Πτυχές από μια άγνωστη – για το ευρύ κοινό – επιχείρηση του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου για τη διάσωση των καλλιτεχνών, διανοούμενων και συγγραφέων από τους Ναζί, έρχεται στο φως. Πρωταγωνιστής ήταν ο δημοσιογράφος Βάριαν Φράι και ο αντίκτυπος στην πολιτική ιστορία ανεκτίμητος.
Ο αμερικανός δημοσιογράφος Βάριαν Φράι, κατά το ξέσπασμα του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου, ζήτησε εθελοντικά να ταξιδέψει στο γαλλικό λιμάνι της Μασσαλίας για να βοηθήσει στον επαναπατρισμό ανθρώπων της πολιτιστικής ελίτ που καταδιώκονταν από τους Ναζί είτε ως αντικαθεστωτική είτε ως Εβραίοι. Η Μασσαλία ήταν το τελευταίο ελεύθερο λιμάνι στην Ευρώπη και βασικός προορισμός των ανθρώπων που απεγνωσμένα αναζητούσαν ένα καταφύγιο από τις ναζιστικές θηριωδίες.
Oπως αναφέρει το BBC, ο Βάριαν Φράι έφτασε στη Μασσαλία στις 15 Αυγούστου του 1940. Πάνω του είχε χαρτονομίσματα αξίας 3.000 δολαρίων και ένα έγγραφο με τα ονόματα 200 καλλιτεχνών, συγγραφέων και διανοούμενων που είχαν μπει στη μαύρη λίστα της Γκεστάπο και της αστυνομίας της δωσίλογης κυβέρνησης του Βισύ.
Ένα χρόνο αργότερα, όταν αναγκάστηκε τελικά να εγκαταλείψει την πόλη, είχε ενορχηστρώσει την «έξοδο» σχεδόν 2.000 ανθρώπων, μεταξύ των οποίων εμβληματικών προσώπων όπως ο Μαρκ Σαγκάλ, ο Μαρσέλ Ντυσάν, η Ρεμέντιος Βάρο, ο Μαξ Ερνστ, η Χάνα Άρεντ, o Ζακ Λιπσίτζ, Αντρέ Μπρετόν και ο Βιφρέντο Λαμ.
Η ιστορία, με αρκετές «δόσεις» μυθοπλασίας, παρουσιάζεται στη νέα μίνι σειρά του Netlix Transatlantic, που βασίζεται στο μυθιστόρημα «The Flight Portfolio» της Τζουλι Όριντζερ. Ο Φράι παρουσιάζεται ως ένας βιβλιομανής και διακριτικός χαρακτήρας, ωστόσο στην πραγματικότητα ο αμερικανός δημοσιογράφος ήταν ένας φλογερός και ιδιαίτερα επαναστατικός άνθρωπος.
Η πραγματική ιστορία του Βάριαν Φράι
Γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη το 1907 και μεγάλωσε στο Νιου Τζέρσεϊ από μια προτεσταντική οικογένεια, με φιλελεύθερες αξίες. Σύμφωνα πάντα με το BBC, αποτελούσε μια καθημερινή εστία όχλησης για τους δασκάλους στα διάφορα οικοτροφεία που φοίτησε, ενώ αργότερα αποβλήθηκε προσωρινά και από το Χάρβαρντ. Ήταν σε μεγάλο βαθμό κλασικιστής, αλλά δήλωνε και γοητευμένος από τη διανοητική λάμψη και την πολυπλοκότητα της μοντέρνας κουλτούρας. Ο Τζέιμς Τζόις και ο Τ.Σ. Έλιοτ ήταν από τους από τους αγαπημένους του λογοτέχνες.
Ένα ταξίδι στη Γερμανία το 1935 επηρέασε καθοριστικά την πολιτική αντίληψή του και εν γένει τον χαρακτήρα του. Έγινε μάρτυρας της φρικτής βίας των ναζί τραμπούκων – τις οδομαχίες, τους εκφοβισμούς ακόμη και το εν ψυχρώ μαχαίρωμα ενός άνδρα από ένστολο ναζί μέσα σε μια καφετέρια. Ενημερώθηκε για τις προθέσεις των Ναζί να εκκαθαρίσουν όλους τους αντιφρονούντες και να καταστρέψουν τον εβραϊκό πληθυσμό. Οι αποκρουστικές εμπειρίες πυροδότησαν την πηγαία αντίδραση του Φράι ενάντια στο ναζισμό και ότι αυτός συνιστούσε.
Στις 25 Ιουνίου του 190, μετά την πτώση της Γαλλίας από τους Ναζί, ο Φράι έγινε μέρος μιας ομάδας 200 επιμελητών μουσείων, καλλιτεχνών, δημοσιογράφων και Εβραίων προσφύγων. Τα μέλη της εν λόγω ομάδα συναντήθηκαν στο Hotel Commodore, στη Νέα Υόρκη, όπου γεννήθηκε η Επιτροπή Διάσωσης Έκτακτης Ανάγκης (Emergency Rescue Committee), όπως την ονόμασα. Στόχος ήταν η παροχή βοήθειας σε οποιονδήποτε εκδιώχθηκε από τους Ναζί, συμπεριλαμβανομένων ευρωπαίων καλλιτεχνών, φιλοσόφων και συγγραφέων. Ο Φράι προσφέρθηκε να ηγηθεί της αποστολής στη Μασσαλία και έγινε πράκτορας της ERC.
