Η Κίνα είναι η χώρα με το πρώτο κρούσμα κορονοϊού και ταυτόχρονα το πρώτο κράτος που νικάει τον ιό στη φάση που ξεσπάει, τη στιγμή που τα υπόλοιπα κράτη μετρούν εκατόμβες νεκρών, όπως στο Μπέργκαμο της Ιταλίας. Δύο χρόνια μετά όμως, ο «αόρατος εχθρός» έχει επιστρέψει στη χώρα της Ασίας και δημιουργεί καταστάσεις βγαλμένες από ταινία επιστημονικής φαντασίας -πχ το lockdown στη Σανγκάη-, αλλά και σοβαρές διαμαρτυρίες, όπως στο Πεκίνο.
Έτσι, εικόνες με στρατιώτες που χτίζουν νοσοκομεία σε μία μέρα αποτελούν παρελθόν και έχουν αντικατασταθεί από φαντάρους με λευκές στολές προστασίας που σπρώχνουν κόσμο σε στρατόπεδα καραντίνας.
Οι New York Times λοιπόν και συγκεκριμένα ο Paul Krugman σε άρθρο γνώμης με τίτλο «Πώς η Κίνα έχασε τον πόλεμο με τον κορονοϊό», παραθέτει τους λόγους για τους οποίους το Πεκίνο από νικητής στη μάχη κατά της πανδημίας, μετατρέπεται σιγά-σιγά σε έναν από τους μεγάλους χαμένους.
Το κινεζικό «θαύμα»
Ο κορονοϊός μπορεί να ξέσπασε στην Κίνα και μάλιστα να βγήκαν στη δημοσιότητα έγγραφα ότι οι Κινέζοι επιστήμονες γνώριζαν την ύπαρξη του ιού και αδιαφόρησαν, όμως μετά την πρώτη μαζική μετάδοση, έλαβε αμέσως μέτρα και έκανε σχετικά έργα.
Σε αντίθεση λοιπόν με τη Δύση που περιορίστηκε στα lockdown και στις λεκτικές αντιπαραθέσεις με τους συνωμοσιολόγους, το Πεκίνο έκτισε νοσοκομεία -σε ορισμένες περιπτώσεις εν μία νυκτί, μέσω στρατιωτικών σκηνών- και έβγαλε γιατρούς στο δρόμους για να θερμομετρούν πόρτα-πόρτα. Παράλληλα, δεν διαπραγματεύτηκε την ασφάλεια της δημόσιας υγείας και επέβαλε αμέσως τους εκάστοτε περιορισμούς ή ποινές, με στόχο να προστατευτεί η υγεία του πληθυσμού.
«Μοιάζει ότι έχει την ικανότητα να οργανώνει γρήγορα κάθε πολίτη γύρω από ένα μοναδικό στόχο», σχολίασε ένας χρήστης των social media, τον οποίο επικαλείται ο Paul Krugman για να περιγράψει την αποφασιστικότητα της Κίνας.
«Τον πρώτο χρόνο της πανδημίας, ισχυροί, ακόμη και δρακόντειοι περιορισμοί είχαν νόημα. Δεν ήταν ποτέ ρεαλιστικό να φανταστεί κανείς ότι οι εντολές για χρήση μάσκας, ακόμη και τα lockdown θα μπορούσαν να αποτρέψουν την εξάπλωση του κορονοϊού. Αυτό που μπορούσαν να κάνουν, ωστόσο, ήταν να επιβραδύνουν την εξάπλωση», τονίζει χαρακτηριστικά ο αρθρογράφος των New York Times.
Αυτοσχέδια παγίδα
Η Κίνα μπορεί να νικάει σε πρώτη φάση τον κορονοϊό, όμως στη συνέχεια επαναπαύεται στις δάφνες της και επηρεάζεται από τις παθογένειες του πολιτικού της συστήματος. «Το καθεστώς του Σι Τζινπίνγκ πέφτει σε μια παγίδα που έφτιαξε μόνο του», σημειώνει ο Paul Krugman και προσθέτει πως «οι ηγέτες της Κίνας φαίνεται ότι πίστευαν πως τα lockdown θα μπορούσαν να εξαλείψουν οριστικά τον κορονοϊό και συμπεριφέρονται σαν να το πιστεύουν ακόμα, παρόλο που τα στοιχεία είναι συντριπτικά αντίθετα».
Έτσι, το Πεκίνο δεν δημιούργησε ποτέ ένα εναλλακτικό πλάνο, ούτε προσάρμοσε τη στρατηγική του στα νέα δεδομένα, όπως στην εισαγωγή εμβολίων από το εξωτερικό, αφού αποδείχτηκε ότι το κινεζικό δεν έχει τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα. Αντιθέτως, επαναπαύτηκε στα θετικά στοιχεία που προέκυψαν από την πρώτη φάση και επέμεινε στη νοοτροπία «ομάδα που κερδίζει δεν αλλάζει».
Πλέον, τα κρούσματα στην Κίνα αυξάνονται ραγδαία σε σύγκριση με άλλες ανεπτυγμένες χώρες, ο πληθυσμός έχει μικρή ανοσία έναντι του ιού και ξεσπούν κοινωνικές αναταραχές, τη στιγμή που ο υπόλοιπος πλανήτης επιστρέφει σε μια κατάσταση «κανονικότητας» ή τουλάχιστον έχει διαφορετικά προβλήματα, αφού έχει ξεπεράσει τα συγκεκριμένα.
«Αυτό που βλέπουμε στην Κίνα είναι το πρόβλημα με τις αυταρχικές κυβερνήσεις που δεν μπορούν να παραδεχτούν λάθη και δεν θα δεχτούν στοιχεία που δεν τους αρέσουν… “Η πολιτική μηδενικής ανοχής” είναι προφανώς μη βιώσιμη, αλλά ο τερματισμός της θα σήμαινε σιωπηρή παραδοχή του λάθους, το οποίο οι αυταρχικοί ηγέτες δεν βρίσκουν ποτέ εύκολο. Επιπλέον, η χαλάρωση των κανόνων θα σήμαινε τεράστια αύξηση των κρουσμάτων και των θανάτων», αναφέρει ο αρθρογράφος των New York Times.