Μέσα στον Ιανουάριο θα αποφασίσει ο Ιταλός πρωθυπουργός Σίλβιο Μπερλουσκόνι «αν είναι ανάγκη να επιλεγεί η λύση των πρόωρων εκλογών», όπως ανέφερε ο ίδιος σήμερα κατά την καθιερωμένη συνέντευξη τύπου, στο κυβερνητικό μέγαρο Παλάτσο Κίτζι, για τον απολογισμό της χρονιάς.
Σε ό,τι αφορά την οριακή πλειοψηφία που η κυβέρνηση εξασφάλισε με την ψήφο εμπιστοσύνης της 14ης Δεκεμβρίου, ο «Καβαλιέρε» υπογράμμισε ότι «δεν υπήρξε κανένα δούναι και λαβείν που να θυμίζει τις αγορές των παικτών από τις διάφορες ποδοσφαιρικές ομάδες, διότι δεν υποσχεθήκαμε ποτέ θέσεις και αξιώματα σε όσους μας υποστήριξαν».
Αναφορικά με το πολιτικό του μέλλον, ο «μίστερ τιβί» υπογράμμισε ότι «από τη στιγμή που ξεπηδούν νέες δυνάμεις στην πολιτική, πιστεύει ότι θα ολοκληρώσει την προσωπική του εμπειρία, ως πρωθυπουργός, το 2013». Μια φράση που αφήνει να εννοηθεί ότι ο Μπερλουσκόνι δεν θα είναι υποψήφιος στις βουλευτικές εκλογές, οι οποίες, αν δεν αποφασισθεί πρόωρη προσφυγή στις κάλπες, θα πρέπει να διεξαχθούν σε μια διετία.
Δεν έλειψε και μια έμμεση αναφορά στις φήμες που θέλουν τον μεγαλύτερο γιο του Πιερσίλβιο, ή τη δευτερότοκη κόρη του, Μαρίνα, να αναλαμβάνουν πολιτικά καθήκοντα: «Θα προσπαθούσα να αποτρέψω τα παιδιά μου από το να ασχοληθούν με την πολιτική», απάντησε σε σχετική ερώτηση.
Ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι αναφέρθηκε και στα πρόσφατα προβλήματα που αντιμετώπισε με τις γυναίκες υπουργούς του. Τόσο η υπουργός Ισότητας Μάρα Καρφάνια, όσο και η υπουργός Περιβάλλοντος Στεφάνια Πρεστιτζάκομο, είχαν δηλώσει πρόσφατα, έτοιμες να παραιτηθούν. Η πρώτη από την κυβέρνηση και το κόμμα, η δεύτερη μόνο από την κοινοβουλευτική ομάδα του «Λαού της Ελευθερίας». Τελικά, ύστερα από παρέμβαση του ίδιου του πρωθυπουργού, παρέμειναν στη θέση τους.
«Δεν μετανιώνω που ανέθεσα υπουργεία σε γυναίκες. Τα προβλήματα αυτά παρουσιάζονται διότι οι γυναίκες πιστεύουν αυτό που κάνουν, δεν είναι επαγγελματίες της πολιτικής και δεν έχουν ροπή προς τον συμβιβασμό. Κάτι που στην πολιτική δράση, όμως, είναι αναγκαίο», τόνισε ο Σίλβιο Μπερλουσκονι.
Τέλος, σε σχέση με τον πρώην σύμμαχο και νυν πολιτικό αντίπαλό του, τον πρόεδρο της βουλής, Τζανφράνκο Φίνι, υπογράμμισε ότι «πρόκειται για ένα κεφάλαιο που έκλεισε οριστικά, αφού, χωρίς τους βουλευτές και τους γερουσιαστές του, η διακυβέρνηση είναι πιο εύκολη». «Ξέρουμε όμως -είπε ο “μίστερ τιβί”- ότι , πλέον, στην προεδρία της βουλής δεν βρίσκεται ένας άνδρας υπεράνω πολιτικών στρατηγικών, αλλά ένας πολιτικός ηγέτης».