«Το κτίριο: γκρίζο, τετράγωνο, τριάντα τέσσερα ολόκληρα πατώματα. Και στην είσοδο η επιγραφή: Κέντρο Επώασης και Πληθυσμιακού Προγραμματισμού Κεντρικού Λονδίνου. Στον θυρεό, το έμβλημα του Παγκόσμιου Κράτους: Κοινότητα, ταυτότητα, σταθερότητα.
Γράφει η Νίκη Παπάζογλου
Η πελώρια αίθουσα, στο ισόγειο, έβλεπε κατά τον Βορρά. Έξω ήταν καλοκαίρι. Μέσα στην αίθουσα η θερμοκρασία τροπική. Κι όμως, τι χειμώνας γύρω! Τι παγωνιά! Μια ηλιαχτίδα που ταξίδευε, απ’ το μεγάλο παράθυρο, μάταια έψαχνε να βρει κάποια επιφάνεια που να την σκεπάζει κανένα βαρύ, σπλαχνικό υφαντό. Κάποιο ρίγος πνευματικότητας σ’ ένα αχνό σχήμα. […]. “Κι αυτός”, είπε ο Διευθυντής ανοίγοντας την πόρτα, “είναι ο θάλαμος Γονιμοποίησης”.
Την ώρα που ο Διευθυντής Επωαστηρίων και Πληθυσμιακού Προγραμματισμού μπήκε στο θάλαμο, τριακόσιοι Γονιμοποιοί, σκυμμένοι πάνω στα όργανα της εργασίας τους, ήταν βυθισμένοι στη δουλειά τους, μέσα σε μια αποπνικτική, σχεδόν, σιγή, την σιγή της απόλυτης προσήλωσης, που την διέκοπτε μόνον κάποιος ψίθυρος, ή έστω κι ένα μικρό μηχανικό σύριγμα. […]»
Είναι οι πρώτες πληροφορίες που διαβάζει ο αναγνώστης στον «Θαυμαστό, καινούργιο κόσμο» ή για άλλους «Γενναίο, καινούργιο κόσμο(μιας και το βιβλίο έχει μεταφραστεί και με τους δύο τρόπου στα ελληνικά), στο μυθιστόρημα που θεωρείται ένα εκ των κορυφαίων δυστοπικών του 20ου αιώνα – το άλλο είναι το 1984.
Εν έτει 632 μ.Φ, έχει εγκαθιδρυθεί το Παγκόσμιο Κράτος. Δέκα παντοδύναμα αφεντικά, οι Μεγάλοι Διαχειριστές, βοηθούμενοι από τα στελέχη τους, διευθύνουν ένα πληθυσμό σκλάβων που έχουν προκαθοριστεί από την επιστήμη της βιολογίας και την προπαγάνδα να αγαπά την υποτέλεια. Σκοπός του φιλεύσπλαχνου «κράτους», η ευτυχία όλων των ανθρώπων καθώς και η απουσία κοινωνικών συγκρούσεων και ψυχικών παθών, δηλαδή ένας εικονικά θαυμαστός καινούργιος κόσμος.
Για να επιτευχθεί ο σκοπός ένα είναι σίγουρο. Το παρελθόν της ανθρωπότητας της καθώς και ο πρότερος πολιτισμός της, πρέπει να «παραγραφούν» και με την βοήθεια της επιστήμης τα «όντα» να καταφέρουν να υπομείνουν αδιαμαρτύρητα τον αμετάκλητο κοινωνικό, ταξικό και επαγγελματικό, προορισμό τους, για τον οποίο βιολογικά προκαθορίστηκαν.
«[…]”Παλαιότερα, ένα ωάριο δημιουργούσε ένα έμβρυο, κι αυτό πάλι έναν ενήλικο. Έτσι συνέβαιναν τα πράγματα. Αλλά ένα ωάριο υποκείμενο στην καλλιέργεια Μποκανόφσκυ ανθίζει, πολλαπλασιάζεται, αυτοδιαιρείται. Από οκτώ, μέχρι ενενήντα έξι παράγωγα. Και κάθε παράγωγο εξελίσσεται σ’ ένα θαυμάσια αναπτυγμένο έμβρυο, και κάθε έμβρυο σ’ ένα πλήρη ενήλικο. Εκεί που κάποτε αναπτυσσόταν ένα ον, τώρα αναπτύσσονται ενενήντα έξι ανθρώπινα όντα – αυτό θα πει πρόοδος! Αλλά η Μποκανοφσκοποίηση”, συνέχισε ο διευθυντής, “συνίσταται, βασικά, σε μια σειρά ανασταλτικών ενεργειών. Αναστέλλουμε την κανονική ανάπτυξη, και παραδόξως το ωάριο, αντιδρά πολλαπλασιαζόμενο[…]”».
