Εκδίκηση τον φόνο ενός συνταγματάρχη των Φρουρών της Επανάστασης θα πάρει η Τεχεράνη, σύμφωνα με τον Ιρανό πρόεδρο Εμπραχίμ Ραϊσίν. Η προειδοποίηση έρχεται μία ημέρα μετά τη δολοφονία του σε μια επίθεση που όμοιά της δεν έχει σημειωθεί από τον Νοέμβριο του 2020.
«Δεν αμφιβάλω ότι θα πάρουμε εκδίκηση για το αίμα αυτού του μεγάλου μάρτυρα», δήλωσε ο Ραϊσί μιλώντας στην κρατική τηλεόραση.
Ο συνταγματάρχης Σαγιάντ Χονταΐ «δολοφονήθηκε χθες Κυριακή κατά τη διάρκεια ένοπλης επίθεσης από δύο μοτοσικλετιστές στην οδό Μοτζαχεντίν ε Εσλάμ», μετέδωσε το επίσημο ιρανικό πρακτορείο Irna.
Πρόκειται για το πλέον υψηλόβαθμο στέλεχος που δολοφονείται στο Ιράν μετά τον φόνο του πυρηνικού φυσικού Μοχσέν Φαχριζαντέχ. Αυτός σκοτώθηκε τον Νοέμβριο του 2020 κοντά στην Τεχεράνη σε μια επίθεση που εξαπολύθηκε εναντίον της αυτοκινητοπομπής του, για την οποία το Ιράν κατηγόρησε το Ισραήλ.
«Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το χέρι της παγκόσμιας αλαζονείας εμπλέκεται σε αυτό το έγκλημα», δήλωσε ο Ραϊσί, χρησιμοποιώντας αυτή την έκφραση για να αναφερθεί στις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους, όπως μεταδίδει το Γαλλικό Πρακτορείο και αναμεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
«Επιμένω οι αξιωματούχοι ασφαλείας να αναζητήσουν με σοβαρότητα (τον δολοφόνο)», πρόσθεσε ο Ιρανός πρόεδρος.
Σύμφωνα με την ιρανική τηλεόραση, «η τελετή αποχαιρετισμού» του συνταγματάρχη θα πραγματοποιηθεί σήμερα στις 17:00 (τοπική ώρα, 15:30 ώρα Ελλάδας) στην Τεχεράνη.
Οι Φρουροί της Επανάστασης χαρακτήρισαν τον Χονταΐ «υπερασπιστή του ιερού» και κατήγγειλαν «μια τρομοκρατική ενέργεια».
Με τον όρο «υπερασπιστής του ιερού» χαρακτηρίζονται όσοι εργάζονται για λογαριασμό της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Ιράν στη Συρία και το Ιράκ, δύο χώρες στις οποίες υπάρχουν ιεροί χώροι λατρείας για τους σιίτες και όπου η Τεχεράνη αναφέρει ότι έχει παρουσία μέσω «στρατιωτικών συμβούλων».
«Όσοι έχασαν στο πεδίο (της μάχης) από τους υπερασπιστές του ιερού δηλώνουν με αυτό τον τρόπο την απελπισία τους», τόνισε ο Ραϊσί χωρίς να δώσει άλλες διευκρινίσεις.
Σύμφωνα με την ιρανική τηλεόραση, ο συνταγματάρχης ήταν «γνωστός» στη Συρία.