O Guardian, με αφορμή τη συμπλήρωση ενός έτους του πολέμου στην Ουκρανία, αναλύει τα δεδομένα και επιχειρεί να απαντήσει στα δύο κρίσιμα ερωτήματα: Ποιος κερδίζει και τι αναμένεται να συμβεί το επόμενο διάστημα.
Τονίζοντας πως η εικόνα σήμερα είναι τελείως διαφορετική από αυτή που υπήρχε στην έναρξη του πολέμου με την επέλαση των ρωσικών δυνάμεων, o Guardian θέτει το ερώτημα αν η Ρωσία ετοιμάζει μια νέα επίθεση το 2023. «Ανώτεροι Ουκρανοί αξιωματούχοι έχουν προειδοποιήσει επανειλημμένα για μια τέτοια εξέλιξη, ωστόσο οι αποδείξεις για αυτό είναι ισχνές», γράφει η βρετανική εφημερίδα και συμπληρώνει:
«Μολονότι η Ρωσία έχει αυξήσει σημαντικά τις πεζοπόρες δυνάμεις τους – ορισμένοι υπολογίζουν ότι στην Ουκρανία βρίσκονται περίπου 300.000 Ρώσοι στρατιώτες – εντούτοις δεν υπάρχει απόδειξη ότι εκατοντάδες τεθωρακισμένα ετοιμάζονται για μια νέα είσοδο σε μια περιοχή που παρακολουθείται από κατασκοπευτικούς δορυφόρους».
Παράλληλα, υπογραμμίζει, «οι ρωσικοί βοβμαρδισμοί είναι λιγότερο έντονοι από ό,τι συνέβη το καλοκαίρι στην περιοχή γύρω από το Σεβεροντονέτσκ όταν η Μόσχα εκτόξευε περίπου 60.000 ρουκέτες την ημέρα».
Αναλυτές όπως ο Φίλιπ Ο’Μπράιαν από το πανεπιστήμιο του Σεντ Άντριους εκτιμούν ότι οι ρωσικές δυνατότητες έχουν μειωθεί λόγω του πολέμου και ότι αυτοί που περιμένουν νέο γύρο επίθεσης κάνουν λάθος: «Αυτό που έχει συμβεί από τις 24 Φεβρουαρίου είναι ότι η Ουκρανία έχει γίνει πιο ισχυρή και έχει αποκτήσει καλύτερα οπλικά συστήματα ενώ ετοιμάζεται να υποδεχθεί περισσότερα. Οι Ρώσοι γίνονται ολοένα και πιο αδύναμοι. Έχουν περισσότερους στρατιώτες αλλά με χειρότερο εξοπλισμό, χειρότερη εκπαίδευση από το παρελθόν και με ολοένα και λιγότερα πυρομαχικά».
Μήπως θα υπάρξει μια νέα ουκρανική αντεπίθεση; Απαντώντας σε αυτό το ερώτημα, ο Guardian αναφέρει πως ο ρυθμός των ουκρανικών επιχειρήσεων έχει υποχωρήσει μετά τις επιθέσεις σε Χάρκοβο και Χερσώνα το περασμένο καλοκαίρι οι δυνάμεις του Κιέβου συνεχίζουν να προσπαθούν να καταγράψουν πρόοδο στην ανατολική ακτή του ποταμού Δνείπερου απέναντι από την πόλη της Χερσώνας.
Η Μόσχα, από την πλευρά της, αναμένει εδώ και καιρό μια εντατικοποίηση των ουκρανικών επιχειρήσεων ειδικά στα νότια, στην περιοχή της Ζαπορίζια. Δεν είναι μυστικό, εξάλλου, ότι η πολιτική ηγεσία της Ουκρανίας φιλοδοξεί να καταλάβει εδάφη – συμπεριλαμβανομένης της Κριμαίας – και σε αυτό το πλαίσιο κινείται το μεγαλύτερο μέρος της διπλωματικής δραστηριότητας που επιδεικνύει το τελευταίο διάστημα ο πρόεδρος της χώρας, Βολοντιμίρ Ζελένσκι.