Ο αμερικανός δημοσιογράφος έφτασε στο γαλλικό λιμάνι μέσω της Λισαβόνας και εγκαταστάθηκε αρχικά στο «Hôtel Splendide», ένα ξενοδοχείο με θέα τη θάλασσα. Εκεί έστησε το πρώτο «κέντρο επιχείρησης» ξεκινώντας με τη δημιουργία ενός δικτύου συμμάχων που θα μπορούσαν να συμβάλλουν στη «εκκόλαψη» σχεδίων διαφυγής με πλαστογράφηση εγγράφων και ανταλλαγή χρημάτων στη μαύρη αγορά. Η δράση του έγινε γνωστή στα υπόγεια δίκτυα προσφύγων στη Γαλλία και σύντομα αναδείχθηκε σε πρόσωπο – κλειδί για τη διαφυγή από τους ναζί. Φέρεται να λάμβανε καθημερινά 25 γράμματα, το τηλέφωνο χτυπούσε συνεχώς, και ο ίδιος πραγματοποιούσε 120 συνεντεύξεις σε μια τυπική ημέρα.
Ο Φράι όμως είναι να αντιμετωπίσει και ένα ακόμη σημαντικό πρόβλημα. Εκτός από τις αρχές της κυβέρνησης Βισύ, που τον κυνηγούσαν, ο δημοσιογράφος βρέθηκε αντιμέτωπος και με τις αγκυλώσεις του υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ, που εκείνη την περίοδο είχαν ως στόχο να μείνουν εκτός πολέμου. Το έργο του Φράι αναγνωριζόταν ως παράνομο και μια απειλή για την αμερικανική ουδετερότητα.
Στο καταφύγιο του Φράι, το οποίο στη συνέχεια μεταφέρθηκε σε ένα μεγάλο σπίτι στα περίχωρα της Μασσαλίας, φιλοξενήθηκε ένας μεγάλος αριθμός καλλιτεχνών που άνοιξαν τους ορίζοντές του και τον «μπόλιασαν» με την αγάπη για τις τέχνες. Ο Αμερικανός δημοσιογράφος, καθοδηγούμενος από τα ιδανικά και τις πολιτικές πεποιθήσεις του, βοήθησε κάθε άνθρωπο που προερχόταν από διωκόμενες μειονότητες και όποιον αντιστάθηκε στη χιτλερική φρίκη. Το πλήθος των ανθρώπων που βοηθούσε προκάλεσε εσωτερικές τριβές και στην Επιτροπή Διάσωσης Έκτακτης Ανάγκης. Όμως ο Φράι δεν πτοήθηκε: «Η αλήθεια είναι πως αυτό που κάνω μου αρέσει περισσότερο από οτιδήποτε άλλο είχα κάνει μέχρι σήμερα στη ζωή μου», έγραφε στη μητέρα του.
Ένας πολιτιστικός κόμβος που άλλαξε την ιστορία της τέχνης
Χωρίς να το γνωρίζει ο Βάριαν Φράι αναδείχθηκε σε έναν πολιτιστικό κόμβο της σύγχρονης ιστορίας των τεχνών. Δημοσιεύματα του Δεκέμβρη του 1941 ανέφεραν πως η άφιξη καλλιτεχνών στη Νέα Υόρκη είναι «η μεγαλύτερη μετανάστευση διανοουμένων από τη Βυζαντινή εποχή». Οι ΗΠΑ είχε μετατραπεί πλέον σε σπίτι μιας χρυσής γενιάς του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Όμως ο βασικός αντίκτυπος, όπως έχει σημειώσει ο κριτικός τέχνης, Ρόμπερτ Χιούζ, σύμφωνα με το BBC, ήταν πως οι Αμερικανοί καλλιτέχνες είχαν πλέον τη δυνατότητα να έρθουν σε επαφή με εμβληματικές μορφές της ευρωπαϊκής τέχνης, οι οποίοι αποτελούσαν έμπνευσή τους, «πνευματικές πατρικές φιγούρες στην άλλη όχθη του Ατλαντικού».
Και μόνο η παρουσία ανθρώπων όπως του Μπρετόν, του ιδρυτή του σουρεαλισμού, συνέβαλε στην ανάδειξη της Νέας Υόρκης ως το νέο πολιτιστικό κέντρο του κόσμου, παίρνοντας τα σκήπτρα από το Παρίσι. Διαπότισε μια γενιά αμερικανών καλλιτεχνών με μεγάλη αυτοπεποίθηση και έγινε πόλος έλξης για σπουδαίους διεθνείς καλλιτέχνες. Μια ομάδα διανοούμενων κατέληξαν και στο Μεξικό με αποτέλεσμα να ενθαρρύνουν και να μεταμορφώσουν το καλλιτεχνικό όραμα ενός ολόκληρου έθνους.
Και ενώ οι άνθρωποι τους οποίους βοήθησε να διασωθούν απολάμβαναν μια νέα ζωή, ο ίδιος ο Φράι, σύμφωνα με το BBC, υπέφερε όταν επέστρεψε στις ΗΠΑ. Η προσαρμογή του στη πολιτική κατάσταση της εποχής αποδείχθηκε πολύ δύσκολη, η οικογενειακή του ζωή κατέρρευσε με τη σύζυγό του να παίρνει διαζύγιο, ο αμερικανικός στρατός τον απέρριψε, ενώ ακόμη και το ERC πήρε αποστάσεις. Το έργο του εν καιρώ πολέμου αναγνωρίστηκε πολλά χρόνια μετά το θάνατό του, το 1967. Το ίδιο εξάλλου κάνει και το Transatlantic του Netlflix, όπως γράφει το βρετανικό δίκτυο, εστιάζοντας περισσότερο στις σημαντικές προσωπικότητες που επωφελήθηκαν από το δίκτυο που είχε στήσει και λιγότερο στη βαρύτητα του ίδιου του έργου του.