έναν θίασο.
Για πρώτη φορά θα παρουσιαστούν τα πραγματικά φινάλε που έγραψε ο Μποστ στα ήδη γνωστά έργα του -«Φαύστα», «Μήδεια», «Ρωμαίος και Ιουλιέτα»-, δίνοντας μία άλλη, διαφορετική κωμικοτραγική διάσταση στην εξέλιξη των ιστοριών τους!
Αξίζει να σημειωθεί ότι η συγκεκριμένη παράσταση ξαναφέρνει μαζί επί σκηνής δύο μεγάλους καλλιτέχνες, «επανασυνδέοντάς» τους, ακριβώς πενήντα χρόνια μετά από την πρώτη τους συνεργασία. Μπορεί να έχουν φύγει από κοντά μας, όμως το έργο τους παραμένει αλησμόνητο και εξαιρετικά επίκαιρο.
Διαβάστε τη συνέντευξη του σκηνοθέτη Κωνσταντίνου Κυριακού στο Newsbeast
Ο σκηνοθέτης της παράστασης, Κωνσταντίνος Κυριακού, μίλησε στο Newsbeast και αποκάλυψε πολλά ενδιαφέροντα και άγνωστα πράγματα!
–Έχετε μελετήσει σε βάθος το έργο του Μποστ, ως καλλιτέχνης αλλά και ως ακαδημαϊκός, στο πλαίσιο της διδακτορικής σας διατριβής. Πώς το αποφασίσατε και στο τέλος της διαδρομής τι συμπεράσματα βγάλατε;
Αποφάσισα να εκπονήσω τη συγκεκριμένη διατριβή, καθώς διαπίστωσα, κατά την έρευνά μου, ένα μεγάλο κενό σχετικά με τη δραματουργία τού Μποστ, κάτι που μέχρι σήμερα έχει οδηγήσει σε λάθος εντύπωση για αυτόν. Έτσι αποφάσισα να προσεγγίσω εκτενώς, ενδελεχώς, πιο ολοκληρωμένα και επακριβώς το θεατρικό του corpus. Αυτό που αποδείχτηκε και καταγράφεται στη διατριβή μου είναι ότι, εκτός από τα τέσσερα γνωστά του έργα, τα θεατρικά κείμενα που είχε συγγράψει ο Μποστ και έχουν μείνει άγνωστα μέχρι σήμερα είναι κάθε άλλο παρά αμελητέα ποσοτικά, καθώς ξεπερνάει κατά πολύ τον αριθμό που έχει έως τώρα εξεταστεί από τους μελετητές και τους θεωρητικούς. Στη διατριβή μου μελετώνται και παρουσιάζονται για πρώτη φόρα περισσότερα από 60 θεατρικά κείμενά του, τα οποία εντόπισα σε διάφορα αρχεία. Επίσης, αξίζει να αναφερθεί ότι ο Μποστ παρέμεινε τόσο στη μεταπολιτευτική, όσο και στη σύγχρονη, ελληνική δραματουργία ένα μοναδικό και ακατάτακτο είδος, παρ’ όλες τις απόπειρες και άλλων σύγχρονων Ελλήνων θεατρικών συγγραφέων, να κατασκευάσουν ένα μποστικό θεατρικό «κίνημα». Τέλος, παρατηρείται πως όλοι ανεξαιρέτως οι μποστικοί ήρωες αποτέλεσαν βραδυφλεγείς βόμβες στα θεμέλια της συντηρητικής εξουσίας, πλέοντας μέσω των συμπληγάδων των κοινωνικών συνηθειών και αξιών.
–Φέτος, ανεβάζετε «Το Μποστάνι του Μποστ», μια σπονδυλωτή κωμωδία. Τι την καθιστά επίκαιρη;
Ο Μποστ επέλεγε περίεργη θεματική στα έργα του. Έγραφε πολιτικοκοινωνική σάτιρα, σκιαγραφώντας τα ήθη και τους ανθρώπους της εποχής του με χιούμορ σε συνδυασμό με την κριτική, δίχως να στηρίζει το έργο του στο εύκολο κωμικό στοιχείο. Ως σατιρικά και παρωδιακά τα κείμενα που έχουμε επιλέξει, με την Κατερίνα Μπιλάλη, ως THEARTES, και τα παρουσιάζουμε στη σπονδυλωτή κωμωδία μας, έχουν αποδειχθεί διαχρονικά, υπερβαίνοντας την ιστορικότητά τους. Μολονότι λοιδορούσαν και στηλίτευαν γεγονότα και καταστάσεις της εποχής που γράφτηκαν, παραμένουν το ίδιο καυστικά, όπως και όταν πρωτοπαίχτηκαν ή γράφτηκαν (όσον αφορά στα άπαιχτά του). Εξακολουθούν να «αγγίζουν» και τις σημερινές γενιές, καθώς ως σατιριστής ο Μποστ κατόρθωσε να προσδώσει εξακολουθητική διάρκεια στο πρόσκαιρο της εποχής του. Για όλα αυτά και για πολλά άλλα ακόμα τα κείμενα του Μποστ παραμένουν επίκαιρα.
