«Κανείς δεν έγινε ποτέ φτωχός δίνοντας», λέει ένα γνωστό ρητό που αποδίδεται στην Άννα Φρανκ, ένα κορίτσι που έζησε την απόλυτη φρίκη μέσα σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στη Γερμανία. Κι όμως, μέσα από το ημερολόγιο της φαίνεται πως, παρά την αβάσταχτη φρίκη που βίωσε, δεν έχασε ποτέ την πίστη της στους ανθρώπους, δεν έχασε την ελπίδα για το καλό του κόσμου. Τώρα, ίσως αναρωτιέστε τι σχέση έχει αυτή η ιστορία με τη δική μου. Καμία, αλλά ταυτίζομαι με το ρητό γιατί πιστεύω βαθιά ότι κανείς δεν έγινε φτωχότερος μόνο δίνοντας, αντίθετα, ο κόσμος γίνεται πιο ανθρώπινος και πιο φωτεινός μέσα από αυτές τις πράξεις. Και όπως λέει και ο Ρίτσος: «Όποιος γλυτώνει από ένα δάκρυ έναν άνθρωπο, υψώνει ένα μέτρο το μπόι της ανθρωπότητας!».

Γράφει η Γιώτα Γιδαροπούλου

Σήμερα έλαβε χώρα μια δράση του Περιοδικού Δρόμου Σχεδία, με τίτλο «Πωλητής για μια ώρα». Φίλοι/ες, αναγνώστες/στριες και υποστηρικτές/τριες του περιοδικού είχαν την ευκαιρία να μπουν για μια ώρα στην πραγματικότητα αυτών που στηρίζει το περιοδικό: των ανθρώπων που ζουν στο περιθώριο, των ανθρώπων που χάνουν την αξιοπρέπειά τους στον δρόμο, χωρίς κανείς να τους κοιτάξει, χωρίς κανείς να τους νοιαστεί. Το κόκκινο γιλέκο, το χαρακτηριστικό των πωλητών, δεν είναι μόνο ένα ρούχο. Είναι η ευκαιρία να σταθείς στο πλευρό τους, να νιώσεις για λίγο τη σιωπηλή αγωνία τους.

Σκεφτόμουν καιρό να συμμετέχω, αλλά πάντα το αμελούσα. Φέτος όμως, ήρθε η ώρα που ένιωσα ότι πρέπει να το κάνω. Το μεσημέρι του Σαββάτου, στη συμβολή των οδών Εθνικής Αμύνης και Τσιμισκή, φόρεσα το κόκκινο γιλέκο και βγήκα στον δρόμο. Ήταν μια πράξη που είχε για μένα τεράστια σημασία. Ήθελα να προσφέρω, ήθελα να νιώσω ότι δεν περνάω αδιάφορη μπροστά από την πραγματικότητα που μας περιβάλλει. Κι ήμουν ενθουσιασμένη, δεν σας κρύβω, όταν χτύπησε το τηλέφωνο και με ενημέρωσαν για το σημείο μου και τον πωλητή μου, τον κύριο Παναγιώτη. Ήταν σαν να έπαιρνα μια μικρή ανάσα σε έναν κόσμο που συχνά πνίγεται στην αδιαφορία.

Αλλά δεν ήμουν ποτέ καλή στις πωλήσεις. Δεν ήταν το δυνατό μου σημείο. Στην αρχή, ένιωθα αβοήθητη, μπερδεμένη, σαν να ήμουν ξένη στον δικό μου ρόλο. Ο κόσμος γύρω μου, τόσο βιαστικός, φαινόταν αδιάφορος. Είχα στο μυαλό μου ότι θα ήταν εύκολο, γιατί πίστευα πως πολλοί άνθρωποι θα βοηθούσαν όταν τους ζητούσα να αγοράσουν ένα περιοδικό.

Αλλά έκανα λάθος. Έμαθα με τον πιο δύσκολο τρόπο ότι ο δρόμος δεν είναι απλός, δεν είναι γεμάτος από καλό κόσμο που περιμένει να δώσει. Όχι, το κατάλαβα με το που βγήκα στον δρόμο και είδα την πραγματικότητα με τα ίδια μου τα μάτια. Δεν θα γίνουμε φτωχότεροι με πέντε ευρώ λιγότερα. Αλλά το γεγονός ότι λίγοι δείχνουν πρόθυμοι να το αγοράσουν, δεν είναι αυτό που με στενοχώρησε. Αυτό που με έπληξε, αυτό που με άφησε άφωνη, ήταν τα λόγια του κύριου Παναγιώτη: «Δεν ξέρουν τι σημαίνει να είσαι άστεγος. Γι’ αυτό μας αγνοούν». Και ένιωσα, με όλη μου την ψυχή, αυτόν τον αποκλεισμό. Αυτό το κενό που αφήνει η αδιαφορία του κόσμου απέναντι σε ανθρώπους που ζουν στο περιθώριο.

