Μόνο λίγες δεν είναι οι ταινίες που δεν συμβαίνουν πράγματα ακριβώς σπουδαία.
Αν και αυτό δεν είναι αξιολογική κρίση, παρά δομικό χαρακτηριστικό ενός φιλμ.
Μπορεί δηλαδή κάλλιστα να είναι ταινιάρα αυτή η ταινία που δεν γίνεται τίποτα. Αφήνοντας, ας πούμε, χώρο για να αναδυθούν ενδιαφέροντες χαρακτήρες. Χαρακτήρες που δεν πράττουν βεβαίως τίποτα.
Για τις ταινίες του Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ το λένε συνέχεια πως τίποτα δεν συμβαίνει. Κι όμως είναι πολύ καλές.
Σε άλλες πάλι ταινίες γίνονται πραγματάκια, κι όμως έχεις την αίσθηση πως βλέπεις συνεχώς το ίδιο πράγμα.
Όλα αυτά βεβαίως δεν είναι παρά απλοποιημένες εκδοχές για το τι πραγματικά συμβαίνει και τι δεν συμβαίνει σε μια ταινία. Ή για το πόσο μακριά φτάνουν τελικά οι ήρωες.
Για ταινίες λοιπόν με φαινομενικά μη επεισοδιακή φύση ο λόγος, εκεί που η πλοκή υποχωρεί για να έρθουν στην επιφάνεια άλλα χαρακτηριστικά της έβδομης τέχνης.
Τι είναι εξάλλου η πλοκή; Τι η ιστορία; Και τι τελικά η δράση;
Γίνεται, λόγου χάρη, κάτι στο 96 λεπτών μονοπλάνο που είναι η «Ρώσικη Κιβωτός» (2002) του Σοκούροφ, όσο η κάμερα ταξιδεύει δηλαδή επίμονα στα Χειμερινά Ανάκτορα της Αγίας Πετρούπολης;
Τι έγινε και τι δεν έγινε όμως στα παρακάτω φιλμ, το συζητάμε ακόμα…
Χαρακτηριστικό δείγμα πολύ καλής ταινίας που δεν γίνεται τίποτα, το φιλμ της Σοφία Κόπολα δεν είναι παρά μια λεπτοδουλεμένη και μελαγχολική σπουδή χαρακτήρων. Η ιστορία είναι απλή και μοιάζει να μην προχωράει ποτέ: δυο Αμερικανοί στο Τόκιο, παντρεμένοι και απελπισμένοι από τους γάμους τους.
Εκείνος ξεφτισμένος σταρ, εκείνη σύζυγος φωτογράφου. Ζουν στο ίδιο ξενοδοχείο και περιφέρουν την αϋπνία και την υπαρξιακή τους αγωνία σε όλο το φιλμ, προσπαθώντας να κατανοήσουν τα πώς και τα γιατί ενός λαού και μιας κουλτούρας που τρέχει με καταιγιστικούς ρυθμούς.
Τους ενώνει πλατωνικά η μοναξιά τους. Και εκεί θα μείνουν, καθώς τίποτα δεν θα συμβεί ποτέ. Οι κοινωνικές συμβάσεις είναι προφανώς πολύ δυνατές για να διαρραγούν…
Το μόνο που γίνεται στη γλυκόπικρη αυτή κωμωδία για έναν κοινωνικά απροσάρμοστο πιτσιρικά είναι το γεγονός ότι η καμπάνια για πρόεδρος της τάξης στο μικρό του σχολείο έχει τελικά ευτυχή κατάληξη. Όλα τα άλλα αφορούν στην ψυχοσύνθεση και το συναίσθημα του αποξενωμένου εφήβου.
Ο σκηνοθέτης ρίχνει ταυτοχρόνως στο μείγμα μια αλλόκοτη σκηνοθεσία αλλά και ηθελημένους αναχρονισμούς, μπας και μπερδέψει τον θεατή και δεν καταλάβει πως τίποτα άλλο δεν συμβαίνει. Τίποτα όμως. Έξυπνο είναι, σπιρτόζικο ναι, εκκεντρικό στα όλα του, κι όμως το σενάριο δεν προχωρά γραμμή από την πρώτη σκηνή…
Αν υπάρχει μία ταινία που αποδεικνύει πως το να μη γίνεται τίποτα σε μια ταινία μπορεί να είναι ακόμα και ευλογία, αυτή δεν είναι άλλη από το φοβερό «Clerks» του Κέβιν Σμιθ. Εδώ παρακολουθούμε έναν υπάλληλο ψιλικατζίδικου σε μία μέρα δουλειάς του. Ναι, αυτό και μόνο αυτό.