–Πολλά από τα κείμενα της παράστασης δεν έχουν παιχτεί ποτέ. Γιατί θεωρείτε ότι συνέβη αυτό;
Εξετάζοντας αυτήν την άγνωστη δραματουργία τού Μποστ, η οποία ήταν κρυμμένη στο συρτάρι του για αρκετά χρόνια, θεωρώ ότι δεν παίχτηκαν ποτέ διότι ο Μποστ ανήκε στην περίπτωση των πικραμένων από το θεατρικό γίγνεσθαι της εποχής του. Κάτι που αποδεικνύεται από τις επανειλημμένες βολές της σάτιράς του στον καλλιτεχνικό χώρο. Εν ολίγοις, ο Μποστ, ουκ ολίγες φορές βαλλόταν εναντίον των θεατρωνών, σκηνοθετών και πρωταγωνιστών, που αρνούνταν να παρουσιάσουν έργα του, ή όταν τα παρουσίαζαν δεν τα κατανοούσαν, κατά τα λεγόμενα του ίδιου του Μποστ πάντα. Σε αυτό το σημείο, αξίζει να αναφερθούν χαρακτηριστικές δηλώσεις του Μποστ. Για έναν γνωστό σκηνοθέτη που ανέβασε έργα του, ο Μποστ είχε δηλώσει: «επειδή βασικά δεν ελήφθησαν υπ’ όψιν οι γνώμες και υποδείξεις μου στο ανέβασμα, ή μάλλον περιφρονήθηκαν, είδε το φως ένα Οξφορδιανό ερασιτεχνικό κατασκεύασμα, που με γέμισε πικρία κι’ απογοήτευση». Όταν ένας γνωστός θεατρικός επιχειρηματίας αρνήθηκε να ανεβάζει έργο του, ο Μποστ έκανε την ακόλουθη δήλωση: «για να μην φέρνεις τους θεατρώνες σε δύσκολη θέση, το καλύτερο απ’ όλα είναι να ’χεις δικό σου θέατρο και ν’ ανεβάζεις μόνος σου τα αριστουργήματά σου». Και τέλος, όταν γνωστός πρωταγωνιστής επιχείρησε να ανεβάσει έργο του, ο Μποστ εξέφρασε την άποψη ότι: «ο πειρασμός του “γελαστικού” τους οδηγούσε σε ακρότητες και απαράδεκτα καραγκιοζιλίκια, εκεί ακριβώς που χρειάζεται σοβαροφάνεια, ειρωνεία μόλις διαφαινόμενη και συγκρατημένο παίξιμο»!
–Και πώς αντιδρά το κοινό σε μια παράσταση το κείμενο της οποίας είναι σε δεκαπεντασύλλαβο;
Όλα τα θεατρικά κείμενα του Μποστ που παρουσιάζουμε στην παράστασή μας δεν είναι γραμμένα σε δεκαπεντασύλλαβο. Αυτό άλλωστε είναι και μία από τις κοινότοπες παρανοήσεις σχετικά με το μποστικό θεατρικό corpus, την οποία καταρρίπτω και αποδομώ στη διατριβή μου. Στα έργα του ο Μποστ δεν τηρεί έναν αδιατάραχτο και απόλυτο κανόνα στη μετρική, το στυλ και το ύφος του. Τα θεατρικά του εμπερικλείουν έναν συγκερασμό του δεκαπεντασύλλαβου με άλλα συλλαβικά συστήματα, όπως δεκατετρασύλλαβο, δεκασύλλαβο, οκτασύλλαβο και επτασύλλαβο στίχο, τα οποία εναλλάσσονται με τον πεζό λόγο, μία μορφή που απαντάται και στη μενίππεια ή μενιπική σάτιρα, η οποία ήταν ένα μείγμα πρόζας και ποίησης.