Στο παγκόσμιο κράτος όπου οι επιστημονικές κατακτήσεις έχουν διασφαλίσει την «ευτυχία» των μαζών τα βασικά γνωρίσματα του παλαιού πολιτισμού έχουν εξαφανισθεί. Η αναπαραγωγή του ανθρώπινου είδους δεν γίνεται με φυσικό τρόπο αλλά στα κρατικά εργαστήρια, με τη μέθοδο του κλωνισμού, και ανάλογα με την ποσότητα οξυγόνου που παρέχεται στα έμβρυα, παράγονται πέντε τύποι ανθρώπων: οι Άλφα, οι Βήτα, οι Γάμμα, οι Δέλτα και οι Έψιλον. Οι ικανότητες και η ευφυΐα προκαθορίζονται, ο καθένας κάνει τη δουλειά για την οποία είναι βιολογικά προορισμένος και οι αποτυχίες και οι διαψεύσεις ανήκουν μόνο στο παρελθόν.
«”Θα μεγαλώσουν με αυτό που οι ψυχολόγοι, κάποτε, ονόμαζαν “ενστικτώδες”» μίσος για τα βιβλία και τα λουλούδια. Οι αντιδράσεις τους πια, είναι άρρηκτα προγραμματισμένες. Θα’ χουν πάθει ανοσία στα βιβλία και στα λουλούδια για όλη τους τη ζωή”.
Ο Διευθυντής στράφηκε προς τις νοσοκόμες.
“Πάρτε τα βρέφη” διέταξε.
Πήραν τα βρέφη, που στρίγγλιζαν ακόμα, ντυμένα στο χακί. Τα φόρτωσαν στα τρόλεϋ και τα κύλησαν έξω από τον θάλαμο. Πίσω έμεινε μια μυρουδιά από ξινό γάλα και μια ανακουφιστική σιωπή».
Αυτός είναι και ο λόγος που στον θαυμαστό καινούργιο κόσμο, το σεξ επιτρέπεται ελεύθερα. Μάλιστα η πολιτεία το προπαγανδίζει με το σύνθημα «οι πάντες ανήκουν στους πάντες», παρέχοντας ταυτόχρονα και άλλες μορφές ηδονής: οι άνθρωποι παρακολουθούν κινηματογραφικές ταινίες που διεγείρουν τις αισθήσεις μέσω ηλεκτροδίων συνδεδεμένων στα καθίσματα.
«“Αυτό που χρειάζεσαι Μαρξ, είναι ένα γερό, ωραίο χάπι”
“Ω Άγια Μηχανή, να μπορούσα να τον σκοτώσω”, σκέφτηκε ο Μπέρναρντ, μα δυνατά είπε μόνον: “ Όχι ευχαριστώ” και αρνήθηκε το χάπι που του πρόσφεραν.
“Πάρ’το” επέμενε ο Χένρυ Φόστερ. “Παρ’το”.
“Να σας βράσω”, φώναξε ο Μπερναρντ.
“Όταν θες να βλαστημήσεις, πάρε χάπι να ηρεμήσεις…”, είπε ο Χένρυ Φόστερ παραινετικά και γελώντας βγήκε μαζί με τον Υποδιευθυντή Προκαθορισμού.[…]».
Σε αυτό τον κόσμο, οι πάντες παίρνουν ένα ναρκωτικό που αποκαλείται σόμα και τους δημιουργεί αισθήματα ηδονικής ευφορίας. Στην θαυμαστή καινούργια τούτη κοινωνία οι αρρώστιες έχουν εξαλειφθεί. Το ίδιο κι ο πόνος, η πείνα και δυστυχία.