Πολλοί μας προσπερνούσαν χωρίς καν να μας κοιτάξουν, χωρίς να μας δώσουν καμία σημασία. Απλά χαμογελούσα και τους παρότρυνα, λέγοντας πως είναι καλό να βοηθάμε με κάτι απλό, με μια κίνηση, με μια κίνηση καλοσύνης. Κάποιοι έλεγαν «όχι ευχαριστώ», αλλά υπήρχαν και εκείνοι που με κοιτούσαν με άγριο βλέμμα και προσπερνούσαν, σαν να ήμουν ενοχλητική, σαν να τους χάλασα την ημέρα με το απλό «καλησπέρα».

Το παράπονο του κύριου Παναγιώτη ήταν έντονο. Κι ας μην το έλεγε φωναχτά, το ένιωθα στον τρόπο που κοιτούσε τη ζωή. Έχασε τη δουλειά του το 2009 και από τότε η ζωή του έγινε ένας αγώνας επιβίωσης. Δουλεύει στην Σχεδία από το 2013, για να επιβιώσει, γιατί δεν βρίσκει αλλού εργασία. Και δεν είναι ο μόνος. Υπάρχουν χιλιάδες άνθρωποι γύρω μας που παλεύουν με νύχια και με δόντια για να επιβιώσουν, και εμείς, αντί να τους βλέπουμε, τους προσπερνάμε, γιατί θεωρούμε ότι δεν μας αφορούν, γιατί πιστεύουμε ότι εμείς είμαστε οι τυχεροί. Απλά τους προσπερνάμε στον δρόμο, μην γνωρίζοντας πως είναι να έχεις ένα κεραμίδι πάνω από το κεφάλι σου. Απλά γυρνάμε το κεφάλι και τους αγνοούμε.

Τα θεωρούμε όλα δεδομένα: τα ρούχα μας, τη δουλειά μας, το σπίτι μας, το φαγητό μας, ακόμη και την υγεία μας. Κι ότι ξένο το απορρίπτουμε, μη γνωρίζοντας πως υπάρχει πιθανότητα αυτό να συμβεί στον καθένα από εμάς.

Ένας άστεγος δεν επέλεξε να ζει στους δρόμους. Παλιότερα είχε ζωή, δουλειά, φίλους, σαν όλους εμάς. Αλλά οι συνθήκες της ζωής ήρθαν έτσι, που τον ανάγκασαν να ζήσει σε αυτές τις συνθήκες και να μην έχει να φάει.

Ένα μήνυμα μου ζήτησε να στείλω μονάχα ο κύριος Παναγιώτης πριν τον αποχαιρετήσω: «Μην μας αγνοείτε», είπε, «γιατί κι εμείς είμαστε άνθρωποι κι είμαστε εδώ». Έκανα ό,τι μπορούσα με τις πωλήσεις, αλλά δεν θα σας αποκαλύψω το νούμερο μου, γιατί δεν έχει σημασία.

Αυτό που έχει αξία είναι η πράξη. Μια μικρή πράξη καλοσύνης έχει τη δύναμη να αλλάξει τον κόσμο ενός ανθρώπου. Το έχω δει, το έχω κάνει. Ο καθένας από εμάς μπορεί. Να είσαι ευγενικός, να παραχωρείς τη θέση σου, να παίρνεις ένα φυλλάδιο, να βοηθάς έναν ηλικιωμένο να ανέβει στο αστικό. Μικρές καθημερινές πράξεις αγάπης θα μεταμορφώσουν την καθημερινότητά μας.

Πάντα θα θυμάμαι μια ηλικιωμένη γυναίκα που βρήκα στον δρόμο, μια μέρα που έβρεχε. Στεκόταν στην γωνία, φορώντας μια μάσκα με το μπαστούνι της και απλά κρατούσε το περιοδικό. Ήταν πάνω από 80 χρονών. Την πλησίασα, δεν μου μίλησε, απλά μου έδωσε το περιοδικό κι όταν το πήρα, είδα τα μάτια της να γεμίζουν από ευγνωμοσύνη. Μπορεί να μην είδα το χαμόγελο που έκρυβε η μάσκα, αλλά το είδα στο βλέμμα της. Πάντα θα με ακολουθεί αυτή η εικόνα.

Δεν ξέρω αν η «πένα μου» έχει δύναμη, έχω όμως εγώ. Κι όσο μπορώ, πάντα θα βοηθάω, όχι γιατί ξέρω πως είναι να ζεις στο περιθώριο. Ελπίζω κι εσύ, που διάβασες μέχρι εδώ, την επόμενη φορά να αγοράσεις ένα περιοδικό ή έστω να κάνεις μια καλή πράξη.

Το περιοδικό δρόμου Σχεδία αποτελεί ένα έντυπο ποικίλης μορφής με μοναδικά άρθρα για να διαβάσετε κι εκδίδετε κάθε μήνα.