Επιπλέον, το γεγονός ότι κάποια από τα κείμενα που παρουσιάζουμε στο «Μποστάνι του Μποστ» είναι γραμμένα σε δεκαπεντασύλλαβο, αυτό δεν συνεπάγεται και ότι ως ηθοποιοί μιλούμε σε στίχο, σαν να απαγγέλουμε δηλαδή. Οι αρχαίες τραγωδίες, οι τραγωδίες του Σαίξπηρ, κάποιες από τις κωμωδίες του Μολιέρου, τα θεατρικά έργα της κλασικής και της ρομαντικής περιόδου (π.χ. Γκαίτε, Σίλλερ κ.ά.), όλα αυτά τα έργα είναι γραμμένα σε στίχο, αυτό δεν σημαίνει ότι οι ηθοποιοί μιλούν διαφορετικά όταν ερμηνεύουν αυτούς τους ρόλους και διαφορετικά όταν ερμηνεύουν έργα σε πρόζα. Συνεπώς, το κοινό κατανοεί απόλυτα την παιγνιώδη στόχευση της συμφυρμικής διαδικασίας με τη σύμμειξη πεζού και έμμετρου λόγου και απολαμβάνει το παράλογο λεκτικό παιχνίδισμα του Μποστ.
–Ποιες είναι οι δικές σας επεμβάσεις στα τελικά κείμενα;
«Το μποστάνι του Μποστ» είναι μια σπονδυλωτή κωμωδία επιθεωρησιακού τύπου με κείμενα που θίγουν και καταδεικνύουν τα κακώς κείμενα της εποχής που γράφτηκαν. Έτσι, καταφύγαμε σε μία επικαιροποίηση αυτών των κειμένων, αλλά και μια συμπλήρωσή τους, μιας και πρόκειται για κείμενα που, κάποια εξ αυτών, η πρώτη τους γραφή φτάνει σε βάθος εξηκονταετίας ή πεντηκονταετίας, δίχως να παραλείψουμε και τις αναγκαίες προσθήκες για γεγονότα που έλαβαν χώρα την τελευταία τριαντακονταετία, μιας και ο Μποστ απεβίωσε το 1995. Για παράδειγμα ένα κείμενο που γράφτηκε το 1981 και στηλίτευε τους χειρισμούς τής Μελίνας Μερκούρη, αναφορικά με τα «Ελγίνεια μάρμαρα», επικαιροποιήθηκε προκειμένου να σατιρίσει «μποστικά» τις προσπάθειες της τωρινής μας Κυβέρνησης για την επιστροφή των γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα.
–Στην παράσταση αναλαμβάνετε πολλές ευθύνες: Σύνθεση, διασκευή κειμένων, σκηνοθεσία, ενώ κρατάτε και πρωταγωνιστικό ρόλο. Ποιο από όλα είναι το πιο απαιτητικό και γιατί;
Όλα είναι απαιτητικά στο θέατρο. Πόσο μάλλον όταν έχει κάποιος την γενική ευθύνη μίας τέτοιας δουλειάς. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι έχοντας όλες αυτές τις ιδιότητες χαίρομαι περισσότερο το αποτέλεσμα, καθώς αναμετρώμαι με έναν πολυαγαπημένο μου πολυκαλλιτέχνη, όπως είναι ο Μποστ, με τον οποίον ως θεωρητικός –μέσω της διατριβής μου– έχω περάσει πάρα πολλά χρόνια· και όλα τα χρόνια ήταν υπέροχα, γεμάτα εκπλήξεις, αποκαλύψεις και πολλές ανατροπές! Τώρα, κάνοντας Πράξη τη Θεωρία, εντρυφώντας συγγραφικά στα κείμενά του, ανακαλύπτοντας τις σκηνοθετικές ατραπούς μέσα από τις οποίες θα καθοδηγούσα ερμηνευτικά τους/τις ηθοποιούς της παράστασης –συμπεριλαμβανομένου και εμού– και ερμηνεύοντας αυτούς τους λογικά παράλογους και παράλογα λογικούς ήρωές του, οι μέρες μου περνούσαν και περνούν γεμάτες γέλια, χαρά, συγκίνηση και δικαίωση.