«Είναι ξεκάθαρο ότι η Ουκρανία συγκεντρώνει υλικό όπως τεθωρακισμένα οχήματα, και προχωρά σε εκπαίδευση του στρατιωτικού δυναμικού της με το βλέμμα στραμμένο στις δικές τις επιχειρήσεις αναζητώντας παράλληλα σημεία να εξαπολύσει επιθέσεις», αναφέρει ο Guardian, ωστόσο επικαλούμενος αναλυτές, σημειώνει: «δεν είναι ρεαλιστικό να υπάρξει ταυτόχρονα υπεράσπιση του Μπαχμούτ και νέα επίθεση την άνοιξη για την ανακατάλυψη αυτών που οι ΗΠΑ θεωρούν πιο κρίσιμες περιοχές».
Ποιος θα επικρατήσει;
Στο ερώτημα ποια από τις δύο πλευρές θα κερδίσει, ο Guardian σημειώνει ότι «ούτε η Ρωσία, ούτε η Ουκρανία δεν είναι κοντά στο να πετύχουν τους στόχους που έχουν εκφράσει για τον πόλεμο – στην περίπτωση της Ουκρανίας αυτό αφορά την απελεύθερωση όλων των κατειλημμένων περιοχών. Ωστόσο κατά τη διάρκεια των τελευταίων 12 μηνών η Μόσχα έχει επανειλημμένως κάνει βήματα πίσω σε σχέση με τους μαξιμαλιστικούς στόχους – ανάμεσά τους η ανατροπή της ουκρανικής κυβέρνησης και η επιβολή μιας κυβέρνησης από “μαριονέτες” – για την κατάληψη όλου του Ντονμπάς, στην ανατολική Ουκρανία».
«Η Ρωσία έχει μεγάλες απώλειες. Πρόσφατη εκτίμηση από το Διεθνές Ινστιτούτο Στρατηγικών Αναλύσεων (IISS) ανεβάζει σε 40%-50% τον αριθμό των απωλειών της Ρωσίας σε επίπεδο τεθωρακισμένων σε σχέση με τις αρχικές δυνάμεις. Σε επίπεδο ανθρώπινων απωλειών υπάρχει η εκτίμηση ότι χάνονται 2.000 Ρώσοι στρατιώτες για κάθε 100 μέτρα που κερδίζονται στην ανατολική Ουκρανία», σημειώνει ο Guardian.
Υπενθυμίζει, μάλιστα, τη δήλωση του αμερικανού στρατηγού Μάρκ Μάιλι σύμφωνα με τον οποίο η Ρωσία έχει ήδη χάσει τακτικά και στρατηγικά μολονότι καμία από τις δύο χώρες δεν είναι κοντά στο να πετύχει τον στρατηγικό της στόχο.
«Είναι πιο ασφαλές να πει κανείς ότι η σημερινή τροχιά των συγκρούσεων πηγαίνει καλύτερα για την Ουκρανία σε σχέση με τη Ρωσία καθώς και ότι η συνεχιζόμενη εισροή όπλων από τη Δύση θα διατηρήσει αυτή την προοπτική. Αλλά η Ουκρανία βασίζεται αρκετά στη Δυσή για τα όπλα, συμπεριλαμβανομένων των πυρομαχικών που έχουν αποδειχθεί “αχίλλειος πτέρνα” για το Κίεβο στην ανατολική Ουκρανία όπου οι μάχες δίνονται από το πεζικό. Παραμένει επίσης άγνωστο το πόσα οπλικά συστήματα, όπως τα τεθωρακισμένα, θα παραδοθούν στην Ουκρανία ή πόσο γρήγορα θα γίνει αυτό ώστε να έρθει πιο κοντά στο τέλος του ο πόλεμος».
«Οπότε για την ώρα ο πόλεμος συνεχίζεται» καταλήγει ο Guardian.