Ένα κανονικό οχτάωρο του τύπου δηλαδή και μάλιστα σε μια μέρα που κανονικά θα είχε ρεπό. Τον πλαισιώνει ο φίλος του, ο υπάλληλος του διπλανού βιντεοκλάμπ, και βαριεστημένοι αμφότεροι από την ασημαντότητα της ζωής τους την παρακολουθούν ως εξωτερικοί παρατηρητές, συζητώντας για σεξ, σινεμά και γυναίκες.
Αν ο Ταραντίνο έγινε γνωστός ως ο υπάλληλος βιντεοκλάμπ που είδε όλες τις ταινίες του μαγαζιού, το ίδιο έκανε και ο Κέβιν Σμιθ. Σε βιντεοκλάμπ δούλεψε κι αυτός και κατόπιν σε ταμείο. Γύρισε λοιπόν μια ταινία για το ταμείο. Μια αριστουργηματική ταινία για το ταμείο με ολότελα απούσα την υπόθεση…
Όλη η ταινία του Ντέιβιντ Λιντς, μια παράξενη ταινία για Ντέιβιντ Λιντς, είναι αυτό το πράγμα, ένας άντρας πάνω σε μια μηχανή του γκαζόν να τρώει αργόσυρτα τα χιλιόμετρα με το κουτάλι. Είναι αληθινή ιστορία θα πει κάποιος, για έναν 73χρονο που προκειμένου να επισκεφτεί τον άρρωστο αδελφό του διέσχισε εκατοντάδες χιλιόμετρα από την Αϊόβα ως το Ουισκόνσιν πάνω στο παράξενο όχημα, καθώς λόγω κακής όρασης δεν είχε άδεια οδήγησης.
Τρυφερή είναι, συγκινητική και ολότελα ανθρώπινη, ένα πραγματικά αφοπλιστικό road mοvie χωρίς καμία προσπάθεια πλοκής. Αν πεις να τη δεις διαβάζοντας μόνο την υπόθεση, δεν θα το επιχειρήσεις ποτέ. Και θα χάσεις, μοιραία…
Η ταινία που είπε ο Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ, ένας δημιουργός που αρέσκεται σε ταινίες για ανθρώπους που απλώς συνομιλούν, πως ήταν η μεγαλύτερή του έμπνευση! Εδώ έχουμε ένα δίωρο φιλμ από τον μετρ Λουί Μαλ που εξαντλείται σε έναν φιλοσοφημένο διάλογο γύρω από ένα τραπέζι.
Οι δύο παλιόφιλοι θα συζητήσουν μια πληθώρα θεματικών, με τον Λουί Μαλ να παραδίδει ένα ατόφιο διαμάντι υποκριτικής και χαρακτηριολογίας. Το μεγάλο του επίτευγμα είναι μάλιστα αυτό, πως αν κρυφακούγαμε την κουβέντα τους από το διπλανό τραπέζι θα αποστρέφαμε πιθανότατα το κεφάλι με αδιαφορία…
Η Φράνσις είναι μια 27χρονη Νεοϋορκέζα που το μόνο που κάνει είναι να παραπονιέται για τη ζωή της. Η μόνη ώθηση στην πλοκή είναι το γεγονός ότι η συγκάτοικος και καλύτερή της φίλη την εγκαταλείπει για ένα καλύτερο διαμέρισμα, αναγκάζοντας έτσι τη Φράνσις να βρει τρόπο να επιβιώσει χωρίς σταθερή δουλειά.
Το φιλμ του Νόα Μπάουμπακ είναι μια ταινία όπου τίποτα δεν θα συμβεί. Γιατί είναι έτσι ακριβώς φτιαγμένο, να μη γίνεται τίποτα. Ανάλαφρη και με πρόδηλη ελαφρότητα, είναι μια ταινία για πραγματικούς ανθρώπους. Για δύο κορίτσια που δεν είναι τέλεια, αλλά δεν παύουν να είναι αξιαγάπητα. Ιδιοσυγκρασιακό μεν φιλμ, ακαταμάχητο και απολαυστικό δε…