–Ποιο είναι το δικό σας πιο αγαπημένο κείμενο και γιατί;
Το πιο αγαπημένο μου κείμενο είναι η «Μαμά Ελλάς», το οποίο ερμηνεύει η Κατερίνα Μπιλάλη στην παράστασή μας, και το οποίο είναι μία σύνοψη του, χαμένου μέχρι σήμερα, έργου «Ιστορικέ Ιστορίε», όπου ο Μποστ βάζει τη γνωστή ηρωίδα του να μιλήσει, να καταγγείλει και να στηλιτεύσει τα δεινά, την εκμετάλλευση, τις ταλαιπωρίες και τα βάσανα που υπέστη και που βίωσε ως χώρα από τους ημεδαπούς και αλλοδαπούς, ευρωπαίους και μη, κατακτητές της, αλλά και από τους καπηλευτές της κρατικής εξουσίας πριν και μετά από την ίδρυση του ελληνικού κράτους έως τις μέρες που γράφτηκε αυτό το κείμενο, δηλαδή το 1978. Επειδή «Το μποστάνι του Μποστ» μας είναι μια σπονδυλωτή κωμωδία, επιθεωρησιακού τύπου, αυτό το κείμενο το συμπλήρωσα από εκεί όπου το άφησε ο Μποστ, φτάνοντάς το μέχρι τα πολύ πρόσφατά μας γεγονότα, επικαιροποιώντας το. Για να μην ξεχωρίζουν τα δύο κομμάτια, του Μποστ και το δικό μου, χρησιμοποίησα και αποσπασματικά κείμενα και σπαραγματικούς στίχους από άλλα του έργα, έτσι που το κοινό δεν ξεχωρίζει το κείμενο του Μποστ από το δικό μου και θεωρεί ότι κάποιοι στίχοι δικοί μου είναι του Μποστ. Γεγονός που με κάνει περήφανο. Συνεπώς, αυτό το κείμενο είναι το πιο αγαπημένο μου στην παράσταση, καθότι –κατά κάποιον τρόπο– ο Μποστ και εγώ το έχουμε δημιουργήσει ως συγγραφικό δίδυμο, μόνο που τη συνεργασία μας τη χωρίζουν περίπου πενήντα χρόνια.
Και τι αισθανθήκατε όταν χάρη σ’ εσάς «ξανασυναντήθηκαν» στη σκηνή ο Μποστ και ο Λουκιανός Κηλαηδόνης;
Μεγάλη χαρά και ευτυχία. Πιστεύω ότι και οι ίδιοι θα το χαίρονταν πάρα πολύ, καθώς, εκτός από πολύ καλοί φίλοι, σε βάθος δεκαπενταετίας ο Λουκιανός και ο Μποστ συνεργάστηκαν σε επτά θεατρικές παραστάσεις που ήταν εξ ολοκλήρου τα κείμενά τους γραμμένα από τον Μποστ ή ήταν επιθεωρήσεις όπου συμμετείχε με κείμενά του ο Μποστ. Αυτό φαίνεται άλλωστε και μέσα από τον διάλογό τους, που μας έχουν στείλει από το Υπερπέραν και ακούγεται στην παράστασή μας. Αυτό μην σας φαίνεται καθόλου αδύνατο και απίθανο, δεδομένου ότι στην παράστασή μας έχουμε να κάνουμε με τον παράλογο, υπονομευτικό, σουρεαλιστικό Μποστ και τον ξέφρενο, παιχνιδιάρη, μη αναμενόμενο Λουκιανού Κηλαηδόνη.
Τελικά, ήπιε ή δεν ήπιε το φαρμάκι η Γκόλφω και πώς απέκτησε η Φαύστα εγγόνι;
–Αυτό θα το μάθει το κοινό, μόνο όταν έρθει να δει τις δύο τελευταίες παραστάσεις του έργου μας που έχουνε απομείνει, στις 20 και 21 Μαΐου στις 21:00, στο Θέατρο Μεταξουργείο.
Συντελεστές
- Κείμενα: Μποστ
- Σύνθεση – Διασκευή κειμένων – Σκηνοθεσία: Κωνσταντίνος Κυριακού
- Καλλιτεχνική Επιμέλεια: Κατερίνα Μπιλάλη
- Μουσική: Λουκιανός Κηλαηδόνης
- Σκηνικά – Κοστούμια: Κατερίνα Τσακότα
- Σχεδιασμός φωτισμών: Λέων Εσκενάζη
- Χορογραφίες – Κινησιογραφία: Λιλλύ Κουτσανδρέα
- Ενορχήστρωση: Γιώργος Κομπογιάννης
- Βοηθός σκηνοθέτη: Κατερίνα Δελαπόρτα
- Hair Stylist: Organic Hair Spa by Athanasios
- Φωτογραφίες: Φανή Τουμπουλίδου
- Photo Artwork: Πένια Παππά
- Video – Trailer: Νικήτας Χάσκας
- Σχεδιασμός αφίσας: [βιβλιοτεχνία]
- Επικοινωνία – Προβολή: Βάσω Σωτηρίου – We Will
- Παραγωγή: «THEARTES» Α.Μ.Κ.Ε.
Παραστάσεις: Κάθε Δευτέρα & Τρίτη στις 21.00 έως τις 21 Μαΐου
Τιμές εισιτηρίων:
€18 (γενική είσοδος)
€12 (μειωμένο)
προπώληση: more.com
Θέατρο Μεταξουργείο, Ακαδήμου 14, Αθήνα