« “Αυτό είναι πολιτισμός”, συνέχισε ο Μουσταφά Μοντ. “Το γήρας καταργήθηκε. Οι γέροι τώρα εργάζονται, οι γέροι συνουσιάζονται, οι γέροι δεν έχουν καιρό να στερηθούνε τη χαρά α κάτσουν κάτω και να … σκεφθούν! Κι αν, παρ’ ελπίδα, εμφανιστεί ένα τέτοιο επικίνδυνο κενό, μέσα στην πηκτή ουσία της αναψυχής τους, υπάρχουν πάντα χάπια. Τα ωραία μαγικά χάπια μας: μισό γραμμάριο για ένα πρωί, ένα γραμμάριο για ένα Σαββατοκύριακο, δύο γραμμάρια για ένα νοητικό ταξίδι στην εξωτική Άπω Ανατολή, τρία γραμμάρια για μια μακροήμερη αιωνιότητα πάνω στην ίδια τη Σελήνη. Επιστρέφουν έτσι από το έρεβος ανανεωμένοι και ξαναμπαίνουν στον σωστό ρυθμό τους: Χαρά και εργασία, αισθησιογράφοι, αισθησιοταινίες, αισθησιοθεάματα, κορίτσια, κορίτσια – όλα πνευματικά και ανεμώδη – και ηλεκτρομαγνητικά γήπεδα του γκολφ. – Γιατί να γεράσουν;”».
Βέβαια, μέσα στα βασικά γνωρίσματα του παλαιού πολιτισμού που διεγράφησαν ανήκουν επίσης και οι παραδόσεις, η Ιστορία και τα μνημεία της, τα οποία γκρεμίστηκαν μαζί με την οικογένεια, την τέχνη και τη θρησκεία. Η φυσική εξέλιξη του ανθρώπου αντικαταστάθηκε από την προκαθορισμένη με τις ευλογίες της επιστήμης! Στην επίτευξη του σκοπού της ευτυχίας των πάντων συμβάλλει άλλωστε και το τρίπτυχο αξιών, «Σταθερότης, Ταυτότης, Κοινότης» που έχει θέσει το κράτος και το οποίο δεν επιδέχεται, και δει ανέχεται, αμφισβήτησης και κατ’ επέκταση κοινωνικής απορρύθμισης.
Στο Θαυμαστό καινούριο κόσμο του Άλντους Χάξλεϋ, ο επίγειος παράδεισος των ορθολογιστών έχει επιτέλους πραγματοποιηθεί: υπάρχει μόνιμη ειρήνη και ασφάλεια κι από κανέναν δε λείπει τίποτα. Τίποτα που να μπορεί να διαπιστωθεί αντικειμενικά τουλάχιστον. Γιατί στον κόσμο αυτό τα πάντα είναι προκαθορισμένα. Το κοινωνικο-οικονομικό σύστημα έχει απορροφήσει όλες τις ανθρώπινες δραστηριότητες και καμία ενέργεια δε γίνεται απρόβλεπτα, το πρόσωπο έχει αντικατασταθεί από το αυτόματο. Αυτός ο θαυμαστός καινούργιος κόσμος περνάει απ’ το στάδιο της δουλικής μίμησης της φύσης στον πολύ ενδιαφέροντα κόσμο της ανθρώπινης παρέμβασης, όπου όλα είναι προκαθορισμένα, η βιολογική ταυτότητα αυτών που θα γεννηθούν, η σωματική και πνευματική διάπλασή τους, η κατηγοριοποίησή τους εκ των προτέρων σε τάξεις…
Άρχων αυτού του παγκόσμιου κράτους των νέων ηλιθίων είναι ο Μουσταφά Μοντ. Ήρωας όμως είναι ο Άγριος, ένα κατάλοιπο του σαιξπηρικού κόσμου, το οποίο μην αντέχοντας την θαυμαστή, καινούργια κοινωνία των αυτομάτων, αποφασίζει να δώσει ένα τέλος…
Η επιστήμη κι ο ρόλος της στη ζωή του ανθρώπου – καθώς αυτή περνούσε από τη θεωρία στις εφαρμογές κατά τον 19ο αιώνα- ενέπνευσε πολλούς συγγραφείς έργων επιστημονικής φαντασίας. Άλλοι χρησιμοποιώντας το αισιόδοξο σενάριο, προσπάθησαν να εξοικειώσουν την κοινή γνώμη με τα επιστημονικά επιτεύγματα και τις εφαρμογές τους ενώ άλλοι, ενδυόμενοι την απαισιοδοξία, κατέγραψαν ή φαντάστηκαν τις εξελίξεις, για να τονίσουν την επικινδυνότητα της υψηλής τέχνης που φέρει το όνομα επιστήμη όταν εκείνη πέφτει στα χέρια του χαμηλής τέχνης ανθρώπινου δημιουργήματος. Σε αυτή την δεύτερη κατηγορία εντάσσεται και ο Θαυμάσιος Καινούργιος Κόσμος, του Χάξλεϋ, θέτοντας ηχηρά το δίλημμα «με το μαχαίρι πρέπει να κόψει ψωμί ή να σκοτώσει»…
Ένα εφιαλτικό σενάριο μυθοπλασίας, μια ολοκληρωτική εξουσία που επιβλέπει όλες τις εκφάνσεις του «πολιτισμού» αρκετές δεκαετίες πριν εμφανιστεί ο όρος γενετική, το έργο συνιστά την πλέον αδυσώπητη κριτική της επιστήμης και των εφαρμογών της. Μείζονα ζητήματα που απασχολούν σήμερα την παγκόσμια κοινωνία, όπως λ.χ. ο υπερπληθυσμός ή η προστασία των οικοσυστημάτων, τέθηκαν προδρομικά και με ακρίβεια από τον Χάξλεϋ ήδη από τη σκληρή δεκαετία του ’30, κατά την οποία, εν τούτοις, η ελπίδα δεν είχε χαθεί.
