Η Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας, για πρώτη φορά μετά από δύο και πλέον χρόνια, ανακοίνωσε αύξηση του βασικού επιτοκίου δανεισμού κατά 650 μονάδες βάσης, προχωρώντας σε σχεδόν διπλασιασμό τους από το 8,5% στο 15%. Η απόφαση, που στοχεύει στην αντιμετώπιση του δυσθεώρατου πληθωρισμού, θα μπορούσε να σηματοδοτεί το τέλος των Erdoganomics, κατά πολλούς αναλυτές, οι οποίοι εκτιμούν πως ενδεχομένως να ακολουθήσουν και άλλες αυξήσεις μέχρι το τέλος του χρόνου.
Ο νέος τσάρος της τουρκικής οικονομίας Μεχμέτ Σιμσέκ είχε προαναγγείλει την επιστροφή στον «οικονομικό ορθολογισμό», απορρίπτοντας τις πολιτικές μείωσης των επιτοκίων που είχαν τη σφραγίδα του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν που οδήγησαν την τουρκική οικονομία στον κατήφορο, με εκτόξευση του πληθωρισμού, το πραγματικό ποσοστό του οποίου εκτιμάται πως ξεπερνάει το 100%, και υποβάθμιση της τουρκικής λίρας, η οποία έχει χάσει πάνω από 80% της αξίας της από το 2018.
Βάσει των Erdoganomics, ο τόκος αντιμετωπίζεται ως «αμαρτία» και αποτελεί την «αιτία και ο πληθωρισμός το αποτέλεσμά του». Ο «Σουλτάνος» ισχυριζόταν πως η πολιτική των χαμηλών επιτοκίων, δηλαδή το φτηνό χρήμα, ενθαρρύνει την ανάπτυξη και με αυτόν τον τρόπο θα λυθεί και το πρόβλημα του υψηλού πληθωρισμού.
Η Τουρκία «αποφάσισε να ξεκινήσει τη διαδικασία νομισματικής σύσφιξης προκειμένου να καθιερώσει την πορεία αποπληθωρισμού το συντομότερο δυνατό, να σταθεροποιήσει τις προσδοκίες για τον πληθωρισμό και να ελέγξει την επιδείνωση της συμπεριφοράς των τιμών», ανέφερε η Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας στην ανακοίνωσή της.
Αν και η αύξηση στέλνει «θετικό» μήνυμα είναι σημαντικά μικρότερη από την αναμενόμενη. Η Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας για να καθησυχάσει τις αγορές έσπευσε να σημειώνει πως «η νομισματική σύσφιξη θα ενισχυθεί περαιτέρω όσο χρειάζεται έγκαιρα και σταδιακά».
Σε κάθε περίπτωση, υπογραμμίζει το Politico, η στροφή στα επιτόκια είναι μια απόφαση υψηλού διακυβεύματος για τον Ερντογάν, ο οποίος μετά την ιστορική νίκη του στις προεδρικές εκλογές, καλείται να αντιμετωπίσει τις καταστροφικές συνέπειες των οικονομικών πολιτικών του με την ακρίβεια να καθιστά δυσβάσταχτη την καθημερινότητα για μεγάλο μέρος της τουρκικής κοινωνίας.
Ο Πρόεδρος της Τουρκίας, σε ένα «damage control», τοποθέτησε στη νέα κυβέρνηση έμπειρους οικονομολόγους, αγαπημένα πρόσωπα των αγορών, για να συνταγογραφήσουν το «πικρό φάρμακο». Σημειώνεται πως εκτός από τον Μεχμέτ Σιμσέκ, που ανέλαβε θέση του υπουργού Οικονομικών, τοποθετήθηκε ως επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας η Χαφιζέ Ερκάν, πρώην στέλεχος της Goldman Sachs και της First Republic Bank.
Ταυτόχρονα όμως ο ίδιος ο Ερντογάν επισήμως συνεχίζει να υποστηρίζει τις πολιτικές που εφάρμοσε στο παρελθόν. Σε συνεντεύξεις επιμένει να ισχυρίζεται πως τα χαμηλά επιτόκια θα «δουλέψουν» και πως η Τουρκία θα συνεχίσει να κινείται στην ίδια κατεύθυνση.
Αν και η Κεντρική Τράπεζα ανέφερε στην ανακοίνωσή της πως η αύξηση των επιτοκίων θα συνεχιστεί εάν χρειαστεί, ορισμένοι εκφράζουν αμφιβολίες για τις πραγματικές προθέσεις του «Σουλτάνου». Στον αντίποδα δεν είναι λίγοι αυτοί που «ποντάρουν» στους Μεχμέτ Σιμσέκ και Χαφιζέ Ερκάν. Όμως οι πιο επιφυλακτικοί υπενθυμίζουν πως ο τελευταίος διοικητής της κεντρικής τράπεζας που πίεσε δημόσια για αυξήσεις επιτοκίων απολύθηκε ενώ βρισκόταν μόλις έξι μήνες στη θέση του.