Στη μελλοντική ισοπεδωτική κοινωνία του, ο Χάξλεϋ επέλεξε να απουσιάζει παντελώς η ηθική παρέμβαση πραγματοποιώντας μια δραστική παρέμβαση στο παγκόσμιο μυθιστόρημα. Άλλωστε ο συγγραφέας είδε το πρόπλασμα της δυστοπίας του κατά τη δεκαετία του ’20 στις ΗΠΑ, και νιώθοντας απέχθεια για το μέλλον που εγκυμονούσε, μας το περιέγραψε με βαθύτατο αίσθημα απελπισίας και εξοντωτικό σαρκασμό.
Ηθελημένα αποσιώπησε τον εφιάλτη των πυρηνικών, διότι «ήθελε να υπερτονίσει τον κίνδυνο της εφαρμοσμένης βιολογίας πάνω στον άνθρωπο» όπως εξηγούσε ο ίδιος ο συγγραφέας στην εισαγωγή της έκδοσης του 1946. Στην ίδια εισαγωγή διευκρίνιζε άλλωστε πως έχοντας ακούσει τον εκκωφαντικό απόηχο της Χιροσίμα «ο πιθανός τρόμος για την ανθρωπότητα θα μπορούσε να έλθει πολύ νωρίτερα απ’ όσο πίστευε όταν έγραφε το έργο, δηλαδή μόνο έναν αιώνα μετά», παρόλο που μέσα στο βιβλίο του τον τοποθετεί έξι αιώνες αργότερα. Ο Θαυμαστός Καινούργιος Κόσμος του Χάξλεϋ, είναι ένα μανιχαϊκό βιβλίο, μια διαρκή σύγκρουση του καλού με το κακό, χωρίς να υπάρχει το παραμικρό περιθώριο να γεφυρωθεί το τεράστιο χάσμα της κοινωνία του παγκόσμιου κυβερνήτη Μουσταφά Μοντ και του κόσμου του Αγρίου.
Με αυτό τον τρόπο το συμπέρασμα που προκύπτει από το βιβλίο του Χάξλεϋ, ενός πεσιμιστή και είρωνα συγγραφέα – εκ των κορυφαίων σατιρικών της δυτικής λογοτεχνίας -, είναι πως τα προβλήματα της κοινωνίας βεβαίως και μπορούν να επιλυθούν μια για πάντα, απαραίτητη συνιστώσα όμως είναι η αφαίρεση από τον άνθρωπο όλων εκείνων των γνωρισμάτων που τον διαχωρίζουν από τα ζώα…
Και ίσως η μεγαλύτερη επιτυχία του συγγραφέα με την εν λόγω μυθοπλασία να είναι πως καταφέρνει εν τέλει να θέσει ένα μεγάλο ερώτημα: ο κόσμος μας στρουθοκαμηλίζει κρύβοντας το νοσηρό υδροκεφαλισμό του βαθιά στην καυτή άμμο ή είναι ένας κόσμος μαϊμού που ενδύεται τη ζωώδη αυτή μάσκα υποστηρίζοντας την απάθεια, την ψευτιά και την υποκρισία του γνωστού τρίπτυχου, δεν βλέπω-δεν ακούω-δεν μιλάω;
Δείτε εδώ τα υπόλοιπα έργα του αφιερώματος με «Τα 100 βιβλία που πρέπει να έχεις διαβάσει πριν πεθάνεις»